Έπειτα από αγώνες ετών, ήρθε η δικαίωση για 700 συμβασιούχους του Γενικού

Χημείου του Κράτους. Το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε πως καλύπτουν

πάγιες και διαρκείς ανάγκες και θα πρέπει να προσληφθούν με σύμβαση αορίστου

χρόνου. Το σκεπτικό της απόφασης ανοίγει τον δρόμο και για άλλους

συμβασιούχους που εξαιρέθηκαν από τις ρυθμίσεις μονιμοποίησης

Όπως εκτιμάται, πρόκειται για απόφαση-σταθμό σχετικά με το εργασιακό μέλλον

των περίπου 250.000 συμβασιούχων του Δημοσίου, που εξαιρέθηκαν από τις

νομοθετικές ρυθμίσεις για μονιμοποίηση. H απόφαση εκδόθηκε από το Πρωτοδικείο

Αθηνών, με αφορμή την αγωγή που είχαν υποβάλει 700 συμβασιούχοι του Γενικού

Χημείου του Κράτους.

Υπερισχύει η Οδηγία

Είναι η πρώτη απόφαση στην οποία γίνεται συγκεκριμένη αναφορά στο Προεδρικό

Διάταγμα του Απριλίου 2003, με το οποίο ενσωματώθηκαν οι διατάξεις της

Κοινοτικής Οδηγίας για τους συμβασιούχους και στην απόφαση όχι μόνο αναφέρεται

ρητώς πως οι διατάξεις της Οδηγίας υπερισχύουν κάθε αντίθετης διάταξης της

εθνικής νομοθεσίας, αλλά για πρώτη φορά αναγνωρίζεται πως δεν υπάρχει

συνταγματικό κώλυμα.

Στην απόφαση σημειώνεται κατηγορηματικά πως η Κοινοτική Οδηγία «περιλαμβάνει

τους απασχολουμένους τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον δημόσιο τομέα, καθώς και

αυτούς που απασχολούνται με συμβάσεις έργου που υποκρύπτουν σύμβαση

εξαρτημένης εργασίας». Με τη φράση αυτή, το Πρωτοδικείο Αθηνών αμφισβητεί

ουσιαστικά το περιεχόμενο του Προεδρικού Διατάγματος, το οποίο εξαιρεί από τις

διατάξεις τους εργαζομένους στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Το Σύνταγμα

Την ίδια ώρα, η απόφαση απαντά και στο επιχείρημα της κυβέρνησης πως η

μονιμοποίηση και η μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου

απαγορεύεται από το Σύνταγμα. Αναφερόμενο στις διατάξεις της Οδηγίας, το

Πρωτοδικείο τονίζει χαρακτηριστικά: «Πρόβλημα σύγκρουσης των διατάξεων αυτών

με το Σύνταγμα δεν δημιουργείται, αφού το Σύνταγμα απαγορεύει την κάλυψη

πάγιων και διαρκών αναγκών με συμβάσεις ορισμένου χρόνου».

Για πρωτοποριακή ερμηνεία των συνταγματικών διατάξεων κάνει λόγο η δικηγόρος

M. Τσίπρα, που χειρίστηκε την αγωγή των 700 συμβασιούχων του Γενικού Χημείου.

H ίδια σημειώνει πως αναγνωρίζεται για πρώτη φορά και το φαινόμενο των

«γκρίζων ζωνών» του Νόμου Πεπονή για τις προσλήψεις στο Δημόσιο.

Όπως αναφέρει, αναγνωρίζεται η ύπαρξη κατηγοριών εργαζομένων στον δημόσιο ή

ευρύτερο δημόσιο τομέα, που απασχολούνται βάσει προγενέστερων νόμων του Νόμου

Πεπονή ή με ειδικούς κανονισμούς λειτουργίας επιχειρήσεων, που έχουν ισχύ

νόμου (π.χ. ΔΕΗ, ΕΛΟΤ) και για τους οποίους επιτρέπεται η σύναψη συμβάσεων

εργασίας αορίστου χρόνου.

Κατ’ εξαίρεση

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει και στο σημείο της απόφασης του Πρωτοδικείου, στο

οποίο χαρακτηρίζεται ως κοινή αρχή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και

του εθνικού πλέον δικαίου, η σύναψη συμβάσεων εργασίας αορίστου χρόνου και

μόνον κατ’ εξαίρεση η σύναψη συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου.

Παράλληλα, η απόφαση αναφέρει πως όσα προβλέπει η Κοινοτική Οδηγία έχουν

εφαρμογή ακόμη και σε περιπτώσεις όπου η σύναψη σύμβασης ορισμένου χρόνου

επιτρέπεται από νομοθετική διάταξη για συγκεκριμένες υπηρεσίες ή αντιθέτως

όπου με νομοθετική διάταξη απαγορεύεται η μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου

σε αορίστου χρόνου.

Το Πρωτοδικείο υπογραμμίζει μάλιστα πως σύμφωνα με τις κοινοτικές διατάξεις

επιβάλλεται πλέον η «καθιέρωση νομοθετικού πλαισίου για την αποτροπή της

κατάχρησης που μπορεί να προκύψει από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή

σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου».

Πάνω από 15 χρόνια

Σημειώνεται ότι η πρακτική των αλλεπάλληλων ανανεώσεων συμβάσεων ορισμένου

χρόνου ή έργου αφορά εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους του Δημοσίου, οι οποίοι

απασχολούνται με τον τρόπο αυτό για περισσότερα από 15 έτη.

Ενδεικτική είναι η περίπτωση των 700 συμβασιούχων του Γενικού Χημείου, οι

οποίοι εργάζονται ως προσωπικό καθαριότητας – σε πολλές περιπτώσεις από το

1994 έως σήμερα. Οι συμβάσεις έργου, με τις οποίες είχαν προσληφθεί, διαρκώς

ανανεώνονταν και παρότι όπως αποφάσισε και το Πρωτοδικείο κάλυπταν πάγιες και

διαρκείς ανάγκες, οι εργαζόμενοι αυτοί δεν δικαιούνταν τόσα χρόνια ούτε άδεια

ούτε επιδόματα Χριστουγέννων και Πάσχα.