Μπορεί τα ριάλιτι και τα συναφή «ταλεντο-σόου» να μη σαγηνεύουν πλέον το

τηλεοπτικό κοινό, όσο στο παρελθόν τουλάχιστον, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν

συνεχίζουν να προσελκύουν χιλιάδες νέους που επιθυμούν να συμμετέχουν και να

εγκλειστούν στα «σπίτια-στούντιο» για να γίνουν διάσημοι. Αυτό άλλωστε

πιστοποιούν τόσο οι χιλιάδες αιτήσεις συμμετοχής σε κάθε «ελπιδοφόρο» για

τηλεθέαση ριάλιτι, όσο και οι απαντήσεις αυτών που συμμετείχαν κι είτε δεν

πέρασαν στα τελικά ή αποχώρησαν στη διάρκεια της τελικής φάσης. Οι

περισσότεροι, αν όχι όλοι, αναφέρονται στην εμπειρία που θα αποκτήσουν και

στην πράξη εννοούν ότι θα γίνουν διάσημοι έστω και για 15 λεπτά που

αντιστοιχούν στον καθένα μας σύμφωνα με τον Άντι Γουόρχολ.

Πού όμως πιθανόν οφείλεται αυτό; Οι σημερινοί νέοι, που όλοι ως παιδιά

γνώρισαν τον κόσμο πρώτα από την τηλεόραση κι αργότερα από το σχολείο, έχουν

ενδεχομένως συνειδητοποιήσει ότι στην εποχή της τηλεόρασης, το να γίνει κανείς

διάσημος είναι μια διαδικασία κατά την οποία η διασημότητα κατασκευάζεται.

Στην πράξη, πρόκειται για μια διαδικασία ιδιαίτερης κοινωνικής και πολιτικής

σημασίας.

Ορισμένοι μελετητές έχουν επισημάνει ότι έχουμε εισέλθει στον «πολιτισμό της

διασημότητας», που αποτελεί το τελικό στάδιο μιας μακροχρόνιας διαδικασίας που

συνδέεται με την ανάπτυξη των δυνάμεων της αγοράς, τις δυνατότητες της

αποδοτικότερης εμπορικής εκμετάλλευσης που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες και

το γεγονός ότι η αγορά μεταχειρίζεται ακόμη πιο χυδαία ανθρώπους και ιδέες ως

απλά προϊόντα.

Βέβαια, στις μέρες μας δίνεται μια πρωτόγνωρη δυνατότητα στους τηλεθεατές να

καθορίσουν ποιοι μπορούν να γίνουν διασημότητες. Παραδείγματος χάριν, στα εν

λόγω ριάλιτι, το κοινό μπορεί χωρίς παρεμβάσεις να εκφράσει τις προτιμήσεις

του για το ποιος θα είναι ο νικητής μέσω των (τηλεφωνικών και SMS μηνυμάτων)

ψηφοφοριών τους. Ακόμη, τα νέα μέσα μπορούν να συμβάλλουν σε έναν πολιτισμό

αυτοδημιούργητων διασημοτήτων. Το Διαδίκτυο, παραδείγματος χάριν, έχει

θεωρηθεί ότι μπορεί να διευρύνει την ομάδα των πιθανών διασημοτήτων

προσφέροντάς τους τη δυνατότητα να προσπεράσουν την καθεστηκυία τάξη που

επιβάλλουν τα μεγάλα μέσα επικοινωνίας.

Από την άλλη πλευρά, η φήμη αποτελεί συστατικό στοιχείο του δυτικού ιδανικού

της ατομικής ελευθερίας. Ο σύγχρονος πολιτισμός της διασημότητας βασίζεται

στην άμεσα ανταμειβόμενη, προσωπική ανέλιξη παρά στην αρκετά μεταγενέστερη κι

ιδιαίτερα κοπιώδη προσπάθεια κι ίσως ακόμη περισσότερο στα «κυκλώματα». Υπό

αυτή την έννοια, η διασημότητα αντιπροσωπεύει τη δύναμη του ατόμου να

εκμεταλλεύεται τα πλεονεκτήματά του, είναι σε μια «κοινωνία ίσων ευκαιριών».

