Τρία ηγετικά στελέχη του ΕΛΑ, της ιστορικότερης και μαζικότερης ένοπλης

οργάνωσης που έδρασε ποτέ στην Ελλάδα, πιστεύουν ότι έχουν στα χέρια τους οι

εισαγγελικές και αστυνομικές αρχές που εποπτεύουν τις έρευνες της

Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας.

Από τη συγκέντρωση των κατοίκων της Κιμώλου, στις αρχές του καλοκαιριού, κατά

της δημιουργίας θαλάσσιου πάρκου στο νησί. Ο Αγγελέτος Κανάς πρωτοστατούσε

στις διαμαρτυρίες

Πρόκειται για τον 56χρονο αρχιτέκτονα Κώστα Αγαπίου, που είχε το συνθηματικό

ψευδώνυμο «Φιλίπ» ή «Τζιάνι», τον 51χρονο κοινοτάρχη Κιμώλου Αγγελέτο Κανά

(«Τζορτζ») και την 49χρονη Ειρήνη Αθανασάκη («Μυρτώ»), που συνελήφθησαν μετά

την από καιρό αναμενόμενη επιχείρηση της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας.

Σύμφωνα με τις διωκτικές αρχές, εις βάρος των τριών συλληφθέντων, που άνοιξαν

τον νέο κύκλο συλλήψεων της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, «υπάρχει πλήθος

ενοχοποιητικών στοιχείων που τεκμηριώνει πλήρως τη συμμετοχή τους στον ηγετικό

πυρήνα του ΕΛΑ». Τα πειστήρια που κατά τις Αρχές συσχετίζουν τους τρεις με τον

ΕΛΑ είναι, μεταξύ άλλων, δακτυλικά αποτυπώματα που βρέθηκαν σε προκηρύξεις και

πληροφοριακό υλικό της οργάνωσης, άλλα εργαστηριακά ευρήματα, καθώς και

στοιχεία που προέκυψαν από το άνοιγμα των αρχείων της Στάζι. Συγκεκριμένα,

πολυάριθμα δακτυλικά αποτυπώματα του Κώστα Αγαπίου και της Ειρήνης Αθανασάκη

βρέθηκαν σε 3 προκηρύξεις της υποομάδας του ΕΛΑ «Χρήστος Κασσίμης», η οποία

έδρασε την περίοδο 1977-79, μετά τον θάνατο του ηγέτη του ΕΛΑ στις 20

Οκτωβρίου 1977.

Οι καταθέσεις

Το κυριότερο ατού της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, ωστόσο, αποτελεί ο φάκελος

με τις αποκαλυπτικές καταθέσεις «μετανοημένων» συντρόφων τους. Το πρόσωπο που

φέρεται να αποκωδικοποίησε τον Επαναστατικό Λαϊκό Αγώνα (ΕΛΑ) και να οδήγησε

στην εξάρθρωση του ηγετικού πυρήνα του, είναι μια 50χρονη γυναίκα, η οποία

γνώριζε από κοντά τα δρώμενα της οργάνωσης από τις αρχές της δεκαετίας του

’80! Στην κατάθεσή της η 50χρονη γυναίκα, που φέρεται να είχε συγγενική σχέση

με έναν εκ των μελών της οργάνωσης, περιέγραψε λεπτομερώς «πρόσωπα και

πράγματα» για ένα μέλος της οργάνωσης, αλλά και τον στενό κύκλο των προσώπων

με τα οποία βρισκόταν σε επαφή για περισσότερα από 15 χρόνια.

Τα πολυάριθμα στοιχεία που διέθεταν οι αστυνομικές αρχές εις βάρος των τριών

συλληφθέντων, όπως υπογράμμιζαν ανώτατα στελέχη του Μεγάρου της οδού Κατεχάκη,

ήταν αυτά που καθόρισαν την πορεία των κινήσεων της Αντιτρομοκρατικής

Υπηρεσίας για την παραπομπή τους στη Δικαιοσύνη.

Στελέχη της αρμόδιας Υπηρεσίας, μάλιστα, αφήνουν να εννοηθεί ότι, πέρα από τις

γνώσεις και τα στοιχεία που διαθέτουν για τον ρόλο και τη θέση των τριών

συλληφθέντων στον ΕΛΑ, έχουν συγκεντρώσει και άλλα στοιχεία, τα οποία είναι

ικανά να τεκμηριώσουν με μεγαλύτερη σαφήνεια τη συμμετοχή τους σε

συγκεκριμένες επιθέσεις του ΕΛΑ.

