H εικόνα που θα διαμορφωθεί στην Αμερική για τους Ολυμπιακούς Αγώνες

του 2004 είναι καθοριστική για την επιτυχία της διοργάνωσης, αλλά και τη

μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας. Οι ΗΠΑ είναι από κάθε άποψη η

σημαντικότερη χώρα που θα συμμετάσχει στους Αγώνες. H αμερικανική αθλητική

αποστολή θα είναι η πολυπληθέστερη, ενώ η συντριπτική πλειονότητα των χορηγών

όπως και το κύριο βάρος της τηλεοπτικής κάλυψης (NBC) προέρχονται από τις ΗΠΑ.

Είναι γεγονός ότι η αυξημένη ανησυχία της Ουάσιγκτον για την ασφάλεια –

δικαιολογημένη ή όχι – τροφοδοτεί την επικριτική αρθρογραφία. Όμως, με

εξαίρεση αυτό το ακανθώδες ζήτημα, η κάλυψη θα είναι πολύ θετική και, αν τύχει

σωστών χειρισμών από τους Έλληνες ιθύνοντες, θα έχει μακροπρόθεσμα οφέλη για

την Ελλάδα. Οι Αγώνες της Βαρκελώνης και του Σίδνεϊ αποτελούν χαρακτηριστικά

παραδείγματα.

Τα αμερικανικά MME θα αφιερώσουν εκπομπές και άρθρα στην Αρχαία Ελλάδα, στην

ελληνική κουζίνα, στη φυσική ομορφιά της χώρας, στον ρόλο της στα Βαλκάνια,

αλλά και στα έργα που, έστω και μετ’ εμποδίων, αλλάζουν την Αθήνα.

Χρειάζονται, όμως, και οι σωστοί άνθρωποι για την προβολή της χώρας. Τα δύο

πλέον προβεβλημένα και γνωστά στις ΗΠΑ πρόσωπα είναι ο Γ. Παπανδρέου και η Γ.

Αγγελοπούλου. Καθώς εισερχόμαστε στην τελική ευθεία, δεν χωρούν πλέον

προσωπικοί ανταγωνισμοί, κάτι που ισχύει και για τον κ. Βενιζέλο ο οποίος

συμπληρώνει το τρίγωνο της Ολυμπιακής «ευγενούς άμιλλας».

Ο υπουργός Εξωτερικών και η πρόεδρος τού «Αθήνα 2004» θα πρέπει τους επόμενους

μήνες να συντονίσουν τις κινήσεις τους – ποιος θα πάει πού και πότε – και να

πραγματοποιήσουν προσεκτικά οργανωμένες περιοδείες στις ΗΠΑ αφιερωμένες στην

προβολή των Ολυμπιακών Αγώνων και των έργων που έγιναν και γίνονται. H

πρόσφατη επίσκεψη του διευθύνοντος συμβούλου τού «Αθήνα 2004» Γ. Σπανουδάκη

στην Ουάσιγκτον κινήθηκε προς τη σωστή κατεύθυνση.

Ο χρόνος πιέζει. Από τώρα πρέπει να διαμορφώσουν το κλίμα. Οπλισμένοι με

δημόσιες δηλώσεις στήριξης (Ρογκ, Πάουελ) και την εν εξελίξει αποτελεσματική

συνεργασία με τις ΗΠΑ και άλλες χώρες θα απαντήσουν υπομονετικά και πειστικά

στα ερωτήματα για την ασφάλεια και θα μπορέσουν να επεκταθούν στις άλλες

πτυχές της διοργάνωσης και να εκμεταλλευθούν τη μοναδική ευκαιρία για να

προβάλουν την Ελλάδα.