Οι Αμερικανοί «απελευθέρωσαν» τη Βαγδάτη, κατέστρεψαν την καρδιά της

δικτατορικής εξουσίας του Σαντάμ, όπου ένα κύμα λεηλασιών και αναρχίας σάρωσε

την αρχαία πόλη. Άνδρες που, επί 25 χρόνια, υπάκουαν χαμερπώς τους πιο

τιποτένιους μυστικούς αστυνομικούς του Σαντάμ, τώρα μεταμορφώνονταν σε

γίγαντες, βρυχώμενοι με μίσος κατά του Ιρακινού ηγέτη, καθώς τα πελώρια και

τερατώδη αγάλματά του σωριάζονταν στο έδαφος. Ο μεγάλος Λιβανέζος ποιητής

Χαλίλ Γκιμπράν αισθανόταν οίκτο για τις χώρες που καλωσορίζουν τους τυράννους

τους με τρομπέτες και τους διώχνουν με κρωξίματα χλευασμού. Και οι άνθρωποι

της Βαγδάτης έκαναν το ίδιο αυτό τελετουργικό, ξεχνώντας ότι αυτοί – ή οι

γονείς τους – είχαν αντιδράσει το ίδιο ακριβώς όταν το αραβικό σοσιαλιστικό

κόμμα Μπάαθ είχε καταστρέψει την προηγούμενη δικτατορία των Ιρακινών στρατηγών

και ηγεμόνων. Ξεχνώντας, επίσης, ότι οι «απελευθερωτές» είναι μια νέα, ξένη

και πανίσχυρη δύναμη κατοχής χωρίς κουλτούρα, γλώσσα, φυλή ή θρησκεία που να

τους ενώνει με το Ιράκ. Έτσι, τη νύχτα, καθώς οι οβίδες από τα τανκς

αντηχούσαν ακόμη στην πόλη, η Βαγδάτη κειτόταν στα πόδια του νέου της αφέντη.

Έχουν έρθει και έχουν φύγει πολλοί στην ιστορία της πόλης, Αβασσίδες και

Μογγόλοι και Τούρκοι και Βρετανοί και τώρα οι Αμερικανοί. Η αμερικανική

πρεσβεία ξανάνοιξε χθες και σύντομα, χωρίς αμφιβολία, όταν οι Ιρακινοί θα

έχουν μάθει πια σε ποιον πρέπει τώρα να δείχνουν υπάκουα τη φιλία τους, ο

πρόεδρος Μπους θα έρθει εδώ, στους νέους «φίλους» της Αμερικής για τη

δημιουργία μιας νέας σχέσης με τον κόσμο, με νέες οικονομικές προοπτικές γι’

αυτούς που τους «απελευθέρωσαν» και – επίσης χωρίς αμφιβολία – με σχέσεις με

το Ισραήλ και με μια ισραηλινή πρεσβεία στη Βαγδάτη. Όμως, άλλο πράγμα να

κερδίσεις έναν πόλεμο και εντελώς άλλο να πετύχεις στο ιδεολογικό και

οικονομικό σχέδιο που βρίσκεται πίσω του. Η «πραγματική» ιστορία της

αμερικανικής κυριαρχίας στον αραβικό κόσμο αρχίζει τώρα.