Ο «Φιλίπ», κατά την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία, θεωρείται ο επιχειρησιακός

αρχηγός της οργάνωσης, ο οποίος αποφάσιζε, οργάνωνε και έφερνε εις πέρας

σχεδόν όλες τις επιθέσεις της οργάνωσης. Η «Μυρτώ», εκτός από χρέη γραμματέως

και επιμελήτριας των προκηρύξεων, πιστεύεται ότι για ένα μεγάλο διάστημα είχε

αναλάβει το δύσκολο έργο της μεταφοράς και τοποθέτησης πολλών εκ των

εκατοντάδων εκρηκτικών μηχανισμών του ΕΛΑ, με το σκεπτικό ότι «μια γυναίκα δεν

κινεί τις υποψίες». Σύμφωνα με άλλα στοιχεία της Αντιτρομοκρατικής, η «Μυρτώ»,

η οποία διατηρούσε δεσμό με τον «Φιλίπ», ήταν παρούσα σε μια αιματηρή

ενέργεια, περί τα τέλη της δεκαετίας του ’70, η οποία καθόρισε σε σημαντικό

βαθμό τη συνέχεια της δράσης του ΕΛΑ.

Εξίσου σημαντικό ρόλο στις τάξεις του ΕΛΑ φέρεται ότι είχε και ο «Τζορτζ».

Υψηλόβαθμα στελέχη της Αντιτρομοκρατικής θεωρούν ότι από τις αρχές της

δεκαετίας του ’80 ο «Τζορτζ» είχε αναλάβει την προμήθεια των εκρηκτικών υλών

και την κατασκευή βομβών για τον ΕΛΑ. Ο «Τζορτζ», χάρη στην επαφή με την ομάδα

Κάρλος, εκτιμάται ότι ήταν αυτός που προχώρησε στον εκσυγχρονισμό των

εκρηκτικών μηχανισμών του ΕΛΑ και στην καθιέρωση για πρώτη φορά της

τηλεβόμβας.

Αρνούνται

Από την πλευρά τους, εντούτοις, οι τρεις συλληφθέντες αρνούνται την

οποιαδήποτε σχέση με τον ΕΛΑ. Κατά τη διάρκεια των πολύωρων ανακρίσεών τους,

και οι τρεις τήρησαν αρνητική στάση, αποφεύγοντας να πουν οτιδήποτε στους

αξιωματικούς της αρμόδιας αστυνομικής υπηρεσίας.

Η αντίστροφη μέτρηση για την προσαγωγή των τριών στην Αντιτρομοκρατική

Υπηρεσία άρχισε λίγο πριν από τις 12 το βράδυ του Σαββάτου. Πρώτος συνελήφθη ο

κοινοτάρχης Κιμώλου, την ώρα που αποβιβαζόταν από τον ηλεκτρικό (ΗΣΑΠ) στον

σταθμό Αγίου Νικολάου Αχαρνών. Ο κ. Αγγελέτος, ο οποίος από το απόγευμα είχε

ξεκινήσει από το νησί του με το πλοίο «Πήγασος», συνοδευόμενος από πλήθος

δημοσιογράφων, να έρθει στην Αθήνα, κατευθυνόταν στο σπίτι του στα Πατήσια.

Σκοπός του ήταν να συναντήσει τον υπουργό Δημόσιας Τάξης για να του ζητήσει,

όπως ανέφερε ο ίδιος, εξηγήσεις για την εμπλοκή του ονόματός του.

Μόλις βγήκε από τον σταθμό του ΗΣΑΠ ο κ. Κανάς, παρουσία δημοσιογράφων και

αστυνομικών με πολιτικά που τον παρακολουθούσαν καθ’ όλη τη διάρκεια του

ταξιδιού, βρέθηκε μπροστά σε ομάδα αξιωματικών της Αντιτρομοκρατικής, οι

οποίοι τον άρπαξαν από τους ώμους και τον μετέφεραν αστραπιαία σε αυτοκίνητο

της Αντιτρομοκρατικής. Τη στιγμή εκείνη τα τηλεοπτικά συνεργεία δοκίμασαν να

καταγράψουν τη σκηνή της σύλληψης, αλλά αστυνομικοί τους εμπόδισαν βάζοντας τα

χέρια τους μπροστά στις κάμερες. Λίγο πριν, ο κ. Κανάς είχε επισκεφθεί το

γραφείο του δικηγόρου του κ. Γιάννη Τζοβάρα, στην οδό Ηπείρου, στον σταθμό της

Βικτώριας, και συνομίλησε μαζί του περίπου για μια ώρα.

