Ο κ. Μητσοτάκης είναι ένας πολύ έμπειρος πολιτικός. Μέχρι σήμερα, και παρά το

προχωρημένο της ηλικίας του, συμπτώματα γεροντικής άνοιας δεν έχει

παρουσιάσει.

Ξέρει, επομένως, πολύ καλά τι κάνει και τι λέει. Άρα, η εξωφρενική δήλωση περί

τρομοκρατίας και ειδικότερα περί 17 Νοέμβρη, που έκανε χθες στο Mega, πρέπει

να αντιμετωπιστεί ως μια πολύ σοβαρή πολιτική πράξη ενός πρώην πρωθυπουργού.

Εάν, λοιπόν, έτσι αντιμετωπιστεί η δήλωση αυτή, τότε ­ για να χρησιμοποιήσω

μια διάσημη φράση ­ δεν συνιστά ένα απλό έγκλημα, αλλά ένα κορυφαίο λάθος κατά

της χώρας και κατά της δημοκρατίας.

1. Ο κ. Μητσοτάκης ούτε λίγο ούτε πολύ δήλωσε ότι η κυβέρνησή του έφτασε πολύ

κοντά στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη και ότι, μάλιστα, είχε φτάσει στο σημείο

να συλλάβει πολλούς. Όμως, η εξάρθρωση δεν ολοκληρώθηκε επειδή έπεσε η

κυβέρνησή του και επειδή από την επόμενη κυβέρνηση απελευθερώθηκαν οι

συλληφθέντες ύποπτοι.

Αυτή η δήλωση γίνεται τη στιγμή που ολόκληρος ο κόσμος ανησυχεί για τις

διαστάσεις που θα λάβουν τα μέτρα κατά της τρομοκρατίας, τα οποία θα πάρουν οι

ΗΠΑ μετά την τραγωδία της Νέας Υόρκης, και ανησυχεί κυρίως για τις

μακροπρόθεσμες επιπτώσεις αυτών των μέτρων στη διεθνή ζωή και κυρίως στη

λειτουργία των ανοικτών δυτικών κοινωνιών.

Αυτή η δήλωση ­ και αυτό είναι το εξωφρενικό ­ γίνεται τη στιγμή που όλοι οι

εχέφρονες Έλληνες προβληματίζονται και ανησυχούν για την έκταση των πιέσεων

που θα ασκηθούν από τις ΗΠΑ εις βάρος της Ελλάδας. Πιέσεων που θα ασκηθούν με

πρόσχημα την Ολυμπιάδα.

Πιέσεων που θα ασκηθούν γιατί, χρόνια τώρα, καλλιεργείται και συντηρείται στις

ΗΠΑ, με βασικό επιχείρημα τη μη σύλληψη της 17 Νοέμβρη, η άποψη ότι η Ελλάδα

είναι μια χώρα που, αν δεν υποθάλπει, τουλάχιστον ανέχεται την τρομοκρατία.

Όταν λοιπόν αυτή τη στιγμή ο κ. Μητσοτάκης, ως πρώην πρωθυπουργός, δηλώνει ότι

συνέλαβε πολλά στελέχη της 17 Νοέμβρη και ότι αυτά τα στελέχη τα απελευθέρωσε

η επόμενη κυβέρνηση, δηλαδή η σημερινή, τι ακριβώς πετυχαίνει;

Είναι πάρα πολύ απλό. Προσφέρει ένα ακλόνητο επιχείρημα σε όσους θέλουν να

επιβάλουν στην Ελλάδα το πιο σκληρό καθεστώς αναστολής των δημοκρατικών

δικαιωμάτων και των δημοκρατικών εγγυήσεων, σε όσους θέλουν να επιβάλουν στην

Ελλάδα την πιο σκληρή επιτήρηση των αμερικανικών υπηρεσιών και την εφαρμογή

των μεθόδων τους.

Έτσι υπονομεύεται ευθέως η δύναμη αντίστασης της χώρας σε αυτές τις πιέσεις.

Έτσι υπονομεύεται η θέση της σημερινής ελληνικής κυβέρνησης. Έτσι

υποδεικνύονται ως υποθάλποντες ή ανεχόμενοι την τρομοκρατία όσοι επιμένουν

στην υπεράσπιση του δημοκρατικού κεκτημένου και θεωρούν ότι ο αναγκαίος

πόλεμος κατά της τρομοκρατίας δεν πρέπει να απειλήσει τον ανοιχτό και

δημοκρατικό χαρακτήρα της κοινωνίας μας.

2. Θεωρώ ότι όλα τα προηγούμενα είναι προφανή και δεν είναι δυνατόν να μην τα

κατανοεί ένας πολιτικός με την εμπειρία του κ. Μητσοτάκη. Γιατί, λοιπόν, αυτή

η κίνηση;

Φοβάμαι ότι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα μας φέρνει αντιμέτωπους με ένα

φαινόμενο που μπορεί να εξελιχθεί σε μεγάλο κίνδυνο.

Αυτή την ώρα της κρίσης, αυτή την ώρα που, όπως ελέχθη, οι ΗΠΑ μετρούν εχθρούς

και φίλους, υπάρχει ο κίνδυνος πάρα πολλοί να μπουν στον πειρασμό να

«διεκδικήσουν δραστήρια» τη φιλία των Αμερικανών. Αδιαφορώντας αν στο όνομα

αυτής της «διεκδίκησης» δημιουργήσουν μεγάλα προβλήματα στη συνολική πολιτική

της χώρας. Και, δυστυχώς, αυτό το φαινόμενο το βλέπουμε έντονα τις τελευταίες

μέρες. Βεβαίως, δεν έχουν όλες οι πράξεις και όλες οι δηλώσεις την ίδια

εμβέλεια. Η δήλωση του κ. Μητσοτάκη έχει ξεχωριστή και ειδική βαρύτητα.

Όπως δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητος και ο ζήλος διαφόρων να εμφανιστούν

από τα τηλεοπτικά παράθυρα ως οι κατήγοροι όλων εκείνων που δήθεν «χάρηκαν»

για το χτύπημα στη Νέα Υόρκη.

Διότι και αυτή η θεωρία, όταν προβάλλεται τόσο έντονα, άλλα συμφέροντα και

άλλους στόχους εξυπηρετεί, όσο και αν κόπτονται όλοι αυτοί ότι αγωνίζονται για

το καλό της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Δυστυχώς, το μόνο τους επίτευγμα

είναι η παραγωγή επιχειρημάτων που θα αξιοποιηθούν από άλλους εις βάρος μας.

Ο Στέργιος Πιτσιόρλας είναι συντονιστής της Πολιτικής Γραμματείας του

Συνασπισμού.