Αιχμάλωτοι των ολιγοπωλιακών πρακτικών που ισχύουν στο ελληνικό τραπεζικό

σύστημα είναι οι πελάτες των τραπεζών, οι οποίοι επιβαρύνονται εκατομμύρια

ευρώ κάθε χρόνο από «τσουχτερά» επιτόκια και προμήθειες-φωτιά.

To τραπεζικό ολιγοπώλιο – όπως το χαρακτήρισε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομίας Γ.

Αλογοσκούφης – χτυπά σε τέσσερα μέτωπα:

1) Υψηλά επιτόκια χορηγήσεων (τα υψηλότερα στην ευρωζώνη). Είναι

χαρακτηριστικό ότι τα έσοδα των τραπεζών από επιτόκια το πρώτο εξάμηνο του

2006 ξεπέρασαν τα 3,5 δισ. ευρώ. Ενδεικτικό είναι ότι το μέσο επιτόκιο

χορηγήσεων στην Ελλάδα είναι 6,39%, το υψηλότερο ανάμεσα στις χώρες του ευρώ,

όταν ο μέσος όρος στην ευρωζώνη είναι 5%.

2) Χαμηλά επιτόκια καταθέσεων, που για το ταμιευτήριο είναι κάτω του

1%, όταν ο πληθωρισμός «τρέχει» με πάνω από 3,5%.

3) «Τσουχτερές» προμήθειες σε καθημερινές συναλλαγές, που το πρώτο

εξάμηνο του 2006 απέφεραν κέρδη άνω του 1 δισ. ευρώ στις τράπεζες.

4) Συγκέντρωση της «μερίδας του λέοντος» των χρηματιστηριακών

συναλλαγών στις τράπεζες, που μέσω των θυγατρικών τους ελέγχουν άνω του 70%

του τζίρου στη Σοφοκλέους.

Οι πελάτες δεν έχουν δυνατότητα διαφυγής αφού οι συνθήκες είναι λίγο – πολύ

ίδιες παντού, κάτι που κάνει πολλούς να μιλούν για «καρτέλ» τραπεζών.

Η κατάσταση αυτή τροφοδοτεί σταθερά τα υπερκέρδη των χρηματοπιστωτικών

ιδρυμάτων, που το πρώτο εξάμηνο του 2006 έκαναν «άλμα» 67,7% σε σχέση με

πέρυσι.

Ενδεικτικό είναι πως σήμερα 75% των χορηγήσεων και 70% των καταθέσεων

βρίσκεται στα χέρια των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας. Το «καρτέλ»

των τραπεζών έχει καταγγείλει και ο Γ. Κασιμάτης, πρόεδρος της Κεντρικής

Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, ενώ αθέμιτο ανταγωνισμό στις χρηματιστηριακές

συναλλαγές κατήγγειλε πρόσφατα και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Μελών

Χρηματιστηρίου Αθηνών Αλέξανδρος Μωραϊτάκης.

Τα υπερκέρδη

Τα υψηλά περιθώρια κέρδους και οι «τσουχτερές» προμήθειες που εφαρμόζουν από

κοινού οι ελληνικές τράπεζες, τροφοδοτούν τα υπερκέρδη που ανακοινώνουν

σωρηδόν το τελευταίο διάστημα. Ενδεικτικό είναι ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία

της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, οι ελληνικές τράπεζες είναι «πρωταθλήτριες»

στα περιθώρια κέρδους (η διαφορά ανάμεσα στο επιτόκιο με το οποίο δανείζονται

το χρήμα και σε αυτό με το οποίο το δανείζουν). Συγκεκριμένα, το μέσο καθαρό

επιτοκιακό περιθώριο κέρδους στην Ελλάδα την περίοδο Ιανουάριος 2003 – Μάιος

2006 ήταν 3,65%, διπλάσιο από τον μέσο όρο στην ευρωζώνη όπου την ίδια περίοδο

ήταν 1,68%.

Σήμερα, ακόμα και αν υποστηρίζουν ότι έχουν απορροφήσει πολλές από τις

αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ, το περιθώριο κέρδους τους παραμένει άνω του 3%

και είναι από τα υψηλότερα στην ευρωζώνη.

