Μοναστηράκι – Χιλιαδού – Μαραθάς – Σκάλωμα – Σπηλιά: Οι

Πατρινοί έχουν ήδη ανακαλύψει τις ομορφιές της Φωκίδας, καιρός να τις

εξερευνήσουν και οι υπόλοιποι! H γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου φέρνει πολύ κοντά μας

μερικές από τις ωραιότερες παραλίες και οικισμούς μαζί με το λιλιπούτειο

νησάκι των Τριζονιών που… ξέμεινε στη δεκαετία του ’70.

Ένα πέτρινο παραπέτο. Στη θάλασσα από κάτω οι αχινοί… απειλητικοί ανάμεσα

στα βράχια – ευτυχώς πολύ μακριά από τα πόδια σου που τα απλώνεις πάνω από το

νερό. Χαζεύεις, το μυαλό σου αδειάζει. Ξαφνικά λίγα φαίνεται να έχουν σημασία:

Ο ήλιος δύει, κοιτάς, κι ύστερα γυρίζεις το βλέμμα δεξιά, στη δασωμένη γλώσσα

γης ανάμεσα στο Μοναστηράκι και τη Χιλιαδού, απέναντι στη φουτουριστική γέφυρα

Ρίου-Αντιρρίου και αριστερά στο πέτρινο χωριό που κυλάει μέχρι τη θάλασσα:

εκεί όπου μπορείς σε λίγο να επιστρέψεις διανύοντας βήμα με βήμα την

πετροκτισμένη «εσπλανάδα».

Το πρόγραμμα της βραδιάς είναι ανακουφιστικά απλό: βόλτα στο Μοναστηράκι,

φαγητό στα ταβερνάκια και προαιρετικά ποτό σε ένα από τα μπαρ-κλαμπ λίγο πιο

έξω. Το πρωί βόλτες, μπάνιο, αν ο καιρός «κρατάει» ακόμη, και εξερεύνηση των

υπόλοιπων οικισμών: Χιλιαδού, Σκάλωμα, Μαραθιάς, Γλυφάδα, Σπηλιές και το μικρό

νησάκι απέναντι, τα Τριζόνια με τα ταβερνάκια, τα μικρά λιμανάκια και τα

αναστηλωμένα, σπίτια κάποια από τα οποία «ξέμειναν» εκεί εδώ και εκατό χρόνια.

Προβολείς ανάβουν, ενοχλούν τα μάτια σου. Πινακίδες από την Πάτρα ή την Αθήνα,

δεν έχει σημασία, ο κόσμος το έχει ανακαλύψει, η γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου, 10

ευρώ να πας και 10 να γυρίσεις, έχει κάνει το πέρασμα παιχνίδι και το

Μοναστηράκι θέρετρο για όλο και περισσότερους, ευκατάστατους, οικογενειάρχες,

που θέλουν να σβήσουν για λίγο τα άγχη τους στη γεύση των φρέσκων ψαριών και

του ντόπιου κρασιού. Αν είσαι λάτρης των δυνατών συγκινήσεων, αυτός ο τόπος

δεν θα σε χωρέσει – του λείπει το «κοσμοπολίτικο» της Αράχοβας, το θεαθήναι

του Γαλαξιδιού, το κουτσομπολιό της Ναυπάκτου. Άλλα πιο «ταπεινά» και γήινα

και απλά θα ψάξεις εδώ. Και αν έχεις χρόνο, θα «απογειωθείς» και προς τα τοπία

της ορεινής Ναυπακτίας και τη «Φωλεά κόρακος» που τη λένε Μονή Βαρνάκοβας, μια

από τις πέντε αρχαιότερες της Ελλάδας.

