Όταν το πρώτο Κονκόρντ ξεπρόβαλε από το εργοστάσιο, πριν από περίπου 30

χρόνια, κάποιοι μίλησαν για το τρίτο θαύμα της αεροναυπηγικής. Στην αρχή ήταν

η πτήση των αδερφών Ράιτ, μετά ήρθε η αποστολή προς το φεγγάρι του Apollo 11

και τέλος αυτό το εντυπωσιακό σε όψη αεροσκάφος.

Το Κονκόρντ ενσωμάτωνε ό,τι είχε να προσφέρει μέχρι τότε η επιστήμη της

αεροναυπηγικής, καθώς μπορούσε να μεταφέρει 100 επιβάτες από τη μια άκρη του

Ατλαντικού στην άλλη, αναπτύσσοντας ταχύτητα διπλάσια από αυτήν του ήχου.

Σήμερα τα τελευταία Κονκόρντ αναπαύονται σε μουσεία. Και πολλοί από τα

εκατομμύρια επιβάτες που είχαν την τύχη να ταξιδέψουν με αυτά, αναρωτιούνται

πόσος καιρός θα περάσει ώστε η επιστήμη να δημιουργήσει έναν ακόμη πιο

συναρπαστικό διάδοχο…

Σαν πύραυλος. Όταν το Κονκόρντ έτρεχε για να απογειωθεί, έπιανε

ταχύτητα 450 χιλιομέτρων. Στον αέρα ανέπτυσσε ταχύτητα 2 Mach (2.160 χλμ.

/ώρα) και χρειαζόταν περίπου τρεις ώρες για να φθάσει από το Λονδίνο ή το

Παρίσι στη Νέα Υόρκη. Από την καμπίνα πλοήγησης οι πιλότοι μπορούσαν να

διακρίνουν την καμπύλη της επιφάνειας της Γης αφού το αεροσκάφος πετούσε σε

ύψος 11,3 μιλίων (60.000 πόδια). Κανένα άλλο αεροσκάφος δεν πέταξε υψηλότερα,

εκτός από τα κατασκοπευτικά. Όμως το Κονκόρντ δεν φημιζόταν για τις ανέσεις

του. Και η επιστήμη της αεροναυπηγικής επιστρατεύθηκε για να δημιουργήσει μια

νέα γενιά αεροσκαφών που θα μετέφεραν περισσότερους επιβάτες με μεγαλύτερη

άνεση.

Την εποχή που κατασκευαζόταν το Κονκόρντ, η υπεύθυνη ομάδα των μηχανολόγων

μηχανικών και των αεροναυπηγών έπρεπε να πραγματοποιήσει σημαντικά επιτεύγματα

για να μπορέσει το αεροσκάφος να πετάξει με ασφάλεια. Το πιο δύσκολο απ’ όλα

αφορούσε τη θερμότητα του αέρα. Όταν πετούσε με ταχύτητα διπλάσια του ήχου, ο

αέρας συμπιεζόταν τόσο πολύ, ώστε θέρμαινε τον κορμό του αεροσκάφους. Στο

ρύγχος του, μάλιστα, η θερμοκρασία έφθανε τους 127 βαθμούς Κελσίου. Το

φαινόμενο αυτό παρατηρείτο ακόμη κι όταν η θερμοκρασία του ευρύτερου

εξωτερικού χώρου που περιέβαλλε το αεροσκάφος ήταν κάτω του μηδενός.

H… κάψα. Μάλιστα, όταν πετούσε με όλη του την ταχύτητα, όποιος

ακουμπούσε το χέρι του στα μεταλλικά τοιχώματα της καμπίνας, ένιωθε την…

κάψα. Και εξαιτίας της υψηλής θερμότητας το μήκος του αυξανόταν μέχρι και 15

εκατοστά. Αν δεν υπήρχε ένα προηγμένο σύστημα κλιματισμού, η θερμοκρασία στον

χώρο των επιβατών θα άγγιζε τους 100 βαθμούς Κελσίου. Από την υπερβολική ζέστη

δεν επηρεάζονταν πάντως οι ποσότητες καυσίμου που υπήρχαν στα φτερά και οι

οποίες μέσα από ένα κυκλοφοριακό σύστημα χρησιμοποιούνταν και ως ψυκτικό υγρό,

για να διατηρείται σε ιδανικά επίπεδα η θερμοκρασία στο εσωτερικό.

Οι κινητήρες του αεροσκάφους ήταν κατασκευασμένοι με τέτοιον τρόπο, ώστε τα

καυσαέρια από τις τουρμπίνες να ανακυκλώνονται και να προσδίδουν στο

αεροσκάφος επιπρόσθετη ώθηση κατά 20% (αλλά και περισσότερο θόρυβο). H

άτρακτός του δεν έμοιαζε σε τίποτα με τις αντίστοιχες των άλλων επιβατικών

αεροπλάνων που ανέπτυσσαν ταχύτητες γύρω στα 900 χιλιόμετρα την ώρα.

Προβλήματα. Στην περίπτωση του Κονκόρντ οι μηχανικοί έπρεπε να λάβουν

υπόψη τους τις συνέπειες του υπερηχητικού κρουστικού κύματος. Καθώς το

αεροσκάφος επιτάχυνε από το 1 Mach στα 2 Mach, το κύμα κρούσης πίεζε την

επιφάνεια των πτερυγίων δημιουργώντας προβλήματα στην πτητική του ικανότητα.

Για να αντισταθμιστεί αυτή η επίδραση, το κέντρο βαρύτητας έπρεπε να

μετατοπιστεί.

Με τον συνδυασμό 33 δεξαμενών καυσίμων και αρκετών σωληνώσεων, ο ένας από τους

δύο επιβαίνοντες μηχανικούς, μετατόπιζε 12 τόνους καυσίμου προς το οπίσθιο

τμήμα του αεροσκάφους για να ισορροπήσει και όταν ελάττωνε ταχύτητα για να

προσγειωθεί, η ίδια ποσότητα καυσίμων μεταφερόταν ξανά στο μπροστινό τμήμα.

Δεν «γκάζωνε» πάνω από την ξηρά!

Υπήρχε ένα πρόβλημα που οι κατασκευαστές του Κονκόρντ δεν μπόρεσαν ποτέ να

λύσουν: να καταφέρουν το αεροσκάφος να πετάξει πάνω από την ξηρά! Όσο κι αν

ακούγεται παράξενο, η βροντή από τη διάσπαση του φράγματος του ήχου θα είχε

καταστροφικά αποτελέσματα στο αεροσκάφος, γι’ αυτό και το Κονκόρντ ανέπτυσσε

υπερηχητική ταχύτητα μόνο πάνω από τη θάλασσα. Πετούσε γρηγορότερα από την

ταχύτητα περιστροφής της Γης. Για να πάει κάποιος σήμερα από την Αγγλία στην

Αυστραλία χρειάζεται να ταξιδέψει 23 ώρες κάνοντας μια στάση ανεφοδιασμού. Αν

το ίδιο ταξίδι γινόταν με υπερηχητική ταχύτητα, ίσως χρειάζονταν μόνο 12 ώρες

με στάση για ανεφοδιασμό.

Σύμφωνα με ορισμένους ειδικούς, αν οι κυβερνήσεις της Βρετανίας και της

Γαλλίας συνέχιζαν να επενδύουν σε υπερηχητικές τεχνολογίες, ίσως σήμερα να

υπήρχε διαθέσιμο ένα μεταφορικό μέσο που η χρήση και η συντήρησή του δεν θα

απαιτούσε υπέρογκα χρηματικά ποσά. Αλλά η φιλοσοφία που διέπει την κατασκευή

των αεροσκαφών νέας γενιάς είναι η άνεση και η χωρητικότητα, και όχι η

ταχύτητα. Για τον λόγο αυτό είναι πολύ δύσκολο να κατασκευαστεί στο άμεσο

μέλλον ένα άλλο υπερηχητικό αεροσκάφος σαν το Κονκόρντ. Όταν σχεδιαζόταν, ήταν

η εποχή του Ψυχρού Πολέμου, του ανταγωνισμού για την κατάκτηση του

Διαστήματος. Ήταν το σπουδαιότερο αεροπλάνο που κατασκευάστηκε ποτέ, γιατί

πήρε ό,τι καλύτερο είχε να δώσει η επιστήμη και η τεχνολογία της γενιάς του.

Επιμέλεια: Στέφανος Κρίκκης, Δέσποινα Κουκλάκη