Ως αποτέλεσμα, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσαν οι εισηγμένες στο

Χρηματιστήριο τράπεζες, το πρώτο εξάμηνο του 2006 τα καθαρά κέρδη τους έφτασαν

σε 1,84 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 66,7% σε σχέση με το ίδιο διάστημα πέρυσι.

Για την ίδια περίοδο τα καθαρά έσοδα από τόκους ξεπέρασαν τα 3,85 δισ. ευρώ

έναντι 3,34 δισ. ευρώ πριν από ένα χρόνο, ενώ μόνο σε προμήθειες πληρώσαμε άνω

του 1 δισ. ευρώ, δηλαδή περισσότερο από το 50% των καθαρών κερδών των

τραπεζών.

Έλεγχοι με ταχύτητα… χελώνας

Στο στόχαστρο των καταγγελιών από τις καταναλωτικές οργανώσεις και τα

επαγγελματικά επιμελητήρια βρίσκονται οι τράπεζες, για εναρμονισμένες

πρακτικές σε ό,τι αφορά προμήθειες συγκεκριμένων τραπεζικών εργασιών αλλά και

των επιτοκίων σε δάνεια και καταθέσεις. Αν και στο θέμα των δανείων και των

προμηθειών υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις αδικαιολόγητης κερδοσκοπίας όπως και

εναρμονισμένων πρακτικών (καρτέλ) από ορισμένες ελληνικές τράπεζες, εν τούτοις

η έρευνα που έχει αρχίσει από πέρυσι η Επιτροπή Ανταγωνισμού εξελίσσεται με

ιδιαίτερα αργό ρυθμό.

Οι πρόσφατες δηλώσεις του προέδρου της Αρχής για το θέμα κάθε άλλο παρά

αισιόδοξες είναι για το ποτέ θα ολοκληρωθεί η έρευνα αφού, ενώ παραδέχθηκε ότι

οι αρμόδιοι υπάλληλοι της Επιτροπής έχουν συγκεντρώσει πληθώρα στοιχείων,

δήλωσε ότι είναι αδύνατο να προσδιορίσει πότε θα υπάρξει σχετικό πόρισμα.

Προσέθεσε μάλιστα ότι «δεν υπάρχει ολιγωρία στο θέμα της απόφασης, αλλά ούτε

αποτέλεσμα μέχρι τώρα. Το μόνο που υπάρχει, είναι συσσωρευμένο υλικό το οποίο

ερευνάται».

Επώνυμες καταγγελίες

Πάντως οι καταγγελίες για«εικονικό ανταγωνισμό», για «καρτέλ» και «ενιαία

επίπεδα επιτοκίων και προμηθειών» δεν είναι ανώνυμες. Στο θέμα αυτό έχει

αναφερθεί και ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων (ΚΕΕ) Γ.

Κασιμάτης, ο οποίος υπέβαλε σχετική καταγγελία προς τον πρόεδρο της Επιτροπής

Ανταγωνισμού Σπ. Ζησιμόπουλο τον Οκτώβριο 2005.

Μέχρι σήμερα μόνο σε μία περίπτωση η γενική διεύθυνση της Επιτροπής

Ανταγωνισμού έχει κάνει λόγο για κατάργηση του ανταγωνισμού από την πλευρά των

τραπεζών. Η υπόθεση αφορά αίτηση εξαίρεσης της ΔΙΑΣ Α.Ε. (διατραπεζικό σύστημα

συναλλαγών) και ελληνικών τραπεζών για σύμβαση που έχει συνάψει με το ΙΚΑ

σχετικά με την πληρωμή εργοδοτικών εισφορών. Συγκεκριμένα, η σύμβαση προβλέπει

την καταβολή των εργοδοτικών εισφορών προς το ΙΚΑ μέσω του συστήματος

DIASDEBIT

Επιτόκια-φωτιά και αυξήσεις από κοινού

Γιώργος Αλογοσκούφης. Ο υπουργός Οικονομίας έχει παραδεχθεί την ύπαρξη

ολιγοπωλιακών πρακτικών

Οι πρακτικές που ακολουθούν από κοινού οι τράπεζες στον καθορισμό των

επιτοκίων, αλλά και η τακτική τους να ανακοινώνουν με διαφορά λίγων ημερών τις

αυξήσεις ή τις μειώσεις του κόστους δανεισμού προκαλούν ερωτήματα για το

πόσο… τυχαίες είναι οι αποφάσεις αυτές, αλλά και κατά πόσο λειτουργεί

πράγματι ο ανταγωνισμός.

