Δύο εικοσιτετράωρα άφησε να περάσουν ο Τζορτζ Μπους για να δώσει την πρώτη

του μετεκλογική συνέντευξη Τύπου. Ήθελε, ίσως, να κατευνάσει έτσι τους φόβους

που ήδη εκφράζουν κάποιοι αναλυτές ότι η ιστορική νίκη των Ρεπουμπλικανών θα

τους αφαιρέσει κάθε ίχνος σεμνότητας.

Η σκυταλοδρομία. Σκίτσο του Πλαντί από την εφημερίδα «Le Monde»

Σε μετριοπαθή και συμφιλιωτικό προς τους Δημοκρατικούς τόνο, όμως, κυμάνθηκαν

και οι χθεσινές δηλώσεις του. Αφού ευχαρίστησε τους Αμερικανούς που ψήφισαν

την Τρίτη στις εκλογές για την ανανέωση του Κογκρέσου, ο Μπους κάλεσε τους

ηγέτες και των δύο κομμάτων να συνεργαστούν: «Έχουμε ευθύνη να προστατεύσουμε

τον αμερικανικό λαό από τις απειλές κάθε είδους», τόνισε. Και επειδή «οι

εκλογές ολοκληρώθηκαν, αλλά η απειλή της τρομοκρατίας είναι ακόμη παρούσα», ο

Αμερικανός πρόεδρος έθεσε ως πρωταρχικό στόχο την έγκριση του νομοσχεδίου που

προβλέπει τη δημιουργία ενός υπερυπουργείου Εσωτερικής Ασφάλειας. Παράλληλα,

δήλωσε «αισιόδοξος» ότι το νέο αναθεωρημένο προσχέδιο απόφασης που κατέθεσαν

οι ΗΠΑ στον ΟΗΕ θα υπερψηφιστεί κατά τη σημερινή συνεδρίαση του Συμβουλίου

Ασφαλείας.

Ο Μπους απέφυγε να πιστώσει στον εαυτό του το εκλογικό αποτέλεσμα – το γεγονός

ότι το κόμμα του απέκτησε τον έλεγχο και των δύο Σωμάτων του Κογκρέσου. «Οι

υποψήφιοι νίκησαν γιατί ήταν καλοί υποψήφιοι», δήλωσε. Έδειξε, ωστόσο, ότι

είναι αποφασισμένος να προωθήσει όλα τα νομοσχέδια που προσέκρουαν, μέχρι

τώρα, στην πλειοψηφία των Δημοκρατικών στη Γερουσία. «Η οικονομία έχει εξέλθει

από την ύφεση. Δεν είμαι όμως ικανοποιημένος. Θα εργασθώ με το νέο Κογκρέσο

ώστε να ψηφιστούν στις αρχές του επόμενου έτους νέα προγράμματα για την

οικονομική ανάπτυξη και την απασχόληση».

Το στρατόπεδο των ηττημένων, πάντως, περιορίζεται προς το παρόν να γλείφει τις

πληγές του. Η απογοήτευση για την ήττα έχει μετατραπεί σε γκρίνια και η βάση

του Δημοκρατικού Κόμματος απαιτεί πλέον ανοιχτά αλλαγές στην κορυφή για την

αποτυχία της να προσφέρει στους ψηφοφόρους, στη διάρκεια της προεκλογικής

εκστρατείας, μια καθαρή εναλλακτική λύση έναντι της κυβερνητικής πολιτικής.

Τα πυρά

Ο Ρίτσαρντ Γκέπχαρντ ανακοίνωσε ήδη πως δεν πρόκειται να διεκδικήσει την

επόμενη εβδομάδα την επανεκλογή του στην ηγεσία των Δημοκρατικών στη Βουλή των

Αντιπροσώπων. Και μπορεί οι σύμβουλοί του να υποστήριξαν πως εγκαταλείπει τη

θέση αυτή προκειμένου να προετοιμαστεί για τις προεδρικές εκλογές του 2004,

γεγονός όμως είναι πως ο Γκέπχαρντ δέχθηκε πολλά πυρά εκ των έσω για τη

«χλιαρή» στρατηγική που υιοθέτησε προεκλογικά. Το αξίωμα που κατείχε τα

τελευταία 13 χρόνια αναμένεται να διεκδικήσουν τώρα ο Μάρτιν Φροστ από το

Τέξας, ο οποίος εκπροσωπεί τη «συντηρητική» πτέρυγα του κόμματος, και η

θεωρούμενη ως περισσότερο φιλελεύθερη Νάνσι Πελόζι, από την Καλιφόρνια,

ενδεχόμενο που απειλεί να πυροδοτήσει (ακόμη εντονότερες) εσωτερικές έριδες.

Ο έτερος ηγέτης των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο, και συγκεκριμένα στη Γερουσία,

ο Τομ Ντασλ, δεν αναμένεται να ακολουθήσει το παράδειγμα του Γκέπχαρντ. «Δεν

θα παραιτηθούμε μόνο και μόνο επειδή χάσαμε. Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε

για τα πιστεύω μας», δήλωσε. Αναγνώρισε ωστόσο ότι φέρει μέρος της ευθύνης.

«Δεν μπορώ να αψηφήσω την πραγματικότητα. Δεν μπορώ να φυγοπονήσω».

Αλώβητος ο Γκορ

Το μοναδικό, ίσως, από τα ανώτερα στελέχη των Δημοκρατικών που βγήκε από τις

εκλογές της Τρίτης (σχετικά) αλώβητο, είναι ο πρώην αντιπρόεδρος της

κυβέρνησης Αλ Γκορ. Κι αυτό, εξαιτίας της περισσότερο επιθετικής στάσης που

υιοθέτησε κατά την προεκλογική εκστρατεία έναντι της κυβερνητικής οικονομικής

πολιτικής. «Οι Δημοκρατικοί δεν πρέπει να παραγνωρίσουν το μέγεθος αυτής της

ήττας, πρέπει να υπάρξει ριζική αναδιοργάνωση», δήλωσε. Αν επιλέξει να

διεκδικήσει και πάλι την προεδρία το 2004, μοιάζει, σήμερα τουλάχιστον, ο

επικρατέστερος υποψήφιος για το χρίσμα των Δημοκρατικών.