Θυμάστε τον πόλεμο της βιντεοκασέτας; Σύστημα VHS εναντίον συστήματος beta,

διπλές συλλογές στα βιντεοκλάμπ, διπλά ράφια στα καταστήματα. Και όταν ο

πόλεμος τελείωσε, χιλιάδες σπίτια βρέθηκαν με ημιάχρηστα βίντεο του ηττημένου

beta.

Παρόμοιες μάχες είναι συνηθισμένες στα τεχνολογικά προϊόντα. Οι μισές περίπου

πετυχημένες τεχνολογίες έχουν προέλθει από μάχες στην αγορά και μόνον οι μισές

από συμφωνία των παραγωγών. Λαμπρά προϊόντα συμφωνιών είναι τα CD/CD-ROM, τα

DVD, παλιά οι δίσκοι βινυλίου LP, το ραδιόφωνο FM. Λαμπρά παραδείγματα πολέμων

είναι οι βιντεοκασέτες και οι ηχοκασέτες (θυμάστε το 8-track;), τα λειτουργικά

συστήματα υπολογιστών Mac, ΙΒΜ PC, OS/2, τα προγράμματα Word/WordPerfect,

Lotus 1-2-3/Excel.

Οι πόλεμοι όμως, έχουν θύματα. Τόσο στους κατασκευαστές, που επενδύουν

δισεκατομμύρια για κάτι που τελικά χάνεται, όσο και στους καταναλωτές που

μένουν αμανάτι με μηχανές, προγράμματα, εμπειρίες και γνώσεις που τελικά δεν

χρησιμοποιούν. Εύκολα, λοιπόν, μπορεί να θεωρήσουμε ότι θα ήταν καλύτερα για

όλους, παραγωγούς και αγοραστές, να προηγείται συμφωνία πριν λανσαριστεί ένα

σύστημα. Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Πρώτα πρώτα, το κόστος των

επενδύσεων που χρειάζονται για να αναπτυχθούν οι νέες τεχνολογίες εξαιρετικά

υψηλά. Αν όμως ο κατασκευαστής μιας νέας τεχνολογίας μπορεί να υπολογίζει ότι

θα εισπράττει και από τη διάθεση της πατέντας, τότε τα πράγματα γίνονται πολύ

πιο ελκυστικά. Για παράδειγμα οι Sony και Philips, μητέρες του CD, εισέπραξαν

και εισπράττουν μυθικά ποσά από δικαιώματα για κάθε CD Player και δίσκο CD που

πωλείται ανά τον κόσμο. Με αυτά τα χρήματα, κατά τη θεωρία, αποσβένουν το

κόστος της έρευνας και ανάπτυξης, ενώ παράλληλα χρηματοδοτούν νέες έρευνες που

θα οδηγήσουν στις νέες τεχνολογίες. Το σενάριο που έρχεται αυτόματα στο μυαλό

εδώ είναι η κοινή έρευνα και ανάπτυξη από όλους τους κατασκευαστές. Παρόλο που

ανάλογα σενάρια εφαρμόζονται στην ανάπτυξη εξωτικών πανάκριβων νέων

τεχνολογιών, όπως η παραγωγή τσιπ νέας γεωμετρίας, στους περισσότερους

κλάδους, οι επιδιώξεις των κατασκευαστών είναι τόσο διαφορετικές που δεν είναι

εφικτή η συνεργασία.

Το δεύτερο, το γενικό επιχείρημα, είναι η ανάγκη του ανταγωνισμου των

τεχνολογιών που κατά κανόνα οδηγεί σε καλυτερα προϊόντα. Ωστόσο, όταν τα

αποτελέσματα είναι εν πολλοίς παρόμοια, όπως στα beta ή VHS, καταλήγουμε στην

τρίτη αιτία, που είναι η επιδίωξη του κέρδους, υγιής ή αρρωστημένη. Αν μια

εταιρεία έχει ένα προβάδισμα απέναντι στις άλλες, είναι επόμενο να προσπαθήσει

να το μετατρέψει σε οικονομικό όφελος. Αν ταυτόχρονα το ίδιο ισχύει και για

μια άλλη ετιαρεία, καταλήγουμε σε άσκοπο πόλεμο. Παρ’ ολίγον πόλεμο είχαμε με

το DVD, όπου το δίδυμο Sony-Philips ήθελε τον δικό του ψηφιακό βιντεοδίσκο με

όνομα MMCD (που θα τους εξασφάλιζε άλλη μια πηγή δικαιωμάτων). Αυτό δεν άρεσε

σε πολλούς άλλους, που οργανώθηκαν και έφτιαξαν το DVD. Ευτυχώς για μας, οι

κατασκευαστές τα βρήκαν κι έτσι το DVD έγινε το πιο πετυχημένο νέο μέσο στην

ιστορία, επιτυγχάνοντας να βρεθεί στο 10% των αμερικανικών σπιτιών μέσα σε 3

χρόνια (το CD είχε χρειαστεί 7 χρόνια).

Ο τελευταίος πόλεμος, που δυστυχώς δεν αποφεύχθηκε, είναι για τον νέο

πολυκάναλο ηχητικό δίσκο, που θα αντικαταστήσει το CD. Η ομάδα του DVD

προτείνει DVD-Audio, ενώ η δυάδα Sony-Philips προτείνει SACD. Τα SACD έχουν το

πλεονέκτημα ότι παίζονται από τα υπάρχοντα CD-Player (με δύο κανάλια), ενώ τα

DVD-Audio παίζονται από τα DVD-Player (πολυκάναλα). Βεβαίως, το CD-Player

είναι πολύ περισσότερα από τα DVD-Player, αλλά και τα DVD-Player δεν είναι

λίγα και είναι πολυκάναλα. Διαλέξτε. Πριν λοιπόν αρχίσουμε να αγοράζουμε SACD

ή DVD-Audio, θα πρέπει να αποφασίσουμε σε ποιο στρατόπεδο ποντάρουμε και να

πάρουμε το ρίσκο της ήττας. Βεβαίως, αν δεν αισθανόμαστε και πολύ σίγουροι

μπορούμε και να περιμένουμε, τιμωρώντας τους ερίζοντες κατασκευαστές.

Ο Θεόδωρος Σπίνουλας είναι επικεφαλής του Ιντερνετικού Προγράμματος του

Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη και της Πύλης ΙΝ. GR.