Η εκλογική διείσδυση της άκρας δεξιάς στο εσωτερικό της εργατικής τάξης, των

ανέργων και, γενικότερα, του νέου πληβειακού χώρου που διαμορφώνει ο σύγχρονος

καπιταλισμός, καταγράφηκε σε πολλές από τις πρόσφατες εκλογικές αναμετρήσεις

στην Ευρώπη. Η στροφή ενός σημαντικού τμήματος της εργατικής τάξης και των

λαϊκών τάξεων στην άκρα δεξιά είναι μια ιδιότυπη και απροσδόκητη μορφή ταξικής

έκφρασης, μια ποιοτική μεταλλαγή που δεν εξασθενίζει αλλά ενισχύει το ταξικό

περιεχόμενο της πολιτικής. Ποιοτική μεταλλαγή που συγχρόνως θέτει σε δοκιμασία

τις βεβαιότητές μας για τη σχέση τάξεων και εκλογικής επιλογής.

Η περίπτωση της Γαλλίας είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα για την ανάλυση της

ταξικής ψήφου των εργατών. Στη χώρα αυτή, οι εργάτες που ψηφίζουν Le Pen δεν

αποτελούν – ήδη από το 1995 – ένα «περιθωριακό» τμήμα της εργατικής τάξης αλλά

είναι εκείνοι που συγκροτούν το πιο κεντρικό και «εργατικό» κομμάτι της

(παράδειγμα: εργάτες που όχι απλώς είναι οι ίδιοι εργάτες αλλά έχουν και

πατέρα εργάτη και σύζυγο εργάτρια, και, συχνά, ζουν σε εργατικές γειτονιές).

Με δεδομένη τη διείσδυση της άκρας δεξιάς στην καρδιά των λαϊκών τάξεων,

νομιμοποιούμαστε να αντιμετωπίσουμε την ψήφο των εργατών υπέρ του Le Pen σαν

έκφραση παρακμής της ταξικής ψήφου; Ή, πρέπει, αντιθέτως, να την θεωρήσουμε ως

μια νέα – εντυπωσιακή και πρωτότυπη – μορφή ταξικής ψήφου, ως

μια οιονεί ανεστραμμένη ταξική ψήφο;

Αν μια εργατική δεξιά ψήφος υπήρχε ανέκαθεν, η σημερινή υποστήριξη των εργατών

στην άκρα δεξιά είναι πιθανότατα ένα σήμα που προαναγγέλλει ένα σπάνιο

φαινόμενο στα εκλογικά χρονικά: Αυτό μιας δεξιάς εργατικής ψήφου, η

οποία δεν είναι μια «αποκλίνουσα» – δηλαδή μη ταξική – ψήφος (= οι εργάτες

ψηφίζουν δεξιά παρά το γεγονός ότι είναι εργάτες), αλλά μια σαφώς ταξική

ψήφος (= οι εργάτες ψηφίζουν δεξιά ακριβώς γιατί είναι εργάτες). Αν είναι

έτσι, η λαϊκή-εργατική ψήφος στη νέα άκρα δεξιά δεν αποτελεί μια επιπλέον

εκδήλωση της κρίσης του ταξικού μοντέλου της πολιτικής, αλλά μια εξαιρετικά

ιδιόμορφη επιβεβαίωση της ζωτικότητας του. Οι λαϊκές τάξεις, μέσω της ψήφου

στην ακροδεξιά, δήλωσαν σαφώς: είμαστε εδώ!