Η επόμενη επιχείρηση έγινε έξι ώρες αργότερα στην οδό Δεινοκράτους, στο

Κολωνάκι. Κλιμάκιο της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας πραγματοποίησε έφοδο στο

διαμέρισμα της πρώην συζύγου προσώπου το οποίο επίσης αναφέρεται στα αρχεία

της Στάζι, και συνέλαβαν τον κ. Κώστα Αγαπίου. Στο διαμέρισμα βρισκόταν και

μια φίλη τους, η οποία προσήχθη, αλλά έπειτα από λίγες ώρες αφέθηκε ελεύθερη.

Την ίδια στιγμή, άλλο κλιμάκιο της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας κατευθυνόταν

προς το Περιστέρι. Λίγο μετά τις έξι το πρωί της Κυριακής, αξιωματικοί της

Αντιτρομοκρατικής μπήκαν στο διαμέρισμα της κ. Ειρήνης Αθανασάκη, στην οδό

Ναυπάκτου 65, και τη συνέλαβαν.

Οι τρεις συλληφθέντες μέχρι τις 9.30 το βράδυ εξετάζονταν στα γραφεία της

Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας, στον 12ο όροφο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης

Αττικής (ΓΑΔΑ), όπου τους επισκέφθηκαν οι δικηγόροι τους. Σε δηλώσεις τους

επανέλαβαν ότι οι πελάτες τους δεν αποδέχονται τις κατηγορίες. Στις 9.45 οι

τρεις οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα Εφετών.

Ο Δ. Τσοβόλας

Με αφορμή τον νέο κύκλο συλλήψεων υπόπτων για συμμετοχή στον ΕΛΑ, ο Δημήτρης

Τσοβόλας δήλωσε από τη Θεσσαλονίκη:

«Η προαναγγελία εδώ και αρκετούς μήνες συλλήψεων με υπονοούμενα, που διαρρέουν

από τις διωκτικές αρχές και από τα κυβερνητικά επιτελεία μέσω συγκεκριμένων

δημοσιογράφων και που αφήνουν υπονοούμενα για πρόσωπα χωρίς να έχουν τηρηθεί

οι διαδικασίες που προβλέπονται από το Σύνταγμα και τους νόμους, γελοιοποιεί

απλά την όλη διαδικασία της πάταξης της τρομοκρατίας και δημιουργεί πολλά

ερωτηματικά στον ελληνικό λαό. Δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Οι κυβερνώντες,

αντί να προσπαθούν να εκμεταλλευτούν κομματικά αυτή τη μεγάλη ιστορία της

τρομοκρατίας, θα έπρεπε να είναι πιο σοβαροί και πιο προβληματισμένοι και όχι

να κάνουν επικοινωνιακές πολιτικές».

Πάτμου 84 η 17Ν… Πάτμου 51 ο ΕΛΑ!

Απέναντι από τη γιάφκα της 17Ν στην οδό Πάτμου, στα Κάτω Πατήσια, είχε

ένα από τα οπλοστάσιά του ο ΕΛΑ! Αυτό προέκυψε από κατάθεση που έδωσε

μάρτυρας-«κλειδί», ο οποίος υπέδειξε στην Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία τα σημεία

στα οποία ο ΕΛΑ είχε κατά καιρούς τις γιάφκες με τα εκρηκτικά.

Από την έρευνα της αρμόδιας υπηρεσίας, που έγινε πρόσφατα, διαπιστώθηκε ότι

μέλη της οργάνωσης, τα οποία υπέδειξε ο μάρτυρας, είχαν ενοικιάσει τα

διαμερίσματα. Μάλιστα, έκπληκτοι οι αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής, από την

επιτόπια έρευνα που πραγματοποίησαν, διαπίστωσαν ότι ένας εκ των

κατηγορουμένων είχε ενοικιάσει το απέναντι διαμέρισμα από τη γιάφκα της 17Ν,

στον αριθμό Πάτμου 51! (σ.σ.: η γιάφκα της 17Ν βρισκόταν στο νούμερο 84 της

οδού Πάτμου). Ανάλογη επιβεβαίωση έκαναν οι αξιωματικοί της Αντιτρομοκρατικής

και για άλλες τέσσερις γιάφκες που είχε ο ΕΛΑ σε διάφορα σημεία των Αθηνών.

Ωστόσο, από την έρευνα δεν βρέθηκε, όπως ήταν φυσικό, το παραμικρό στοιχείο,

καθώς μετά τη διακοπή της δράσης του ΕΛΑ, το 1995, τα μέλη της είχαν όλο τον

χρόνο να σβήσουν τα ίχνη τους.