Απ’ όπου και αν περάσω, η Αθήνα με πληγώνει ­ και να με συγχωρεί ο ποιητής για

την παράφραση. Με πληγώνουν πρώτα πρώτα τα ξέφτια, οι λακκούβες και οι

ανωμαλίες στα οδοστρώματα, με πληγώνει που δρόμοι στη σειρά ­ αρκεί να κατέβει

κανείς την Ιπποκράτους ­, δεξιά και αριστερά, δεν έχουν ταμπέλες με την

ονομασία τους. Με πληγώνει που μπάζα και πέτρες μένουν για μέρες πεταμένα σε

πεζοδρόμια και ρείθρα. Και μην πει κανείς πως «γίνονται έργα», γιατί αμέσως

μετά το ξήλωμα οι χώροι μπορεί ­ και πρέπει ­ να καθαρίζονται για να γίνει,

όταν τα έργα τελειώσουν, η αποκατάσταση με νέα υλικά. Με πληγώνει το

φρακάρισμα των αυτοκινήτων ­ στην Αρκαδίας των Αμπελοκήπων, λόγου χάριν ­ από

έναν ή δύο ασυνείδητους ­ πιθανώς εναλλασσόμενους ­ που επιμένουν να κλείνουν

ολόκληρους δρόμους, παρκάροντας ­ τάχα προσωρινά ­ διπλοσειρά. Με κάνουν έξω

φρενών οι διαφημιστικές ταμπέλες που τοποθετούνται στα κιγκλιδώματα δρόμων,

συχνά πλαγιαστά σε παράδρομους προαστίων ­ στην Αγία Παρασκευή, λόγου χάριν ­

έτσι που οι δύσμοιροι οδηγοί να μην έχουν ορατότητα σε σημεία επικίνδυνα. Και

τι να τους κάνω τους λερούς σκουπιδοτενεκέδες, όταν τα σκουπίδια ξεχειλίζουν

και σωρεύονται γύρω τους ως βουνά, μέχρι να γίνει η αποκομιδή. Και να μην

ξεχάσω κι εκείνο το θεοβρώμικο σιντριβάνι στη μέση της Πλατείας Κολωνακίου,

απ’ όπου ­ ευτυχώς ­ περνώ πολύ σπάνια, αλλά ­ δυστυχώς ­ πάντα το βλέπω

ακαθάριστο ­ σαν από καταβολής του. Και κάποιος μπορεί να πει «σιγά τον

πολυέλαιο», αν ήταν, όμως, να συνεχίσω απαριθμώντας, θα έφτανα ­ με αγοραία

έκφραση ­ και σ’ αυτόν…