Σήμερα τα περιθώρια κέρδους τα οποία επιβαρύνουν τα στεγαστικά δάνεια

διαφέρουν – στις περισσότερες μεγάλες τράπεζες αλλά και σε πολλές μικρές –

κατά μόλις 0,10 – 0,20 της μονάδας. Αυτό σημαίνει ότι από τράπεζα σε τράπεζα η

διαφορά για τον δανειολήπτη είναι από ελάχιστη έως ανύπαρκτη, ενώ οι

φαινομενικά «φθηνότερες» τράπεζες συχνά επιβαρύνουν τους δανειολήπτες με σειρά

επιπλέον χρεώσεων, οι οποίες στο τέλος εξαφανίζουν κάθε πιθανό κέρδος από τα

μειωμένα επιτόκια.

Ανάλογη είναι η εικόνα και στην καταναλωτική πίστη, όπου οι τράπεζες – παρά

την έντονη κριτική που υφίστανται από τους πελάτες τους – διατηρούν σταθερά

υψηλά, άνω του 15%, τα επιτόκια των πιστωτικών καρτών. Επιπλέον, επιβαρύνουν

τη χρήση του πλαστικού χρήματος με σειρά επιπλέον χρεώσεων (π.χ. ετήσια

συνδρομή, έξοδα έκδοσης λογαριασμού, ασφαλιστικές καλύψεις κ.ά.) που

εκτινάσσουν το Συνολικό Ετήσιο Πραγματικό Επιτόκιο (ΣΕΠΕ) ακόμα και άνω του

20%.


«Ψίχουλα» οι αυξήσεις στα επιτόκια καταθέσεων

Γ. Κασιμάτης. Ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος έχει

καταγγείλει το «καρτέλ» των τραπεζών

Η εναρμονισμένη πολιτική που ακολουθούν οι τράπεζες απέναντι στους πελάτες

τους επεκτείνεται και στα επιτόκια των καταθέσεων. Χαρακτηριστικό είναι ότι η

πλειονότητα των τραπεζών έπειτα από κάθε αύξηση επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή

Κεντρική Τράπεζα αναπροσαρμόζουν προς τα πάνω τα επιτόκια καταθέσεών τους κατά

μόλις 0,10% – 0,15%. Ταυτόχρονα, φροντίζουν να αναπροσαρμόσουν προς τα πάνω

και το κόστος δανεισμού στα δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο, μεταφέροντας όμως

όλη την αύξηση του 0,25% που ανακοινώνει η ΕΚΤ. Με την πρακτική αυτή

καρπώνονται τη διαφορά του 0,10% – 0,15% που προκύπτει, αποκομίζοντας κέρδη

που υπερβαίνουν τα 100 εκατ. ευρώ στο σύνολο των καταθέσεων ταμιευτηρίου.

Πέραν αυτού και παρά το γεγονός ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν τα υψηλότερα

επιτόκια δανεισμού σε όλη την ευρωζώνη (6,39% στα υφιστάμενα δάνεια έναντι 5%

του ευρωπαϊκού μέσου όρου), τα επιτόκια καταθέσεων είναι από τα χαμηλότερα.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΚΤ, στο σύνολο των υφιστάμενων καταθέσεων

το μέσο επιτόκιο είναι 1,27% έναντι 1,73% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.


Και χαράτσι στις προμήθειες

Αλεξ. Μωραϊτάκης. Ο πρόεδρος του Σ.ΜΕ.Χ.Α. κατήγγειλε τις τράπεζες για

αθέμιτο ανταγωνισμό

Το τρίτο «χτύπημα» για τους πελάτες των τραπεζών αφορά το ιδιαίτερα υψηλό

κόστος των προμηθειών που επιβαρύνουν καθημερινές τραπεζικές συναλλαγές.