Στο Μοναστηράκι χωρίς πλοίο

Σ’ αυτό το… νησί δεν χρειάζεται να πας με πλοίο, το πολύ πολύ με τη βάρκα

σου από τη Ναύπακτο. Έχει καλντερίμια, αλλά όχι μαγαζιά με τουριστικά. Έχει

παλιά σπίτια με μπαλκόνια που αντικρύζουν τη θάλασσα, αυλές όπου οι άνθρωποι

κάνουν τις μικρές «βεγγέρες» τους τα δροσερά απογεύματα και πλακόστρωτα

δρομάκια με υγρά σκαλιά που καταλήγουν στο νερό, όπου τα βράδια χαζεύεις το

φεγγάρι καθώς κάνει το ταξίδι του πάνω από τη θάλασσα. Έχει το σιγανό

μουρμούρισμα από τις συζητήσεις των ψαράδων με τις νοικοκυρές που κατεβαίνουν

το πρωί στο λιμανάκι, τον απόηχο από τα ταβερνάκια δίπλα στη θάλασσα που

μένουν μέχρι αργά ανοιχτά και τον ρυθμικό κραδασμό από τα club που ξέρεις

ακριβώς τι ώρα κλείνουν, καθώς τα ντεσιμπέλ τους αντηχούν σε ολόκληρο τον

όρμο. Έχει οργανωμένες παραλίες με ομπρέλες και ξαπλώστρες που στήθηκαν σε μια

μακρόστενη λωρίδα γης με ψιλό βότσαλο, στο Παραθάλασσο: η παγωμένη

ακόμη και τον Αύγουστο θάλασσά του -χαρακτηριστικό όλης της περιοχής – θα σε

ξαφνιάσει, ίσως όμως τη …συγχωρήσεις πιο εύκολα αν μάθεις ότι η θερμοκρασία

της οφείλεται σε νερά που αναβλύζουν μέσα από την ίδια τη γη και προέρχονται

από τις απολήξεις της Πίνδου. Σ’ αυτό το χωριό τα πέτρινα σπίτια έχουν σκούρα

κόκκινα και μπλε παράθυρα, κάτω από τα κεραμίδια που καλύπτουν τις στέγες και

μισοκρύβονται από ψηλά ανάμεσα σε ελιές, ευκαλύπτους, πεύκα και ψηλόκορμους

φοίνικες. Θα μπορούσε να βρίσκεται στο Πήλιο ή στα ορεινά της Πελοποννήσου, κι

όμως κτίστηκε εδώ, μόλις οκτώ χιλιόμετρα μακριά από τη Ναύπακτο, το 1907, με

το νερό να αγκαλιάζει τα πέτρινα θεμέλιά του και τα βράχια να ερωτεύονται τα

γλιστερά παραπέτα της ωραιότερης πλακόστρωτης «εσπλανάδας» που μπορείς να

συναντήσεις στην περιοχή.

Το βασιλικό διάταγμα και η υπουργική απόφαση που κήρυξαν το Μοναστηράκι «τόπο

τουριστικό και ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» δεν… πρόλαβαν να το γλιτώσουν από

