«Καλημέρα. Δεν μου λες, είσαι κλώνος ή μόνος;». Ήταν πριν από τρία – τέσσερα

χρόνια, τη χρονιά της Ντόλι, της προβατίνας-κλώνου, που ένα κορίτσι

δεκαεξάχρονο έστησε στη Βουλή των Εφήβων έναν φανταστικό διάλογο ανάμεσα σε

νεαρούς της ηλικίας της στο μέλλον. Μια συνταρακτική ολιγόλεπτη ομιλία που

ακούστηκε στην Ολομέλεια της Βουλής των δεκαεξάρηδων. Και κανένα έντυπο, καμία

τηλεόραση δεν την παρουσίασε, έστω και αποσπασματικά, για να δουν μερικοί πως

τα παιδιά δεν μιμούνται – όπως τα κατηγορούν – τη γλώσσα των μεγάλων και πως

έχουν ενημέρωση και αγωνία για προβλήματα σοβαρά του καιρού μας.

Μου το θύμισε τώρα η επαναφορά του θέματος στη δημοσιότητα. Η είδηση πως τα

πειράματα για την παραγωγή ανθρώπινων κλώνων συνεχίζονται ξύπνησε πάλι τον

φόβο να γίνει μία μέρα η ανθρωπότητα μία τεράστια σύνθεση κλώνων. Χωρίς άτομα.

Χωρίς τη μοναδικότητα κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. «Ανθρωπότητα» με

ανθρώπους-κόπιες ή με ανθρώπους-μοντέλα του ενός ή του άλλου DNA, με

επιλεγμένα κύτταρα.

Δεν είναι μόνον που η βιοηθική επαναστατεί μπροστά στην κατασκευή

τυποποιημένων ανθρώπων. Είναι και η βάσιμη αγωνία ότι με αφροσύνη οδεύουμε

στην κατάργηση του ατόμου με τα ξεχωριστά – αποκλειστικά δικά του –

χαρακτηριστικά και στη δημιουργία του ανθρώπου-ρεπλίκα που η εξέλιξή του

μπορεί να προκαθοριστεί.

Η προφητική κινηματογραφική ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ «Μπλέιντ Ράνερ» πάει να

γίνει εφιαλτική πραγματικότητα. Αλλά η ύβρις τιμωρείται. Πληρώνεται. Και τούτη

εδώ, αν δε χτυπηθεί τώρα, θα πληρωθεί πολύ ακριβά.