Ο 75χρονος λαχειοπώλης προσέφυγε στη Δικαιοσύνη καταθέτοντας δύο αγωγές και

δύο μηνυτήριες αναφορές, με τις οποίες αξιώνει αποζημίωση

«ΟΙ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΙ αντί να έχουν ως πρωταρχικό μέλημα την ασφάλεια των

πολιτών συνέχισαν την προσπάθεια εξουδετέρωσης των δραστών, σε πολυσύχναστο,

κεντρικό σημείο της Αθήνας απαντώντας στους πυροβολισμούς, θέτοντας σε κίνδυνο

τη ζωή μου, όπως και τη ζωή άλλων ανυποψίαστων πολιτών». Με τον τρόπο αυτό ο

75 χρόνων λαχειοπώλης Ιωάννης Τζαρής, ο οποίος τραυματίστηκε από την ανταλλαγή

πυροβολισμών κατά τη διάρκεια της καταδίωξης των αποκαλούμενων «ληστών με τα

μαύρα», περιγράφει στις αγωγές του όσα έζησε διεκδικώντας, διά της δικαστικής

οδού, έξι εκατομμύρια ευρώ αποζημίωση από την Εθνική Τράπεζα και το Ελληνικό

Δημόσιο.

Περίπου δύο μήνες μετά τη ληστεία στο υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας, στη

διασταύρωση των οδών Ιπποκράτους και Σόλωνος, ο λαχειοπώλης προσέφυγε στη

Δικαιοσύνη καταθέτοντας δύο αγωγές και δύο μηνυτήριες αναφορές με τις οποίες

αξιώνει αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη. Συγκεκριμένα ο I. Τζαρής

ζητεί τρία εκατομμύρια ευρώ αποζημίωση από την Εθνική Τράπεζα και ισόποση

αποζημίωση από το Ελληνικό Δημόσιο, λόγω των προβλημάτων υγείας που

αντιμετωπίζει μετά τον τραυματισμό του με δύο σφαίρες που δέχτηκε στο πόδι και

τον αγκώνα κατά την ανταλλαγή πυροβολισμών μεταξύ των ληστών και των

αστυνομικών που τους καταδίωξαν.

Νέες αγωγές

Δεν αποκλείεται μάλιστα να υποβληθούν νέες αγωγές και μηνύσεις καθώς, όπως

επισημαίνει ο δικηγόρος του λαχειοπώλη, Λευτέρης Παπαδημητρίου: «Ευθύνη φέρουν

και τα αρμόδια όργανα της Πολιτείας, αφού αν υπήρχε επαρκής αστυνομική δύναμη

στο κέντρο και σωστή κατανομή της δεν θα τολμούσαν οι δράστες να προβούν σε

αυτές τις ενέργειες».

Υπενθυμίζεται ότι για την υπόθεση της ληστείας στο υποκατάστημα της Εθνικής

κρατείται ήδη στις φυλακές του Κορυδαλλού ένας από τους δράστες, ο Γιάννης

Δημητράκης, ενώ έχουν εκδοθεί άλλα τρία εντάλματα σύλληψης για ισάριθμα άτομα

τα οποία φέρεται ότι έλαβαν μέρος στην αιματηρή ληστεία. Πρόκειται για τον

Συμεών Σεϊσίδη, τον αδελφό του Μάριο Σεϊσίδη και τον Γρηγόρη Τσιρώνη. Όλοι

κατηγορούνται ότι έλαβαν μέρος συνολικά σε επτά ληστείες, ενώ τους αποδίδονται

και άλλες τέσσερις κακουργηματικές πράξεις με βάση τις επιβαρυντικές διατάξεις

του νόμου για το οργανωμένο έγκλημα.