την αυθαιρεσία όσων αποφάσισαν να προσθέσουν καινούργια σπίτια ανάμεσα στα

παλιά, πέτρινα διώροφα. Ακόμη κι έτσι παραμένει το ωραιότερο χωριό της

Φωκίδας, κέντρο τουριστικό που κάθε καλοκαίρι γεμίζει από τις φωνές και την…

ανυπομονησία των Αθηναίων και των Πατρινών που το έχουν ανακηρύξει ως θέρετρό

τους. Αυτός μάλλον είναι ο ρόλος του στην ιστορία – άλλωστε κέντρο του

εμπορίου σε ολόκληρη την ορεινή Ναυπακτία και τη Δωρίδα ήταν και στη δεκαετία

του ’30, όταν καθημερινά ακτοπλοϊκά δρομολόγια το συνέδεαν με την Πάτρα και

τον Ψαθόπυργο. Το δικό του κέντρο, η εκκλησία του Ευαγγελιστή

Μάρκου με το ωραίο ξυλόγλυπτο τέμπλο που είναι κτισμένη πάνω σε παλαιότερο

μικρό μοναστήρι, είναι, όπως πιστεύουν οι περισσότεροι. και ο λόγος που πήρε

το όνομά του: Μοναστηράκι. Μπορεί να μη δει ποτέ αυτό το όνομα τυπωμένο σε…

μπλουζάκι, όπως θα συνέβαινε σε κάθε κοσμικό νησί, αλλά αυτό δεν θα λυπήσει

και τόσο τους 250 μόνιμους κατοίκους του που περισσότερο, νομίζω,

στενοχωριούνται για τα πολυτελή αυτοκίνητα των παραθεριστών ή των επισκεπτών

του Σαββατοκύριακου που τους χαλάνε τη θέα και την ηρεμία καθώς μποτιλιάρονται

στον ασφαλτόδρομο, στο λιμανάκι και στον ωραίο πλακόστρωτο πεζόδρομο που

περνάει δίπλα στο νερό…

Γύρω από το Μοναστηράκι

Χιλιαδού. Σκάλωμα. Μαραθιάς. Σεργούλα. Γλυφάδα. Σπηλιά.

Με αφετηρία το Μοναστηράκι μπορείς καθημερινά να κάνεις εκδρομές στους

γειτονικούς οικισμούς. H κοντινότερη επιλογή είναι η Χιλιαδού που βρίσκεται

στα 2,5 χλμ. προς τα δυτικά – μια μεγάλη παραλία με ψιλό βότσαλο και άμμο, που

καταλήγει στον οικισμό. Στο ψαροχώρι που κάποτε είχε μόνο καλάμια και…

κουνούπια, φτάνεις από μια ωραία διαδρομή ανάμεσα σε χωράφια σπαρμένα με

τριφύλλια, καλαμπόκια και εσπεριδοειδή για να αντικρύσεις μια πέτρινη πλατεία

με αρμυρίκια που βλέπει στο λιμανάκι με τις βάρκες και το εκκλησάκι της Αγίας

Τριάδας, το οποίο είναι πάντα ανοιχτό.

Προς τα ανατολικά (ακολουθείς τον ασφαλτόδρομο που οδηγεί από τη Ναύπακτο

προς την Ιτέα), βρίσκεται ο επόμενος οικισμός: το μικρό λιμανάκι Σκάλωμα στα

4,5 χλμ. από το Μοναστηράκι, με στενή παραλία όπου οι προνομιούχοι ιδιοκτήτες

των ωραίων σπιτιών του κάνουν μπάνιο στα πεντακάθαρα νερά δίπλα στα…

αυτοκίνητά τους (δωμάτια να νοικιάσεις δεν υπάρχουν εκεί, το κρατούν ζηλότυπα

για τον εαυτό τους!). Αμέσως μετά βρίσκεται η παραλία του Μαραθιά με χοντρό

βότσαλο. Ο Μαραθιάς είναι ένα χωριό κτισμένο μέσα σε πεδιάδα με οπωροφόρα

δέντρα, μουριές και πλατάνια. Έχει εμπορικά μαγαζάκια, ταβέρνες, καφέ-μπαρ και

είναι το πιο πολυσύχναστο στην περιοχή. H εκκλησία που θα δεις δίπλα στη

θάλασσα, μέσα στα πλατάνια και τους ευκαλύπτους, είναι της Κοιμήσεως της

Θεοτόκου και στο κέντρο του χωριού τού Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.

H καλύτερη παραλία της περιοχής, με ψιλό βότσαλο και πράσινα κρύα νερά,

βρίσκεται στη γειτονική Σεργούλα, η οποία επί τουρκοκρατίας ονομαζόταν Μύλοι,

λόγω των πολλών νερόμυλων που είχε η περιοχή. Εκεί μπορείς να δεις το «κανάλι»

του μύλου, αριστερά από τον δρόμο, που στηρίζεται σε αριστοτεχνικά φτιαγμένες

καμάρες και σκιάζεται από πλατάνια. Στη Σεργούλα, όπως και στη γειτονική

Γλυφάδα και τη συνεχόμενή της Σπηλιά Τριζονιών υπάρχουν ταβερνάκια για φαγητό.

