Ο Πρωθυπουργός και η υπουργός Εξωτερικών έχουν αφήσει πίσω τους την κόντρα

Καραμανλικών και Μητσοτακικών, αφού, στη φάση αυτή, η ομόνοια βολεύει και

αυτόν και αυτήν

ME αφορμή τη συμπλήρωση δύο ετών διακυβέρνησης της χώρας από τον Κώστα

Καραμανλή, η N.Δ. περνάει την επετειακή της φάση. Σε αυτή τη λογική, θα

μπορούσε κανείς να επισημάνει πως, σε τρεις μέρες, την Τρίτη 14 Μαρτίου, η

Ντόρα Μπακογιάννη κλείνει ένα μήνα στο υπουργείο Εξωτερικών. Είναι μια

διαπίστωση που σε άλλους προκαλεί σύγχυση και σε άλλους αμφιθυμία.

Στην πραγματικότητα, η εμφάνιση της Ντόρας στο «φιστικί» κτίριο της Βασιλίσσης

Σοφίας ήταν ένας διπλός αιφνιδιασμός. Αρκετοί πίστευαν μέχρι την τελευταία ώρα

ότι αυτό δεν επρόκειτο να συμβεί. Μεγαλύτερο σοκ όμως έχει προκαλέσει η

συμπεριφορά της Μπακογιάννη άπαξ και ανέλαβε χαρτοφυλάκιο. H υπουργός

Εξωτερικών δεν συμπεριφέρεται σαν «κράτος εν κράτει». Ούτε λειτουργεί ως «ξένο

σώμα» στον Καραμανλισμό.

Αυτό φαίνεται στη σχέση της με τον Πρωθυπουργό. Φαίνεται όμως πολύ περισσότερο

στον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε τη σχέση με τους ανθρώπους του. H Ντόρα

πραγματοποίησε μια βελούδινη είσοδο. Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΥΠΕΞ Γιώργος

Κουμουτσάκος, στενός συνεργάτης του Πέτρου Μολυβιάτη και διπλωμάτης

εμπιστοσύνης του Μαξίμου, παραμένει στη θέση του επ’ αόριστον. Δηλαδή σαν να

μην άλλαξε τίποτε. Και η υπουργός πήγε στο πρώτο της Συμβούλιο Γενικών

Υποθέσεων με τον υφυπουργό Γιάννη Βαληνάκη στο πλευρό της.

ΚΟΡΥΦΑΙΟΣ παράγων της N.Δ., που ξέρει εξίσου καλά τον Καραμανλή και την

Μπακογιάννη, έλεγε κατ’ ιδίαν το φθινόπωρο πως «το μεγάλο πολιτικό μειονέκτημα

της Ντόρας είναι πως λειτουργεί σαν ομαδάρχης – δεν ανοίγεται». Τούτο δεν

επιβεβαιώνεται. Στο Υπουργικό Συμβούλιο η υπουργός Εξωτερικών έχει μια

πολιτικά κόσμια σχέση με Αλογοσκούφη, Παυλόπουλο και Σιούφα. Ακόμη και με τον

Σουφλιά χαριεντίστηκε στην πανηγυρική συνεδρίαση της περασμένης Τρίτης. Με τον

Μεϊμαράκη έχει σχέση ισορροπίας. Ποιοι είναι οι αντίπαλοι; Ο Γιώργος

Βουλγαράκης και, πιθανόν, ο Δημήτρης Αβραμόπουλος. Αμφότεροι είναι όμως εκτός

Κυβερνητικής Επιτροπής και με υπουργικό αντικείμενο που τους είναι άγνωστο. H

Μπακογιάννη επιχειρεί μια συνειδητοποιημένη προσπάθεια ενσωμάτωσης στο

κυβερνητικό σχήμα. Σε αυτό βοηθάει ο Καραμανλής, που είναι ίσως ο καλύτερος

σύμμαχός της αυτή τη στιγμή. Και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης που έχει, ως εκ

θαύματος, χάσει τη φωνή του. Στην πραγματικότητα, ο Πρωθυπουργός και η

υπουργός Εξωτερικών έχουν αφήσει πίσω τους τους πολέμους Καραμανλικών και

Μητσοτακικών, αφού, στη φάση αυτή, η ομόνοια εξυπηρετεί και αυτόν και αυτήν.

Φυσικά, το αίμα των εκατέρωθεν πιστών τους νερό δεν γίνεται. Πρόσωπο που

βρέθηκε στο πρώτο ταξίδι Καραμανλή και Μπακογιάννη στο Βερολίνο έχει να λέει

για την «φυσική αλλεργική αντίδραση των ανθρώπων του Μαξίμου προς τους

ανθρώπους της Ντόρας». Συνεργάτης του Πρωθυπουργού παρατηρεί ειρωνικά ότι «η

Ντόρα προσαρμόζεται ακόμη στα κυβερνητικά της καθήκοντα. Όταν θα αισθανθεί

σιγουριά θα ξαναδείξει τον καλό της εαυτό», υπονοώντας ότι θα χάσει τη διάθεση

συνεργασίας με το Μαξίμου.

ΘΑ ΔΕΙΞΕΙ. Υπάρχουν όμως αρκετές ενδείξεις ότι δεν πρόκειται για

βραχυπρόθεσμη τακτική κίνηση, αλλά για ενδιάμεση στρατηγική. H Ντόρα φαίνεται

να αντιλαμβάνεται ότι η λογική του αντίπαλου δέους στον νεο-Καραμανλισμό

συνεπάγεται εγκλωβισμό σε μια μονίμως μειοψηφική θέση. Εξ ου και επιχειρεί να

διεισδύσει στο μέτωπο των υποστηρικτών του Πρωθυπουργού. Ένα μέτωπο που δεν

είναι πια τόσο συμπαγές όσο παλιά. Και όπου η Μπακογιάννη θα μπορούσε με τον

καιρό να βρει στηρίγματα ή συμμάχους. Από την άποψη αυτή, η κυρία επιδεικνύει

ρεαλισμό και ωριμότητα πολιτική. H επιστροφή της στην κυβέρνηση δεν παραπέμπει

στο παρελθόν του 1990-93. Είναι περισσότερο μια πρόγευση – ή προκαταβολή – από

ένα απώτερο αρχηγικό μέλλον.