Ωστόσο, αυτή η μορφή ταξικής ψήφου δεν είναι χωρίς αντιφάσεις. Είναι μια

ταξική ψήφος που δεν λέει το όνομά της, δεν στηρίζεται σε μια ταξική

ιδεολογία(όπως η εργατική ψήφος προς την Αριστερά), είναι μια ψήφος σιωπηρή,

σχεδόν βουβή, χωρίς κόκκινες (ή μαύρες) σημαίες, χωρίς ταξικές ρητορείες,

συνεπώς, δεν είναι αντιληπτή ως ταξική. Αυτό την καθιστά αμφιλεγόμενη και

εύθραυστη, διότι η ταξική ψήφος γίνεται ταξική μόνον ως προϊόν ανοικτής

ιδεολογικής πάλης (πάνω στο τι είναι «ταξικό» και τι όχι) και μόνο διότι

αναγνωρίζεται ρητά ως στοιχείο μιας συνολικής κοινωνικής-ταξικής ταυτότητας.

Στην ουσία, στις τελευταίες εκλογές, τα εργατικά στρώματα, μέσω της ψήφου στην

ακροδεξιά, δήλωσαν εμμέσως: είμαστε παρόντα, είμαστε εδώ! Δεν δήλωσαν όμως

ανοικτά και εμφατικά, τουλάχιστον δεν το δήλωσαν ακόμη, «είμαστε εδώ γιατί

είμαστε εργάτες, είμαστε εδώ γιατί σκεπτόμαστε σαν εργάτες». Αυτή η τελευταία

δήλωση, που στο παρελθόν είχε γίνει και είχε ιστορικό παραλήπτη την Αριστερά,

δεν προκύπτει από τα πρόσφατα εκλογικά δεδομένα. Έτσι, το φαινόμενο της

ανεστραμμένης ταξικής ψήφου παίρνει τη μορφή της ευμενούς ταξικής

διαθεσιμότητας προς την άκρα δεξιά, όχι τη μορφή της ταύτισης με ένα

(ανύπαρκτο) ακροδεξιό ταξικό σχέδιο ή πρόταγμα.

Η άκρα δεξιά, μιλώντας στο όνομα των «απλών ανθρώπων», στο όνομα εκείνων που

δεν έχουν ισχύ, στο όνομα του «λαού», ασκώντας βίαιη κριτική στις «ελίτ», στο

establishment, στους «λίγους ισχυρούς», οικειοποιείται έναν λόγο που η επίσημη

Αριστερά έχει σχεδόν εγκαταλείψει. Η «ανεστραμμένη ταξική ψήφος» είναι το

αποτέλεσμα του ιδιότυπου εξισωτικού κλίματος που δημιουργεί ο «λαϊκός» λόγος

της άκρας δεξιάς (αλλά και της κατάρρευσης του εξισωτικού σχεδίου της

Αριστεράς). Ωστόσο, η άκρα δεξιά συγκροτεί κυρίως τον λόγο της στη βάση της

διαίρεσης «το έθνος ενάντια στους ξένους», και όχι στη βάση ταξικών

διαχωριστικών γραμμών. Έτσι, την ώρα που προκαλεί – και επωφελείται από – αυτή

την ταξική διαθεσιμότητα, την ίδια ώρα την υποσκάπτει και την υπονομεύει. Την

ώρα που απευθύνεται στους «απλούς ανθρώπους», την ίδια ώρα στρέφεται εναντίον

των «απλών ανθρώπων» (των ξένων). Η άκρα δεξιά διαιρεί τον λαϊκό χώρο που

επιχειρεί να ενοποιήσει και να εκφράσει. Ο «λαϊκός» της λόγος στερείται

ιδεολογικού αρμού και ιδεολογικής συνοχής. Ωστόσο, η άκρα δεξιά γνωρίζει πως

οι λαϊκές τάξεις υπάρχουν. Κάτι που «ξέχασαν» οι τεχνοκρατικές ελίτ της

επίσημης Δεξιάς και Αριστεράς, ελίτ που έχουν απολέσει την αίσθηση της

αλληλεγγύης με «τους κάτω». Και μαζί της, έχουν ίσως απολέσει την αίσθηση της

ιστορίας.

Ο Γεράσιμος Μοσχονάς είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής

Επιστήμης και Ιστορίας, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο