Όταν ο Τζορτζ Μπους ανέλαβε την εξουσία, το 2001, βρήκε τεράστια πλεονάσματα

στον προϋπολογισμό. Χρειάστηκε πολλή και σκληρή δουλειά για να χειροτερέψει τη

θέση της αμερικανικής οικονομίας κατά πέντε τρισ. δολάρια.

Καθώς το ασθενές δολάριο κρέμεται σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από την παγκόσμια

οικονομία, σχεδόν όλοι παραπονιούνται για τις σπατάλες που κάνει η Αμερική.

Μήπως, όμως, δεν σκέπτονται πόσο σκληρά πρέπει να δουλεύουν οι Αμερικανοί για

να κάνουν τις οικονομίες των άλλων χωρών να δείχνουν ότι βρίσκονται σε καλή

κατάσταση;

Λόγω των τεράστιων εμπορικών ελλειμμάτων των ΗΠΑ, ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος

κάθε ανεπτυγμένης χώρας είναι πώς το εθνικό της νόμισμα θα σταματήσει να

ενισχύεται υπερβολικά έναντι του δολαρίου. Παράλληλα, χώρες που αντιμετωπίζουν

πρόβλημα χρόνιων χρεών – από το Μεξικό μέχρι τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα –

προσπαθούν να προσελκύσουν σημαντικά κεφάλαια από επενδυτές που αναζητούν

εναλλακτική λύση, καθώς το δολάριο καταρρέει.

Συνήθως, όταν ο πλανήτης ξεπερνά μία οικονομική κρίση και τα επιτόκια

ανεβαίνουν, τουλάχιστον μία-δύο αναπτυσσόμενες χώρες αντιμετωπίζουν σοβαρά

προβλήματα στην οικονομία τους. Αυτό, όμως, φαίνεται ότι δεν θα συμβεί αυτή τη

φορά, τουλάχιστον το 2005.

H αλήθεια είναι ότι η οικονομική πολιτική κάποιων χωρών έχει βελτιωθεί

σημαντικά. H Βραζιλία και η Τουρκία, για παράδειγμα, έχουν εισαγάγει πολιτικές

φιλικές προς την αγορά, καταφέρνοντας να κάνουν πιο ευέλικτες τις οικονομίες

τους και την ανάπτυξή τους περισσότερο διατηρήσιμη. Ωστόσο, δεν μπορούμε να

πούμε το ίδιο για χώρες όπως το Μεξικό ή η Ρωσία, στις οποίες οι

μεταρρυθμίσεις, είτε έχουν σταματήσει είτε έχουν αναιρεθεί. Και όμως, οι

αλόγιστες σπατάλες της Αμερικής έχουν κάνει τα νομίσματα (όλων των άλλων

χωρών) να φαντάζουν ως καλές επενδύσεις, το 2005.

Δεν είναι εύκολο

Επομένως, όσοι δεν είναι Αμερικανοί, πρέπει να… εκτιμούν περισσότερο τα

ελλείμματα των ΗΠΑ. Μήπως ο κόσμος νομίζει ότι είναι εύκολο για μία οικονομία

12 τρισ. δολαρίων να ξοδεύει περισσότερα από όσα παράγει, τον έναν χρόνο μετά

τον άλλο, μόνο και μόνο για να βελτιώσει την οικονομική σταθερότητα άλλων

χωρών; E, λοιπόν, δεν είναι καθόλου εύκολο. Χρειάζεται πολλή και σκληρή

δουλειά για να καταφέρει κάποιος να βρεθεί χρεωμένος, ενώ έχει τόσα πολλά

χρήματα να ξοδέψει.

Ας αρχίσουμε από τον Αμερικανό καταναλωτή, ο οποίος αγοράζει τα πάντα

(βοηθώντας τις ΗΠΑ να απορροφούν το 25% της συνολικής παγκόσμιας παραγωγής

πετρελαίου), αλλά δεν αποταμιεύει τίποτε. Χάρη στον τρόπο λειτουργίας του

οικονομικού συστήματος στην Αμερική, οι καταναλωτές μπορούν να αγοράζουν

ακριβά αυτοκίνητα, σχεδόν χωρίς καθόλου προκαταβολή. Μπορούν να δανείζονται

όλο και περισσότερα, χρόνο με τον χρόνο, έναντι της αξίας του σπιτιού τους και

να ξοδεύουν κάθε σεντ. Μπορούν να παίρνουν σύνταξη όλο και πιο νωρίς, αν και

αποταμιεύουν λιγότερο.

H ευθύνη του Μπους

Βεβαίως, μεγάλο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό φέρει η αμερικανική κυβέρνηση. Όταν ο

πρόεδρος Τζορτζ Μπους ανέλαβε την εξουσία, το 2001, είχε τεράστια πλεονάσματα

στον προϋπολογισμό. Χρειάστηκε πολλή και σκληρή δουλειά για να χειροτερέψει τη

θέση της αμερικανικής οικονομίας κατά πέντε τρισεκατομμύρια δολάρια. Το να

μειωθεί η φορολογία ήταν εύκολο, αλλά για να πραγματοποιηθούν τόσες πολλές

δαπάνες έπρεπε να περάσουν πολλοί νέοι νόμοι. Βεβαίως, η απόφαση για την

εισβολή στο Ιράκ βοήθησε πολύ στο να χειροτερέψουν δραματικά τα δημοσιονομικά

της χώρας, αλλά αυτό δεν εξηγεί όλη την ιστορία.

Γιατί, λοιπόν, ο υπόλοιπος κόσμος είναι τόσο αγνώμων; Ίσως κάποιοι, Ευρωπαίοι

και Ιάπωνες, να έχουν αναστατωθεί που οι αποδόσεις τους από επενδύσεις στις

ΗΠΑ είναι τόσο χαμηλές, καθώς το δολάριο που συνεχώς υποχωρεί, κάνει τις

επενδύσεις σε δολάρια να μη δείχνουν καθόλου προσοδοφόρες όταν μεταφράζονται

σε ευρώ ή γιεν. Φταίει, επίσης, η κακή συγκυρία στην αγορά: Πολλοί Ευρωπαίοι

αγόρασαν μετοχές όταν τα αμερικανικά χρηματιστήρια βρίσκονταν στην κορυφή, το

1999 και το 2000, με αποτέλεσμα να αναγκαστούν να πουλήσουν με σημαντικές

απώλειες μετά την κατάρρευση της αγοράς, το 2001.

Το ίδιο συνέβη και με τους Ιάπωνες στην αγορά ακινήτων. Ισχυροί Ιάπωνες

αγόρασαν ακριβά ακίνητα, όπως το Κέντρο Ροκφέλερ στη Νέα Υόρκη και το Pebble

Beach Golf Club στην Καλιφόρνια, και ύστερα έπρεπε να τα πωλήσουν σε ιδιαίτερα

χαμηλές τιμές. Αυτές οι επενδυτικές αποτυχίες έκαναν πολύ καλό στους

Αμερικανούς, οι οποίοι με τον τρόπο αυτό χρωστούν πολύ λιγότερα χρήματα σε

ξένους από όσα θα χρωστούσαν αν τα πράγματα ήταν διαφορετικά.

Πόσο χαμηλά;

Δυστυχώς, αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί για πάντα. Οι ξένοι, είτε θα αρχίσουν

να έχουν πολύ καλύτερες αποδόσεις στις ΗΠΑ πιέζοντας το αμερικανικό χρέος να

φτάσει σε μη διατηρήσιμα ύψη, είτε θα αποτραβηχτούν και θα επενδύσουν αλλού.

Ό,τι και να γίνει, λογικά το δολάριο θα συνεχίσει να υποχωρεί. Άραγε, πόσο

χαμηλά μπορεί να βυθιστεί; Με βάση τους υπολογισμούς μου, πρέπει να υποχωρήσει

κατά 15% ακόμη, προκειμένου να ισοσκελιστεί κάπως το εμπορικό έλλειμμα των

ΗΠΑ. Κανονικά, με αυτές τις εξελίξεις πρέπει τα ασιατικά νομίσματα να

ενισχυθούν περισσότερο από 15%, έναντι του δολαρίου, ενώ τα ευρωπαϊκά

νομίσματα πρέπει να ενισχυθούν λίγο λιγότερο.

Υπάρχει, όμως, πραγματικός κίνδυνος, τα ευρωπαϊκά νομίσματα να ενισχυθούν

περισσότερο από 15% έναντι του δολαρίου και το ευρώ να ξεπεράσει τα 1,50 δολ.

Οι κυβερνήσεις μπορεί να προσπαθήσουν να αντισταθούν στην πτώση του δολαρίου

αλλά, καθώς οι σύγχρονες αγορές αλλάζουν συνεχώς, δεν θα τα καταφέρνουν για

πάντα, ιδιαίτερα στην Ασία.

Επιπλέον, έστω και αν η αμερικανική πολιτική κάνει όλες τις άλλες οικονομίες

να δείχνουν καλές, τα πράγματα μπορεί να ξεφύγουν από τον έλεγχο αν μια

κατάρρευση του δολαρίου οδηγήσει σε εκτίναξη των επιτοκίων και σε επιβράδυνση

της παγκόσμιας οικονομίας.

Μπούμερανγκ

Ακόμη και αν κάποιες χώρες αποφύγουν τις άμεσες συνέπειες από τυχόν κατάρρευση

του δολαρίου, πρέπει να προσέχουν μήπως εκδηλωθεί το φαινόμενο του

μπούμερανγκ. Οι συναλλαγματικές ισοτιμίες έχουν την… κακή συνήθεια να

ξεπερνούν επίπεδα που θεωρούνται λογικά και να δημιουργούν προβλήματα σε

διάφορες χώρες, ιδιαίτερα σε όσες ξοδεύουν πολλά χρήματα βασιζόμενες σε

εισόδημα που δημιουργείται από τον πληθωρισμό.

Ίσως είναι πολύ νωρίς ακόμη για να αρχίσει όλος ο κόσμος να κατηγορεί την…

παρανοϊκή κατανάλωση στις ΗΠΑ. Ακόμη κι έτσι, όμως, δεν είναι πολύ γενναιόδωρο

εκ μέρους των Αμερικανών που κάνουν όλους τους άλλους να δείχνουν – έστω

προσωρινά – τόσο νηφάλιοι και ολιγαρκείς;

© Project Syndicate, Ιανουάριος 2005

Ο Kenneth Rogoff είναι καθηγητής Οικονομικών και Δημόσιας Πολιτικής στο

Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ και πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ.

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΔΙΕΘΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ:ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