Μονή Βαρνάκοβας

H μονή που προστάτευσαν οι Κομνηνοί, οι Παλαιολόγοι και ο Καποδίστριας είναι

από τις πέντε αρχαιότερες στην Ελλάδα και διάσημη για τη θαυματουργή εικόνα

της Παναγίας που υπάρχει στον κυρίως ναό. Σύμφωνα με την παράδοση απέκτησε την

εγκάρσια τομή της, έπειτα από μια ισχυρή δόνηση (σαν σεισμό) το

Δεκαπενταύγουστο του 1940, τη στιγμή που στην Τήνο τορπιλίστηκε η «Έλλη». Μέσα

στον ναό αυτόν και κάτω από τα χαλιά που σήμερα το καλύπτουν, υπάρχει επίσης

μαρμαροθετημένο πάτωμα γεμάτο παραστάσεις του 11ου και 12ου αιώνα. H μονή

κτίστηκε το 1077 από τον όσιο Αρσένιο τον Βαρνακοβίτη, καταστράφηκε από τους

Τούρκους το 1826 και χάρη στον Καποδίστρια ξανακτίστηκε.

Τριζόνια

Ήχοι απ’ το παρελθόν

Τον ήχο των τριζονιών, από τα οποία σύμφωνα με μια εκδοχή πήρε το όνομά του

(η άλλη είναι ότι οφείλεται στις τρεις ζώνες – τις τρεις «μπούκες» από όπου

μπορείς να μπεις), τον ακούς ακόμη και σήμερα αναμεμειγμένο με τις φωνές των

παιδιών που κάνουν βουτιές από τις μικρές προβλήτες.

Τον ήχο του ανέμου όπως περνάει ανάμεσα στα πεύκα τον νιώθεις να σε διαπερνάει

όταν καθήσεις στο δασάκι της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου – κτισμένης το ’55

πάνω σε παλαιότερη που υπήρχε εκεί επί τουρκοκρατίας – και αγναντέψεις τις

ακτές της Φωκίδας, απέναντι.

Ένα νησί… bonzai – που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι και ιδιωτικό

(προσπάθησε να το αγοράσει ο Ωνάσης, πριν από τον Σκορπιό, αλλά προσέκρουσε

στις αντιδράσεις των κατοίκων). Στα 3.000 στρέμματά του οι άνθρωποι περπατάνε

πριν από την τουρκοκρατία και τα κτίσματα που φτιάχτηκαν τότε τα βλέπεις στον

Μαχαλά, κοντά στην εκκλησία. Επί τουρκοκρατίας εδώ υπήρχε λοιμοκαθαρτήριο, ενώ

μετά το 1821 πέρασε στη δικαιοδοσία του Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Ο πρώτος

Έλληνας που ήρθε στα Τριζόνια και κατοίκησε μαζί με τους λίγους τσοπάνηδες που

υπήρχαν στο νησί ήταν ο Σταματογιάννης, αδερφός της κυρα-Φροσύνης. Έτσι το

νησάκι αναπτύχθηκε και πολλά χρόνια μετά, το 1928, έγινε κοινότητα με περίπου

100 οικογένειες να το κατοικούν. Σήμερα, λόγω και της μετανάστευσης του

1940-’50, η εικόνα είναι διαφορετική: Λίγες ταβέρνες, 70-80 μόνιμοι κάτοικοι

και μια – παραδόξως – μεγάλη και σύγχρονη μαρίνα από την άλλη πλευρά του

μικρού λιμανιού, που φτιάχθηκε πριν από 10 χρόνια. Έχει 150 θέσεις και είναι

προσφιλές «καταφύγιο» όσων ταξιδεύουν στην περιοχή, ωστόσο – όπως

παραπονιούνται οι κάτοικοι – δεν έχει δοθεί σε κανέναν φορέα εκμετάλλευσης

ώστε να υπάρξει κανονισμός λιμένα και έτσι «δεν υπάρχει έλεγχος για τα λύματα,

για τον τρόπο που δένουν τα σκάφη ή ακόμη και για πιθανό λαθρεμπόριο». Σ’ αυτά

προσθέτεις 2-3 παραλίες για μπάνιο προς τα ανατολικά ή τα νότια – την Πούντα,

τα Άσπρα και τα Κόκκινα Χαλίκια -, όπου θα πας με τα πόδια ή με βάρκα και

περιπάτους στους δασωμένους χωματόδρομους.

