Το δράμα: Αν η μεταπολεμική καπιταλιστική ανάπτυξη, τα νέα στρώματα

εργαζομένων που αυτή δημιούργησε, ο ριζοσπαστισμός, η αυτοπεποίθηση, η

ανυπομονησία αλλά και η πόλωση αυτών των στρωμάτων με την παραδοσιακή εργατική

τάξη και τους θεσμούς της (κόμματα, συνδικάτα κ.λπ.), καθώς και η κρίση της

Αριστεράς με φόντο τις διαψεύσεις και τις ελπίδες τής «μετα-68» εποχής εξηγούν

κατά κάποιον τρόπο την εμφάνιση των νέων «επαναστατικών πρωτοποριών» της

δεκαετίας του ’70, είναι ο «φοκισμός» και η φετιχοποίηση των δυναμικών μορφών

πάλης που επιτρέπουν στο ευρωπαϊκό αντάρτικο πόλης να εμφανιστεί ως η «ηθική»

πολιτική δύναμη απέναντι στην ενσωματωμένη Αριστερά, εμπνέοντας και

στρατεύοντας ικανές μερίδες της ριζοσπαστικής, εργατικής και φοιτητικής,

νεολαίας.

Παράλληλα, όμως, οι ίδιοι ακριβώς παράγοντες που διαμορφώνουν το πλαίσιο

αξιοπιστίας και μαζικοποίησης των ευρωπαϊκών οργανώσεων ένοπλης προπαγάνδας

ενοχοποιούνται για την απομόνωση και τη συντριβή τους. Σχηματικά θα περιγράψω

τους, κατά τη γνώμη μου, κυριότερους:

Πρώτον, η αντίληψη της «ένοπλης πρωτοπορίας», η οποία στην αρχική φάση

εμφάνισε τις αντίστοιχες οργανώσεις ως τη μόνη συνεπή και ηθική Αριστερά,

εκφράζοντας τις ανησυχίες και τα αδιέξοδα τμημάτων του «εργάτη-μάζα» των

αλυσίδων παραγωγής και των φοιτητών του «επιχειρηματικού πανεπιστημίου», από

τη φύση της οδήγησε στην περαιτέρω κλιμάκωση της βίας, σε πρακτικές που ήταν

αδύνατον να ακολουθήσουν τα τμήματα του κινήματος που γενικά υιοθετούσαν τη

στρατηγική τής «ένοπλης πρωτοπορίας». Έτσι, αρκετοί νέοι εργαζόμενοι και

φοιτητές είτε εγκατέλειπαν τους κοινωνικούς χώρους τους περνώντας στην

παρανομία είτε δοκίμαζαν να μεταφέρουν τη λογική του αντάρτικου πόλης μέσα σ’

αυτούς τους χώρους με ολέθρια αποτελέσματα και για τους ίδιους (απολύσεις,

αποβολές, διώξεις κ.λπ.), αλλά, το κυριότερο, για την ενότητα και την

πολιτικοποίηση των συναδέλφων τους (εκφοβισμός, απομάκρυνση από ριζοσπαστικές

μορφές οργάνωσης κ.λπ.). Πώς να το κάνουμε, είναι άλλο το σαμποτάζ στην

αλυσίδα παραγωγής μιας αυτοκινητοβιομηχανίας και άλλο οι πυροβολισμοί κατά

αντιδραστικών καθηγητών ή εργοδηγών…

Δεύτερον, η αντίληψη περί «εξασφαλισμένης και ενσωματωμένης εργατικής τάξης»,

η οποία αρχικά συσπείρωσε τα πλέον μαχητικά και ανυπόμονα τμήματα των νέων

εργατών, ιδιαίτερα στην Ιταλία, στη συνέχεια τα οδήγησε από την περιφρόνηση

στην πλειονότητα των εργαζομένων σε ανοιχτή εχθρότητα μαζί τους, με αποτέλεσμα

αφενός την απομόνωση των πιο δυναμικών και αφετέρου την περαιτέρω

συντηρητικοποίηση των υπόλοιπων και την προσκόλλησή τους στις παραδοσιακές

οργανώσεις τους (κόμματα, συνδικάτα, κ.λπ.).

Τρίτον, η πλήρης ρήξη με την Αριστερά, σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των

μορφών βίας, συρρίκνωσε δραματικά τα κοινωνικά ερείσματα των ένοπλων

οργανώσεων, καθιστώντας τες εξαιρετικά ευάλωτες στην κρατική καταστολή,

επέτρεψε στην παραδοσιακή Αριστερά να διαχειριστεί ευκολότερα την κρίση της

και της έδωσε τα προσχήματα (και τα νομιμοποιητικά επιχειρήματα) να ενταχθεί

πλήρως στο αστικό πλαίσιο εξουσίας. Η εκτέλεση του Μόρο από τις Ερυθρές

Ταξιαρχίες είναι αποκαλυπτική αυτής της διαδικασίας.

Ο Νίκος Γιαννόπουλος είναι μέλος του Δικτύου για τα Πολιτικά και

Κοινωνικά Δικαιώματα.