«Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει» και συνεπώς δεν παρέχει θέαμα. Όλα τα κακώς

κείμενα στον χώρο του θεάματος αποδίδονταν – όχι άδικα – και εξακολουθούν να

αποδίδονται στα περιορισμένα οικονομικά μέσα, που διατίθενται. Παραγωγές

προσωπικές, με σκηνικά παραγκούπολης. Προσπάθεια διεξόδου μιας έκφρασης που

πνίγεται, εν τέλει, στη βαριά ατμόσφαιρα μιας μη κλιματιζόμενης αίθουσας.

Περιορισμένοι οι δέκτες, δεν αρκούν όχι απλώς να στηρίξουν τις προσπάθειες,

αλλά ούτε καν να τις συντηρήσουν για μία μόνο σεζόν. Πόσο μάλλον να τις

ενισχύσουν και να τις παροτρύνουν. Περιορισμένη και η αγορά. Φαύλος κύκλος. Το

θέαμα, το ξεχωριστό, το εμπνευσμένο, εκείνο που παρακαλάς να μην τελειώσει,

εκείνο που μαγεύει τις αισθήσεις σου, εκείνο που σε κάνει να αποδράσεις από

την γκρίζα πόλη, το ημίφως των δρόμων, τις κακόγουστες αφίσες, τα φθαρμένα

παγκάκια, τα ημιθανή φυτά, τους κακόγουστους κάδους και την παράφωνη βοή των

αυτοκινήτων, τα στριγκλίσματα των φρένων, πώς να το κάνουμε; Κοστίζει. Και

κοστίζει αρκετά. Όσα εισιτήρια κι αν κόψει, το ταμείο δεν μπορεί να καλύψει

την παραγωγή. Είναι σταθμός κάθε τέτοια παράσταση. Λίγες μέσα στον χρόνο.

Μοναδικές. Και αλησμόνητες. Όπως και η «Μυθωδία», και τόσες άλλες που

ακολούθησαν. Μελανό σημείο η γκρίνια για τα χρήματα. Βυθισμένοι στη μιζέρια,

ξεχνάμε ακόμη και την απλή αριθμητική. Πρόσθεση, πολλαπλασιασμό, διαίρεση,

αφαίρεση. Αποτέλεσμα: Μείον. Αν δεν καλυφθεί, δεν θα βαρύνει, απλώς, την

παραγωγή, αλλά ολόκληρο τον πολιτισμό μας.