Το θέμα των ταυτοτήτων ήταν αυτό που απασχολούσε τους τελευταίους έξι μήνες

τον Αρχιεπίσκοπο. Όμως, μετά την ολοκλήρωση της επίσκεψης του Πατριάρχη, οι

σχέσεις με το Φανάρι, αλλά και με ορισμένους μητροπολίτες της Ελλαδικής

Εκκλησίας φαίνεται να προβληματίζουν τον κ. Χριστόδουλο περισσότερο από κάθε

άλλο.

Τα όσα είπαν για την άρση του αυτοκέφαλου ο Μητροπολίτης Κορινθίας κ.

Παντελεήμων αλλά και ο κ. Ιερώνυμος παρουσία του κ. Βαρθολομαίου στη Θήβα,

έχουν προκαλέσει την οργή του Αρχιεπισκόπου, αλλά και της πλειοψηφίας των

μελών της Ιεράς Συνόδου.

Μάλιστα χθες το πρωί και πριν αναχωρήσει ο Οικουμενικός Πατριάρχης για την

Κωνσταντινούπολη, ο κ. Χριστόδουλος εξέφρασε τη δυσφορία του για τις δηλώσεις

των δύο μητροπολιτών, αφήνοντας να εννοηθεί ότι «αυτή τη φορά δεν πρόκειται να

χαριστεί σε κανέναν».

Ο κ. Βαρθολομαίος του εξήγησε ότι δεν ήταν στις προθέσεις του να δημιουργηθεί

θέμα και του συνέστησε «καλύτερη συνεργασία με τους γέροντες».

Ένας από αυτούς είναι βεβαίως και ο Κορίνθου, για τη στάση του οποίου υπάρχει

έντονος προβληματισμός στην Ιεραρχία. Ο Αρχιεπίσκοπος αλλά και πολλοί άλλοι

μητροπολίτες εκτιμούν ότι «βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο για την ισχυροποίηση

του ρόλου του Φαναρίου στην Ελλαδική Εκκλησία».

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν και μετά τις χθεσινές δηλώσεις του κ.

Παντελεήμονα στον ραδιοφωνικό σταθμό Flash. Ο μητροπολίτης τόνισε πως είναι

στα δικαιώματα του Πατριαρχείου η υπαγωγή των Νέων Χωρών στο Φανάρι και πως

για το θέμα θα υπάρχει μελλοντικά αρθρογραφία από την πλευρά του Οικουμενικού

Θρόνου. Οι νέες δηλώσεις προκάλεσαν την έκρηξη πολλών νέων μητροπολιτών, οι

οποίοι βρέθηκαν στο στόχαστρο του Κορίνθου.

«Εμείς δεν έχουμε καμιά πρόθεση να συνδέσουμε την παρουσία του Πατριάρχη με

οτιδήποτε. Όμως πώς μπορεί να ερμηνευθεί η κίνησή του να επισκεφθεί τη Θήβα

και να ανεχθεί μια πολύ κακή για την Εκκλησία της Ελλάδος και την ιεραρχία

συζήτηση. Και μάλιστα όταν οι δύο άνδρες (Θηβών και Βαρθολομαίος) πριν από

λίγες μέρες ήταν μαζί στη Ρουμανία», αναρωτιόταν χθες μητροπολίτης στενός

συνεργάτης του κ. Χριστόδουλου.

Η ανακίνηση του θέματος των Νέων Χωρών και από την πλευρά των Ελλαδιτών

μητροπολιτών σε μια εποχή κρίσιμη για τις σχέσεις Εκκλησίας – Κράτους και μία

ημέρα πριν από τη συνάντηση Σημίτη – Χριστόδουλου ήδη αποτελεί το βασικό θέμα

συζήτησης στην Αρχιεπισκοπή, η οποία ετοιμάζει την αντεπίθεσή της.

Συνεργάτες του Αρχιεπισκόπου αναφέρονταν συχνά σε «προσωπικά θέματα» του

Κορίνθου και τον κατηγορούσαν για εγωισμό και εμπάθεια. «Δεν μπορεί να λέει

ότι «δεν πάω στη Σύνοδο για να μην ψηφίζω τα παιδαρέλια που κάνουν

μητροπολίτες», όταν αυτός ήταν από τους πλέον νέους Ιεράρχες. Επιτέλους, οι

παλιοί καλά θα κάνουν να προσφέρουν με την εμπειρία τους και όχι να

δημιουργούν προβλήματα», είπε στα «ΝΕΑ» ένας εκ των νεοεκλεγέντων

μητροπολιτών, ο οποίος σκέφτεται να εισηγηθεί σκληρή στάση κατά του κ.

Παντελεήμονα αλλά και κατά οποιονδήποτε άλλων οι «οποίοι λειτουργούν από

προσωπικές πικρίες».

