«Είδα τον αδελφό μου σκοτωμένο και το πτώμα του πεταμένο στον δρόμο. Έχασα

πέντε από τα παιδιά μου, ενώ ο άνδρας μου είναι αγνοούμενος. Δεν είχαμε καμία

ελπίδα αν μέναμε πίσω. Δεν έχουμε τίποτα, αλλά έχουμε όνειρα…».

Άουα Μουχαμάντ. Έφερε στον κόσμο 10 παιδιά, όμως τα μισά από αυτά δεν ζουν

πια. H βελτίωση της διαβίωσης των υπολοίπων αποτελεί για την ίδια μοναδικό

στόχο στη ζωή της

H Άουα Μουχαμάντ από τη Σομαλία φιλοξενείται τους τελευταίους μήνες στο Κέντρο

Υποδοχής Προσφύγων Θεσσαλονίκης. Στα τριάντα έξι της χρόνια, αυτή η δυνατή

γυναίκα, έχει φέρει στη ζωή δέκα παιδιά, από τα οποία σήμερα ζουν και

βρίσκονται μαζί της στη Θεσσαλονίκη ακριβώς τα μισά: πέντε αγόρια. Έχει ζήσει

τη φρίκη του πολέμου και τον πόνο της απώλειας ξανά και ξανά. Ο εμφύλιος που

σπαράσσει ακόμη τον τόπο της τής στέρησε τον σύζυγο και τον αδελφό της. Οι

άνθρωποι που την περιέθαλψαν στο Κέντρο Υποδοχής γνωρίζουν καλά πως και η ίδια

έχει ζήσει βασανιστήρια στο σώμα της.

Σήμερα, έπειτα από τρία χρόνια στην Ελλάδα, η Άουα Μουχαμάντ παραδέχεται ότι

είναι εξαιρετικά δύσκολο για μια γυναίκα μόνη με πέντε παιδιά να βρει δουλειά,

να αποκτήσει οικονομική ανεξαρτησία. «Γι’ αυτό παραμένω στο Κέντρο», λέει. «

Θέλω να δουλέψω, να βρω ένα σπίτι και να δω τα παιδιά μου να μεγαλώνουν, να

μορφώνονται». Ήδη, τα τέσσερα μεγαλύτερα αγόρια πηγαίνουν στο σχολείο. Έπειτα

από τρία χρόνια στην Ελλάδα μιλούν καλά ελληνικά. Ο μικρούλης Ασίζ που

ελάχιστα – ίσως και τίποτα – θυμάται από τη Σομαλία, ζητά από τη μάνα του ό,τι

κάθε συνομήλικός του από τη δική του μάνα: παιχνίδια. «Τα παιδιά είναι καλά

εδώ», λέει η Άουα. «Γι’ αυτό και δεν σκέφτομαι ποτέ να γυρίσω πίσω».

Τη μεγάλη απόφαση να εγκαταλείψει τη Σομαλία και να στοιβαχτεί μαζί με τα

πέντε αγόρια της σε ένα σαπιοκάραβο με προορισμό την Ιταλία, την πήρε τον

Ιούνιο του 2003. Ο μικρός της γιος, ο Ασίζ, ήταν μόλις δύο χρόνων τότε και

εννιά το μεγαλύτερο παιδί της. «Στη Σομαλία ο εμφύλιος τα διέλυσε όλα», λέει

στα «NEA» η Άουα Μουχαμάντ. «Ο ένας σκοτώνει τον άλλο. Είδα με τα μάτια μου

τον αδελφό μου δολοφονημένο και πεταμένο στον δρόμο. Ο άνδρας μου χάθηκε και

εξακολουθεί να αγνοείται. Έπρεπε να εξασφαλίσω την επιβίωση στα παιδιά μου».

H οδύσσεια

Όπως λέει, στόχος της ήταν να φθάσει στην Ιταλία. «H χώρα μου έχει σχέσεις με

την Ιταλία, στα σχολεία μας μαθαίναμε τη γλώσσα, πίστευα ότι θα ήταν

ευκολότερη μια νέα αρχή εκεί». Τελικά, αυτοί που με το αζημίωτο ανέλαβαν τη

μεταφορά αποβίβασαν την Άουα, τα πέντε παιδιά και τους άλλους συμπατριώτες της

στη Λέρο. «Εκεί μας συνέλαβαν. Μείναμε στη Λέρο δύο εβδομάδες και από εκεί μας

μετέφεραν στη Ρόδο, σε φυλακή, όπου κρατηθήκαμε τρεις μήνες. Από ‘κεί μας

έστειλαν σε Κέντρο Υποδοχής Προσφύγων στην Αθήνα και τελικά καταλήξαμε στη

Θεσσαλονίκη».

Παρά τα όσα έχει περάσει, η Άουα δείχνει αισιόδοξη και αποφασισμένη να τα

καταφέρει. «Εδώ μας έχουν υποδεχθεί πολύ καλά. Βρήκαμε χώρο για να κοιμηθούμε,

έχουμε ρούχα, φαγητό. Όμως, τα πράγματα είναι δύσκολα. Δεν έχω δουλειά, τα

παιδιά μου δεν έχουν πατέρα. Οι Έλληνες είναι καλοί, βοηθούν. Όμως, έως πότε

θα μου δίνουν να τρώω; Πότε θα καταφέρω να ταΐσω εγώ, με τα δικά μου λεφτά, τα

παιδιά μου;», λέει.