Οι δύο ελληνικές αεροπορικές εταιρείες, που είχαν παραλάβει το ενημερωτικό

δελτίο για την Ο.Α. από τον σύμβουλο ιδιωτικοποίησης, όπως αναφέρουν σε κοινή

ανακοίνωσή τους, αποφάσισαν να μην προχωρήσουν στην κατάθεση πρότασης για την

Ο.Α., θεωρώντας ότι «θα είναι περισσότερο αποδοτική για τους μετόχους τους και

το επιβατικό κοινό» η ανάπτυξη του δικού τους αεροπορικού στόλου και δικτύου.

Επίσης, υποστηρίζουν ότι στην απόφαση αυτή «έπαιξε ρόλο το υψηλό κόστος των

τελών χρήσης του νέου αεροδρομίου των Σπάτων που θα επιβαρύνει σημαντικά τα

αποτελέσματα της Ο.Α.».

Ακόμα, υποστηρίζουν, «ο σημερινός τρόπος λειτουργίας της Ο.Α. έχει

δημιουργήσει συνθήκες που αποτρέπουν τις ιδιωτικές επενδύσεις στον κλάδο και

ταυτόχρονα ζημιώνουν τους Έλληνες φορολογουμένους».

Έπειτα από την εξέλιξη αυτή, στον διαγωνισμό για την Ο.Α. παραμένουν επτά

«μνηστήρες»: η ΑΧΟΝ Airlines, οι Κυπριακές Αερογραμμές, η εταιρεία του

εφοπλιστή Στ. Ρέστη, η KAL Aviation, η ιαπωνική τράπεζα Sanwa, η αμερικανική

αεροπορική τσάρτερ Chrysler Aviation και η αυστραλιανή κοινοπραξία Intergrated

Airline Solutions.

Όπως ανέφεραν χτες κύκλοι της αγοράς των αερομεταφορών, από όλες τις εταιρείες

πιο σοβαρό θεωρείται το ενδιαφέρον που έχουν δείξει για την Ο.Α. οι Κυπριακές

Αερογραμμές και οι κοινοπραξίες των Αυστραλών επενδυτών και της ιαπωνικής

τράπεζας Sanwa.

Όσον αφορά το ενδιαφέρον των εταιρειών Cronus και Aegean, καθώς και άλλων

εταιρειών που πήραν τον ενημερωτικό φάκελο για την Ο.Α., οι ίδιες πηγές

παρατηρούσαν ότι «από την αρχή δεν ήταν ουσιαστικό, δεδομένου ότι οι μέτοχοί

τους δεν θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν μια τόσο μεγάλη επένδυση όπως αυτή

της Ο.Α.».

Όπως χαρακτηριστικά εξηγούσαν, «πέραν του ποσού που θα διατεθεί για την αγορά

πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της Ο.Α., ο επενδυτής που θα αγοράσει την

εταιρεία θα πρέπει να προχωρήσει σε επενδύσεις ύψους τουλάχιστον 200 δισ. δρχ.

μέσα στα ερχόμενα δύο χρόνια» (ανανέωση στόλου αεροσκαφών, αποπληρωμή Airbus

340 και των εγκαταστάσεων στα Σπάτα κ.λπ.).

Πάντως, η κυβέρνηση έχει ήδη αφήσει «ανοιχτό παράθυρο» σε τυχόν νέους

ενδιαφερομένους, οι οποίοι ενδεχομένως θα θελήσουν να μπουν στη διαδικασία από

αύριο.

Ειδικότερα, η διαδικασία των διαπραγματεύσεων που θα εξελιχθούν εντός του

Φεβρουαρίου έχει σχεδιαστεί κατά τρόπον ώστε να επιτρέπει την εκδήλωση και

νέου ενδιαφέροντος (αν υπάρξει περαιτέρω ενδιαφέρον και από άλλους

επιχειρηματικούς ομίλους), το οποίο θα συνδυαστεί με αυτό που ήδη θα υπάρχει.