Όπως θα σου πει ο Γιώργος και οι φίλοι του, που θα σε φέρουν με τον «Κεραυνό

II» από τα Χάνια, η ζωή τον χειμώνα εδώ είναι απλή: ψάρεμα, βόλτα στην Πάτρα ή

τη Ναύπακτο με τη βάρκα ή το αυτοκίνητο και καθημερινές μικροασχολίες με τις

ελιές και τα αμπέλια που ακόμη έχουν απομείνει. Μια ζωή που θα έπρεπε να

δίνεται με… συνταγή γιατρού ως αποτοξίνωση από την πόλη, δηλαδή. Μέχρι να

πάρουν και τα Τριζόνια τον δρόμο της «ανάπτυξης», στον οποίο εμφανίζεται από

τότε που το μοναδικό τους ξενοδοχείο, το Drymna, μπήκε στο Internet, ήρθε

κόσμος, έγιναν τα πλακόστρωτα και οι άνθρωποι άρχισαν να κοιτάζουν το μέλλον

του με άλλο μάτι…

ΦΑΓΗΤΟ – ΔΙΑΣΚΕΔΑΣΗ

Στο Μοναστηράκι

«H ταβέρνα του Ηλιόπουλου». H πιο ονομαστή ταβέρνα του χωριού, με

μπαλκόνι και τραπέζια που χαρίζουν θέα στη θάλασσα. Σερβίρει φρέσκο ψάρι.

«Εν Πλω». Εδώ θα παραγγείλετε, μεταξύ άλλων, ριζότο και κόκορα με

χοντρά μακαρόνια.

«Club Blue Lake» και «Promo». Πριν από χρόνια, εκεί υπήρχε ένα ωραίο

πέτρινο κτίσμα για να δένουν τις βάρκες. Μετά έγινε ένα ατμοσφαιρικό μπαράκι

με έθνικ στοιχεία και τα τελευταία χρόνια μια… υπερπαραγωγή: χιλιάδες ευρώ

έχουν δαπανηθεί (όχι απαραίτητα με το καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα) για να

φτιαχτεί ένα καφέ – μπαρ – κλαμπ σε επίπεδα, με ομπρέλες – ξαπλώστρες για το

πρωί.

Στη Χιλιαδού

«Ο Φάρος του Κουφογιάννη», «Χιλιαδού» και ο «Άρης» που

είναι πάνω στην παραλία όπου οι λουόμενοι κάνουν μπάνιο. Έχουν όλες φρέσκο

ψάρι και νόστιμα μεζεδάκια.

«Intro Club». Παίζει ξένη και ελληνική μουσική.

Στο Σκάλωμα

«Οι Λεύκες». Καλό καφέ – ουζερί στο παραλιακό δρομάκι.

Στον Μαραθιά

«H ταβέρνα του Μελίστα». Καταρχήν θα ζητήσετε την καταπληκτική κάρτα

τους, με ζωγραφισμένη την εικόνα της ταβέρνας όπως ήταν το ’95. Έπειτα θα

καθίσετε στη σκιερή αυλή τους και θα παραγγείλετε μεζεδάκια, ψητά της ώρας,

σαλάτα χωριάτικη με πεντανόστιμες τομάτες και τηγανόψωμο.

«Ο Γεωργούλας». Πολύ καλό μεζεδοπωλείο – ταβέρνα

Στη Σεργούλα

«La Playa». Λειτουργεί ως καφέ και μεζεδοπωλείο.