Μάλιστα, οι διαφορές που παρατηρούνται από τράπεζα σε τράπεζα είναι από

ελάχιστες έως… συμβολικές, ενώ εντός του 2006 εκτιμάται ότι θα πληρώσουμε σε

προμήθειες άνω των 2 δισ. ευρώ! Απόδειξη των εναρμονισμένων πρακτικών είναι

πως η κατάθεση χρημάτων σε λογαριασμό τρίτου – από τις πιο συνηθισμένες

συναλλαγές στο γκισέ – επιβαρύνεται με προμήθεια 1,20 – 1,50 ευρώ. Μάλιστα

καταναλωτικές οργανώσεις, μεταξύ των οποίων η ΕΚΠΟΙΖΩ, θεωρούν παράνομη την εν

λόγω προμήθεια και σκοπεύουν να καταθέσουν προσφυγή για την άρση της.

Παράλληλα, η ανάληψη χρημάτων από ΑΤΜ άλλης τράπεζας μέσω του συστήματος ΔΙΑΣ

(στο οποίο συμμετέχουν οι περισσότερες τράπεζες) κοστίζει τουλάχιστον 1,1

ευρώ, ενώ συχνά ξεπερνά το 1,5 ευρώ ανά συναλλαγή, ανάλογα με το ποσό.

Άλλωστε τελευταία οι τράπεζες αποφάσισαν από κοινού να χρεώνουν με «ποινή» που

φτάνει το 1 ευρώ ανά μήνα τους λογαριασμούς που μένουν ακίνητοι για μεγάλο

διάστημα. Ανάλογο χαράτσι επιβάλλουν και σε μικρής αξίας τρεχούμενους

λογαριασμούς.

Καρτέλ και στην Ευρώπη

Ολιγοπωλιακές συνθήκες και εναρμονισμένες πρακτικές στον τραπεζικό κλάδο

υπάρχουν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Παρά το μεγαλύτερο μέγεθος της αγοράς και

τον εντονότερο – σε σχέση με την Ελλάδα – ανταγωνισμό, η ύπαρξη ολιγοπωλίων

στον τραπεζικό τομέα είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο, το οποίο απασχόλησε έντονα

τους Ευρωπαίους υπουργούς Εξωτερικών κατά τη διάρκεια του πρόσφατου Ecofin.

Μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει προτείνει σειρά μέτρων τα οποία θα

διευκολύνουν τις διασυνοριακές τραπεζικές συνεργασίες και συγχωνεύσεις,

πρακτική που εκτιμάται ότι αποτελεί «αντίδοτο» στα εγχώρια τραπεζικά καρτέλ,

τα οποία ελέγχουν τις κατά τόπους αγορές.

Σε λίγους και η χρηματιστηριακή αγορά

Λίγες χρηματιστηριακές εταιρείες μεγάλων τραπεζικών ομιλών μοιράζονται και τα

έσοδα από τις χρηματιστηριακές συναλλαγές που πραγματοποιούνται καθημερινά στο

ελληνικό Χρηματιστήριο. Σήμερα, περίπου 70% του τζίρου της Σοφοκλέους περνά

από το γκισέ, καθώς οι χρηματιστηριακές εταιρείες των τραπεζών πραγματοποιούν

τη «μερίδα του λέοντος» των συναλλαγών και καρπώνονται τις προμήθειες, οι

οποίες ανέρχονται σε περίπου 10 ευρώ ανά συναλλαγή.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μόλις πέντε χρηματιστηριακές εταιρείες που

ανήκουν σε χρηματοπιστωτικούς ομίλους έχουν πραγματοποιήσει 60% των συναλλαγών

του Χρηματιστηρίου από τις αρχές του έτους μέχρι και τον Ιούλιο.

Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την αφορμή ώστε προ ημερών ο ΣΜΕΧΑ να καταγγείλει

την υπερβολική συγκέντρωση των χρηματιστηριακών συναλλαγών στα χέρια των

χρηματιστηριακών εταιρειών που ανήκουν στους μεγάλους τραπεζικούς ομίλους της

χώρας. Ο πρόεδρος του ΣΜΕΧΑ Αλέξανδρος Μωραϊτάκης έκανε λόγο και για συνθήκες

αθέμιτου ανταγωνισμού στη χρηματιστηριακή αγοράς, εξαιτίας εναρμονισμένων

πρακτικών σε ό,τι αφορά τις προμήθειες ορισμένων μεγάλων χρηματιστηριακών

εταιρειών.