Οι δημοτικές και νομαρχιακές εκλογές δεν ανέδειξαν μεγάλες ανακατατάξεις σε

επίπεδο αυτοδιοικητικών ή κομματικών συσχετισμών. Όμως, ακριβώς γι’ αυτό –

πέραν της σαφούς ενίσχυσης των αυτοδιοικητικών χαρακτηριστικών – το

σημαντικότερο των μηνυμάτων είναι πως οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα είναι

– στην κυριολεξία – ντέρμπι.

Από εκεί και πέρα τα μηνύματα είναι πολλά, όπως και οι αποδέκτες:

1. Η Νέα Δημοκρατία επλήγη καίρια όσον αφορά την εικόνα των ικανοτήτων

της ηγεσίας της και, συνακόλουθα, των κυβερνητικών της δυνατοτήτων. Κατόρθωσε

με μοναδικό τρόπο – που πρέπει στο εξής να διδάσκεται στα Πανεπιστήμια όλου

του κόσμου – να χάσει, παρότι κέρδισε κάποιους πόντους σε σχέση με το ’98. Και

το συμπέρασμα αυτό εξάγεται αβίαστα από την κατάρρευση της κεντρικής επιλογής

της να υπερκομματικοποιήσει τις εκλογές με το «στείλτε μήνυμα», το οποίο

εκβίαζε – ουσιαστικά – την πτώση της κυβέρνησης. Η κεντρική αυτή επιλογή

συνόδευσε την αυτοχειριαστική της σύλληψη για την Υπερνομαρχία

Αθηνών – Πειραιώς και υλοποιήθηκε με μια «αναλφάβητη» επικοινωνιακή

στρατηγική.

Επιπλέον, κατόρθωσε – ελέω βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων επιλογών – να

βάλει ένα αγκάθι στο πλευρό της ή έστω έναν μόνιμο «στρεσογόνο» παράγοντα,

αυτόν της ακροδεξιάς.

Το βασικό, ως προς αυτό, δεν ήταν η συναλλαγή της Ν.Δ. με την ακροδεξιά που

«ξεπάτωσε» επικοινωνιακά το ΠΑΣΟΚ. Το βασικό είναι πως η Ν.Δ., η οποία

συγκροτείται από δύο, κατά βάση, ρεύματα – το συντηρητικό-φιλελεύθερο κι αυτό

της λεγόμενης λαϊκής Δεξιάς που συγγενεύει με την ακροδεξιά – δεν έχει

επιλέξει ούτε έχει βρει τη σύνθεση ανάμεσα στα δύο. Αυτό πλήρωσε. Για

παράδειγμα, η νομαρχιακή τριπλέτα Τζαννετάκος, Ψωμιάδης, Ζουράρις υποδήλωνε

ένα κόμμα αλαλούμ. Ένα κόμμα που πιστεύει πως χωρίς να κάνει επιλογές, χωρίς

πολιτική και πρόγραμμα, απλά με αντικυβερνητική ρητορεία που φτάνει ώς τις

ύβρεις, θα κερδίσει τις προσεχείς εκλογές. Η στρατηγική αυτή κατέρρευσε και αν

δεν πληρωθεί συνεκτικά το κενό θα κοστίσει ακριβά στο μέλλον.

2. Το ΠΑΣΟΚ κατόρθωσε να έχει αποτελέσματα που την περασμένη άνοιξη δεν

βρίσκονταν ούτε στα όνειρα του πιο αισιόδοξου στελέχους του. Όμως, αυτό δεν

σημαίνει πως δεν έλαβε ποικίλα – και ορισμένα ηχηρά – μηνύματα.

Ως εκ τούτου, οι επιλογές προσώπων πρέπει να απεξαρτηθούν από τις δουλείες –

συλλογικών ή ατομικών – μηχανισμών και, επίσης, να πάψουν να γίνονται με

εντελώς βραχυπρόθεσμους ορίζοντες (π.χ. πολυσχιδής ακύρωση Βούγια).

Η μεταρρυθμιστική ορμή και ειλικρίνεια πρέπει να επανέλθει στο επίκεντρο της

κυβερνητικής πολιτικής. Αποδείχθηκε, για παράδειγμα, ότι το «αγροτικό» δεν

είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί με μισόλογα, υποσχέσεις «εκ γεννετής»

ανεκπλήρωτες ή και πισωγυρίσματα.

Τα σύγχρονα «ιδεολογικά μέτωπα» πρέπει να ανακαλυφθούν εκ νέου, ώστε, για

παράδειγμα, να μην εγκαταλείπονται οι πολίτες της Θεσσαλονίκης στη

διαβουκόληση από ακρο-παλαιο-δεξιές ρητορείες, ελέω κ. Παπαθεμελή, εθνοπρεπών

βουλευτικών ρητορισμών και παραθρησκευτικών ψηφοσυλλεκτικών μηχανισμών.

Η Κεντροαριστερά και ως επακόλουθο καλών αυτοδιοικητικών αποτελεσμάτων πρέπει

να πάρει, επιτέλους, σάρκα και οστά όσο «στη βράση κολλάει το σίδερο».

3. Ο ΣΥΝ δεν πήγε άσχημα ακολουθώντας ευέλικτη τακτική. Όμως οι

αυτοδιοικητικές εκλογές δεν έλυσαν την κρίση στρατηγικής και φυσιογνωμίας που

τον διαπερνά. Στην επισήμανση αυτή αξίζει να συνυπολογισθούν τόσο η καλή

απήχηση που είχαν – στην πλειοψηφία τους – οι κοινοί συνδυασμοί του με το

ΠΑΣΟΚ όσο και η συμπεριφορά των ψηφοφόρων του στον δεύτερο γύρο που ήταν

πλειοψηφικά θετική προς τους συνδυασμούς του ΠΑΣΟΚ, παρότι η ηγεσία του

παραιτούμενη από τον ρόλο του κόμματος γενικολογούσε αφηρημένα.

Ως εκ τούτου αν δεν βρεθούν τρόποι να συγκροτηθεί η Κεντροαριστερά με τη

συμμετοχή του ΣΥΝ πριν από τις εκλογές, η προαναφερθείσα κρίση ενδέχεται τότε

να έχει ολέθριες συνέπειες.

4. Το ΚΚΕ αποτελεί τον καθαρά ηττημένο των αυτοδιοικητικών εκλογών, με

τρόπο μάλιστα που εγείρει μείζονα ερωτήματα για το μέλλον του.

Το μέτωπο με το ΔΗΚΚΙ υπήρξε παταγώδης αποτυχία, αφού στη συντριπτική τους

πλειοψηφία οι συνδυασμοί του βρίσκονται κάτω από το άθροισμα ακόμα και των

βουλευτικών ποσοστών. Η παγκόσμια πρωτότυπη στάση του στον δεύτερο γύρο έδειξε

πως δεν ακολουθείται από μέρος των ψηφοφόρων του που προσανατολίζεται στους

συνδυασμούς του ΠΑΣΟΚ, ενώ ένα άλλο, δέσμιο της τυφλά αντιπασοκικής στάσης,

στρέφεται προς τους δεξιούς συνδυασμούς – και δεν αναφερόμαστε στις

περιπτώσεις ανοιχτής συναλλαγής. Το τμήμα αυτό αποτελεί «μαγιά» – α λα Λεπέν –

για ένα πιθανό νεοδεξιό μόρφωμα.

Ο Θανάσης Γεωργακόπουλος είναι δημοσιογράφος και μέλος της Γραμματείας

της Α.Ε.Κ. της Αριστεράς.