«Ο Θωμάς». Ταβέρνα με φρέσκο ψάρι

Στη Σπηλιά

«Σπηλιά». Ονομαστή παλιά ταβέρνα, με φρέσκο ψάρι και μαγειρευτά.

«Αίθριο». Είναι στην παραλία και έχει φρέσκο ψάρι.

Στα Χάνια

«Ο Θάνος». Ωραία σκιερή αυλή πάνω στον παραλιακό δρόμο, με θέα στα

Τριζόνια.

Στα Τριζόνια

«Τα Δύο λιμάνια» και «Όστρια». Είναι ακριβώς πάνω στο λιμανάκι

Σερβίρουν ψαρομεζέδες, ψάρια και κρέατα της ώρας.

ΔΙΑΜΟΝΗ

Στο Μοναστηράκι

Το ξενοδοχείο «Αύρα»

Ξενοδοχείο «Αύρα» (26340-52.920-2, www.avrastudios.gr) 19 επιπλωμένα

στούντιο και 4 διαμερίσματα, καινούργια και καλοφτιαγμένα, με μπαλκόνια που

έχουν θέα στη θάλασσα – από μακριά – και στα σπίτια του χωριού.

Στη Χιλιαδού

Ξενοδοχείο «Όαση» (26340-38.120, www.i-oasi.com). Πίσω από το μάλλον κοινότοπο

όνομα, κρύβεται η… αιτία ανάπτυξης ενός οικισμού: το ξενοδοχείο που έφτιαξε

το ζευγάρι των Γερμανών Ρόζενμπαουμ που ερχόταν χρόνια στην περιοχή με το

τροχόσπιτό του, την αναβάθμισε στο σύνολό της και παρακίνησε τους ντόπιους να

ασχοληθούν κι εκείνοι με τον τουρισμό φτιάχνοντας ταβέρνες και ενοικιαζόμενα.

Κήποι, beach bar, καλόγουστο σαλόνι και δωμάτια που «βλέπουν» στη θάλασσα.

«Repo Studio» (26340-71.516). Κοντά στη θάλασσα και αρκετά

περιποιημένα.

Άλλα ενοικιαζόμενα (από τα οποία πάντως μην έχετε και… πολλές απαιτήσεις):

«Μηλιώνης» (26340-71.122) και «Χιλιαδού» (πάνω από την ομώνυμη ταβέρνα, 26340-21.354).

Στον Μαραθιά

Ξενοδοχείο «Αρίστη» (26340-91.150). Με αισθητική ’70s, συμπαθητική αυλή

και την παραλία στα 5 μέτρα!

«Apollo Beach» (26340-91.321). Οικογενειακό ξενοδοχείο, με

πισίνα, pool bar και τον ανάλογο θόρυβο. Τα δωμάτια πάντως είναι δροσερά, με

κηπάκια ή μπαλκόνια που σκιάζονται από δέντρα.

Ενοικιαζόμενα δωμάτια δίπλα στην «Ταβέρνα του Μελίστα»: 26340-91.200.

Στη Σπηλιά Τριζονιών

Ξενοδοχείο «Αντζελένα» (22660-71.247). Οικογενειακό, με αισθητική ’70s

και αυτό. Είναι ανοιχτό όλον τον χρόνο.

«Φίρμπας» (22660-71.374).

Στα Τριζόνια

«Hotel Drymna» (22660-71.204, www. drymna.gr). Το μοναδικό και απόλυτα

οικογενειακό ξενοδοχείο του νησιού, με 11 δωμάτια που ανακαινίστηκαν πέρυσι

αλλά διατηρούν την «αύρα» περασμένων δεκαετιών. Είναι ψηλά, έχει ωραία βεράντα

με θέα στη μαρίνα.

Αν θέλετε να μπείτε στο κλίμα του νησιού, μπορείτε να μείνετε και σε δωμάτια

που ενοικιάζονται σε σπίτια (ρωτήστε στις ταβέρνες 22660-71.235 και 71.228).