Συνεπώς, κάθε προσωπικότητα έχει σήμερα κάτι που είναι ξεχωριστό, «δικό της»

και στην ουσία γίνεται διάσημη πρώτα από όλα για τον εαυτό της. Παραδείγματος

χάριν, τα άτομα που συμμετέχουν στα τηλεοπτικά ριάλιτι εκμεταλλεύονται μέσα

από την αυτο-έκθεσή τους τις αδυναμίες τους. Άλλωστε, όπως έχουμε δει, οι

αδυναμίες ενός προσώπου στα ριάλιτι είναι το εισιτήριο αν όχι για την επιτυχία

του, τουλάχιστον ένα σημαντικό πλεονέκτημα.

Είναι όμως τα πράγματα έτσι; Μήπως ο τρόπος με τον οποίο σήμερα γίνεται κανείς

διάσημος, κυρίως για περιορισμένη χρονική διάρκεια, είναι ένα από τα στοιχεία

που αντιπροσωπεύουν την πολιτιστική παρακμή; Σύμφωνα με τον Ντάνιελ Μπούρστιν,

αυτό που λέμε σήμερα δημοσιότητα έχει διευρυνθεί τόσο πολύ, ώστε η φήμη να μην

αποτελεί πλέον ένα στοιχείο που απεικονίζει οποιοδήποτε πραγματικό επίτευγμα ή

ικανότητα, αλλά μάλλον την επιτυχία, που δεν συνδέεται απαραίτητα με την

εργασία. Σήμερα, υποστηρίζει ο Μπούρστιν, η δημόσια αναγνώριση δεν έχει σχέση

με αυτό που κάποτε αντιπροσώπευε. Αν στο παρελθόν η φήμη ενσωμάτωνε ή

αντιπροσώπευε τις ευγενέστερες και υψηλότερες αξίες, όπως οι μεγάλες σκέψεις

και τα ιδανικά ή οι υπηρεσίες για το υψηλότερο αγαθό, οι σημερινές

δημοσιότητες πάσχουν από μια ναρκισσιστική ιδεοληψία. Αντιπροσωπεύουν έναν

πολιτισμό όπου, η στιγμιαία ικανοποίηση προτιμάται από τις μακροπρόθεσμες

ανταμοιβές, κι όπου η εντύπωση εκτιμάται πολύ περισσότερο από την ουσία.

Πώς όμως μπορεί να συμβεί το αντίθετο στην εποχή εικόνας και στην εποχή που ο

δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος, η τέχνη και η εμπορική κουλτούρα, οι ειδήσεις

και η ψυχαγωγία έχουν συγχωνευτεί και μοιράζονται τις ίδιες αξίες και κανόνες

συμπεριφοράς; Στην ουσία δεν υπάρχει δίοδος διαφυγής. H εμπορική ή αγοραία

τηλεόραση κάνει αυτό που ξέρει να κάνει καλύτερα: να κατασκευάζει εικόνες

ανθρώπων προς λαϊκή τέρψη και κατανάλωση. Κι ακόμη καλύτερα, στη συγκεκριμένη

περίπτωση τις προωθεί και τις διαχειρίζεται με τον αποδοτικότερο τρόπο. Κι

αυτό γίνεται επειδή ο νέος τύπος διασημότητας είναι πολύ πιο εύκολα

χειραγωγήσιμος από τα μέσα επικοινωνίας και είναι, βεβαίως, πιο επικερδής.

Αλλά για να είναι πιο επικερδής χρειάζεται όλο και περισσότερα νέα πρόσωπα,

ολοένα και περισσότερες διασημότητες. Έτσι, ζούμε στην εποχή της «αυξημένης

δημοσιότητας» που δεν έχει μόνο επιπτώσεις στους επώνυμους, αλλά και στους ανώνυμους.

O Στέλιος Παπαθανασόπουλος είναι καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και

MME του Πανεπιστημίου Αθηνών