Τα όσα υποστήριξαν οι Μητροπολίτες Θηβών και Κορίνθου προκάλεσαν την έντονη

αντίδραση του γραφείου Τύπου της Συνόδου:

«Τα όσα αναφέρθηκαν παρουσία Οικουμενικού Πατριάρχη εις τα όρια της

Μητροπόλεως Θηβών από τον οικείο μητροπολίτη και τον Μητροπολίτη Θηβών,

προκαλούν θλίψη. Ουδείς έχει το δικαίωμα να ομιλεί απαξιωτικά περί της Ιεράς

Συνόδου που είναι το ανώτατο θεσμικό όργανο διαποίμανσης της Εκκλησίας, όπως

επίσης, ουδείς έχει το δικαίωμα να ομιλεί περιφρονητικά για το έργο που αυτή

επιτελεί. Τις όποιες σκέψεις και προτάσεις του ο κάθε ιεράρχης έχει το

δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να τις καταθέτει στα αρμόδια Συνοδικά όργανα,

ο εντός των οποίων ελεύθερος και εποικοδομητικός διάλογος βοηθά να λαμβάνονται

οι ορθές αποφάσεις και όχι μονόλογος μέσω των ΜΜΕ», τονίζεται στη σχετική

ανακοίνωση.

Ενώ σε άλλο σημείο αναφέρεται πως τα θέματα τα οποία ετέθησαν δημοσίως από

τους σεβασμιωτάτους είναι «ανύπαρκτα και προς πρόκληση και μόνο εντυπώσεων».

Όπως έγινε γνωστό χθες το απόγευμα, οι δηλώσεις των δύο μητροπολιτών θα

απασχολήσουν τα εκκλησιαστικά όργανα.

Στο μεταξύ, με συγκρατημένη αισιοδοξία αντιμετώπισαν οι συνεργάτες του κ.

Χριστόδουλου τη διπλή συνάντηση μεταξύ Σημίτη – Χριστόδουλου. Αν και

συμφωνούσαν ότι έσπασε ο πάγος, δεν έδειχναν να περιμένουν κάτι εντυπωσιακό

για το θέμα των ταυτοτήτων.

Ωστόσο άφηναν ανοιχτό το ενδεχόμενο έναρξης διαλόγου για τα άλλα θέματα.

Όπως εκτιμούσαν, το βασικό όφελος των δύο συναντήσεων ήταν ότι οι υπουργοί

Παιδείας κ. Ευθυμίου, ΠΕΧΩΔΕ κ. Λαλιώτης αλλά και η κυρία Ελισάβετ Παπαζώη

βοήθησαν στο να σπάσει ο πάγος μεταξύ Σημίτη – Χριστόδουλου και πως στην

πορεία θα αποδειχθούν «χρήσιμοι φίλοι».

Μάλιστα, ο κ. Ευθυμίου βοήθησε να συζητήσουν έστω και για λίγο Σημίτης –

Χριστόδουλος πριν αρχίσει το δείπνο που παρέθεσε ο Αρχιεπίσκοπος. Ο κ.

Χριστόδουλος κάποια στιγμή ακούστηκε να λέει ότι η κυβέρνηση δεν έχει τίποτε

να χάσει από την Εκκλησία.

Επιμένει για τις ταυτότητες

Αργά χθες το βράδυ, παρά το καλό κλίμα που τείνει να διαμορφωθεί, ο

Αρχιεπίσκοπος μιλώντας στον Άγιο Δημήτριο Αμπελοκήπων κάλεσε τους πιστούς να

υπογράψουν τα δελτία της Συνόδου, με τα οποία ζητείται η διενέργεια

δημοψηφίσματος για την αναγραφή ή όχι του θρησκεύματος στις νέες ταυτότητες.

Πράσινο φως από το Συμβούλιο της Επικρατείας για τις ταυτότητες

Χωρίς νομικά προβλήματα μπορεί να συνεχισθεί από τις αστυνομικές αρχές η

έκδοση των νέων ταυτοτήτων, από τις οποίες έχει, μεταξύ άλλων, αφαιρεθεί και

το θρήσκευμα, καθώς το Συμβούλιο της Επικρατείας απέρριψε χθες τις αιτήσεις

που είχαν υποβληθεί για αναστολή της απόφασης της Αρχής Προστασίας Προσωπικών

Δεδομένων που επέβαλε, ουσιαστικά, την απάλειψη του θρησκεύματος από τα δελτία

ταυτότητας. Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο απέρριψε τις αιτήσεις αναστολής

που είχαν υποβάλει το Ελληνορθόδοξο Κίνημα Σωτηρίας (ΕΛΚΙΣ) και το νεοσύστατο

Ορθόδοξο Κίνημα Συνταγματικής Νομιμότητας, εκπροσωπούμενο από τον δικηγόρο Πρ.

Μιχαηλίδη, κρίνοντας:

­ Στην περίπτωση του ΕΛΚΙΣ, το οποίο είχε πρωτοστατήσει και στις επιθέσεις

κατά του Μίμη Ανδρουλάκη, ότι αβασίμως τίθεται ζήτημα «ανεπανόρθωτης βλάβης»

από την έκδοση των νέων ταυτοτήτων, αφού δεν επιβάλλεται στα μέλη του να

εφοδιασθούν με νέες ταυτότητες.

­ Στην περίπτωση του νεοσύστατου κόμματος, ότι η αίτησή του είναι απαράδεκτη

αφού δεν στοιχειοθετείται άμεσο συμφέρον που να δικαιολογεί την αίτησή του,

ούτε εμποδίζεται η «πραγμάτωση των σκοπών του», όπως ισχυριζόταν. Το ΣτΕ

σημειώνει, μάλιστα, ότι δεν μπορεί στους σκοπούς ενός κόμματος να

περιλαμβάνεται η επιδίωξη εξαφάνισης, μέσω δικαστικών αποφάσεων, των πράξεων

που είναι αντίθετες προς τις πολιτικές ιδέες του και το πρόγραμμά του.