Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να μεταφέρεις στο χαρτί μιαν εικόνα. Μια φωτογραφία

θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει ένα μικρό έργο τέχνης καταγραφής της

συγκεκριμένης στιγμής που το ματάκι άνοιξε και γέμισε με χρώματα το φιλμ. Το

κάδρο όμως είναι συγκεκριμένο και το θέμα πιθανώς απομονωμένο από τον

περιβάλλοντα χώρο. Ένα κείμενο θα μπορούσε να είναι απλά περιγραφικό, ή

ποιητικό, γεμάτο συναισθήματα, απόλυτα προσωπικό, αλλά την ίδια στιγμή ίσως

απέχει πολύ από την αλήθεια. Η αποτύπωση στο χαρτί, μ’ όποιον τρόπο κι αν

γίνει, παρουσιάζει τη δική της αλήθεια. Το γοητευτικό στην όλη ιστορία είναι

ότι η αλήθεια αυτή έχει προσωπικότητα και στυλ.

Μια «σκηνή» αποτέλεσε το έναυσμα γι’ αυτόν τον πρόλογο και θα προσπαθήσω να

σας την περιγράψω με λέξεις! Είναι σούρουπο και βρίσκομαι χωμένος σε ένα

φαράγγι της Κρήτης και απέναντί μου έχω ένα απίστευτο εγκαταλελειμμένο

μοναστήρι με ιστορία που μετριέται σε αιώνες. Στον ίδιο χώρο τριγυρνάει και

ένας καλός επαγγελματίας φωτογράφος, ο Βαγγέλης, που με τον ίδιο τρόπο που

ρουφάω εγώ εικόνες, εκείνος τις καταγράφει σε φιλμ. Επικρατεί απόλυτη ησυχία

και ο μοναδικός ήχος που ακούγεται είναι το «κλικ» της φωτογραφικής μηχανής

και το αυτόματο μάζεμα του φιλμ στην επόμενη στάση. Περιφέρομαι από το

καμπαναριό, στα κελιά, κατεβαίνω στη βάση του πέτρινου γεφυριού, επισκέπτομαι

το ηγουμενείο και τις θολωτές στενές τραπεζαρίες… το ίδιο κάνει και ο

φωτογράφος… κλικ-κλικ-κλικ. Κάποια στιγμή απέναντι από τον ναό που δένει με

τον απόκρημνο βράχο έχω βγάλει το σημειωματάριο και κάτι σκαλίζω με το στυλό.

Σχεδόν αθόρυβα έρχεται δίπλα μου ο Βαγγέλης και στήνει το τρίποδο με τη

μηχανή. Ύστερα από κάμποση ώρα και αφού έχει φτιάξει το κάδρο του, με

προσκαλεί να το δω και εγώ μέσα από τη διόπτρα. Το ίδιο πράγμα που γράφω εγώ

στο σημειωματάριο έχει κάνει και αυτός με έναν ευρυγώνιο φακό. Τον κοιτάω και

χαμογελάω… για τα επόμενα δέκα λεπτά επικρατεί απόλυτη ησυχία. Ίδια στιγμή,

ίδιο θέμα, διαφορετικά μέσα, διαφορετικοί άνθρωποι και όμως ίδια καταγραφή,

ίδιο συναίσθημα. Μοναδικά προσωπική η προσέγγιση του φωτογράφου, επίσης

προσωπικό και το κείμενο… όλα φαίνεται να μπλέκονται γλυκά και όμως η

αλήθεια του μοναστηριού είναι μία, ουσιαστική και κοινή για τη συγκεκριμένη

χρονική στιγμή.

Έτσι φαίνεται να είναι και ολόκληρη Κρήτη με τα θέματα που προσφέρει σε

κειμενογράφους, φωτογράφους ή εικονολήπτες. Είναι τόσο ακέραια και σαφής η

αίσθηση που δεν αφήνει περιθώρια να παρεκκλίνεις από την αλήθεια. Χρειάζεται

όμως αρκετός χρόνος για να μπορέσεις να μπεις στην ουσία, να καταλάβεις την

αξία του τοπίου που δένει τους Κρητικούς με τα έργα τους και να πάψεις να το

κατακερματίζεις σε αξιοθέατα. Για εμένα προσωπικά η Κρήτη πλέον φαίνεται σαν

ένας ενιαίος χώρος, στον οποίο πραγματοποιώ μικρές ή μεγάλες στάσεις σε κάποια

σημεία που έχουν να πουν κάτι παραπάνω. Το σύνολο, πάντως, είναι εκείνο που

μετράει περισσότερο… και αυτό δεν περιγράφεται! Έπρεπε να περάσει αρκετός

καιρός για να αξιωθώ να κάνω μια βόλτα μέχρι το Ακρωτήρι. Βλέπετε είτε γιατί

εκεί βρίσκεται το αεροδρόμιο των Χανίων, είτε γιατί εξακολουθεί να αποτελεί

σημείο στρατηγικής σημασίας, είτε γιατί είναι τόσο κοντά στην πόλη ώστε να το

αναβάλλεις συνεχώς κάνοντας άλλες μακρινές βόλτες, η μικρή χερσόνησος

ανατολικά των Χανίων μου ήταν άγνωστη. Το όνομα του Ακρωτηρίου από την

αρχαιότητα ήταν «Κύαμος», που σημαίνει κουκί. Από τα πολύ παλιά χρόνια μέχρι

σήμερα οι κάτοικοι της περιοχής καλλιεργούν κουκιά και τους αρέσουν πολύ. Όταν

είναι νωπά (άμεστα) τα κάνουν τηγανητά, ενώ όταν μεστώσουν τα βράζουν, τα

μαγειρεύουν. Η επόμενη ονομασία που απαντάται σε παλαιούς ναυτικούς χάρτες

είναι «Μελέχας». Την έδωσαν οι Άραβες που κατέλαβαν το νησί το 824 μ.Χ. και η

λέξη προέρχεται από το αραβικό Μελίκ που σημαίνει βασιλιάς.

Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Ερημίτη

Ξεκινώντας από τα Χανιά προς αεροδρόμιο οι αρχικές εικόνες από τη χερσόνησο

του Ακρωτηρίου δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Χρειάζεται να περάσει

κανείς τα Κουνουπιδιανά, την έρημη αυτή την εποχή παραλία του Καλαθά (με τις

ομπρέλες και τις ξαπλώστρες να αντιστέκονται ακόμα στο κύμα) και να φθάσει

στον Σταυρό. Αν και ετούτος ο οικισμός είναι άναρχα δομημένος και τα

περισσότερα σπίτια του είναι νεόκτιστα αμφίβολης αισθητικής, εν τούτοις η

τοποθεσία είναι εξαιρετική. Το φθινόπωρο και τον χειμώνα η θάλασσα αγριεύει

και πέφτει με ορμή επάνω στα βράχια, τα οποία σχηματίζουν σε σημεία έναν

φυσικό κυματοθραύστη, ενώ στις έρημες παραλίες η αφρισμένη δύναμή της

καταλαγιάζει. Στο ύψωμα στα ανατολικά του οικισμού ο αέρας λυσσομανάει και στη

σπηλιά που διακρίνεται εκεί ψηλά λένε πως γυρίστηκαν σκηνές από την ταινία

«Ζορμπάς». Μια ψαράδικη ξύλινη παράγκα προσφέρει εξαίσια αίσθηση καθώς κοιτά

κανείς τη θάλασσα, ενώ παρατηρώντας πιο προσεκτικά τα βράχια από τη μεριά της

γλίστρας (εκεί που ρίχνουν στο νερό τις βάρκες) θα δει πως τους λείπουν

ολόκληρα κομμάτια και μάλιστα τετραγωνισμένα. Ρωτώντας έμαθα πως από αυτό το

σημείο πήραν τους ογκόλιθους από τους οποίους είναι κατασκευασμένος ο

επιβλητικός φάρος του λιμανιού των Χανίων!

Σαν πρώτη εικόνα επαφής με το Ακρωτήρι Χανίων και τη θάλασσα που το

περιβάλλει, ο Σταυρός είναι ό,τι χρειάζεται. Οι επόμενες (εικόνες) αφορούν

τρία ονομαστά μοναστήρια που δένονται μεταξύ τους ιστορικά. Η εμπειρία της

επίσκεψης ­ χωρίς υπερβολές ­ είναι συγκλονιστική. Επιστρέφοντας από τον

Σταυρό στα Χωραφάκια ακολουθούμε τις ταμπέλες για το μοναστήρι της Αγίας

Τριάδας των Τζαγκαρόλων και ύστερα από λίγα χιλιόμετρα ο χρόνος γυρίζει

μερικούς αιώνες πίσω. Ο ευθυτενής δρόμος που οριοθετείται από πέτρινους

τοίχους και κυπαρίσσια εκατέρωθεν, αφήνει μεγάλες εκτάσεις με αμπέλια και

ελιές γύρω του και οδηγεί στη μεγαλόπρεπη σταυροπηγιακή μονή που μοιάζει με

φρούριο. Ένα χρώμα κυριαρχεί εδώ, η ώχρα και στο διάζωμα της εισόδου τα

γράμματα έχουν ως εξής: Β (Βάθος) Γ (Γνώσεως) Υ (Ύψιστος), Θ (Θεός) Τ

(Τρισυπόστατος) Π (Παντοκράτωρ). Στη μέση της μονής υψώνεται με εντυπωσιακή

πρόσοψη και διπλές κολόνες ιωνικού και κορινθιακού ρυθμού, ο σταυρόσχημος ναός

της Αγίας Τριάδος, ενώ τα δύο παρεκκλήσια δίπλα είναι αφιερωμένα στη Ζωοδόχο

Πηγή και στον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο.

Μεγάλο ενδιαφέρον έχει η ιστορία ίδρυσης της μονής όπως την αναφέρει ο Εμμ.

Παπαδάκης στα Κρητικά Χρονικά (σ.σ.: αναφέρω την παραπάνω πηγή διότι υπάρχουν

και άλλες εκδοχές). Δύο μοναχοί, ο Λαυρέντιος και ο Ιερεμίας, που κατήγοντο

από τη βενετσιάνικη οικογένεια των Τζαγκαρόλων, μόναζαν στον Άη Γιάννη τον

Ερημίτη, αλλά επειδή όταν ιερουργούσαν μνημόνευαν τους γονείς τους, που ήταν

καθολικοί, οι πατέρες της μονής «σκανδαλίζονταν». Αποφάσισαν τότε να φύγουν

για να ιδρύσουν ένα δικό τους μοναστήρι! Φθάνοντας στη σημερινή θέση της μονής

Αγ. Τριάδος βρήκαν τον ιερομόναχο Ιωσήφ και το ναΰδριο των Αγ. Αποστόλων.

Εκδήλωσαν την επιθυμία τους στον Ιωσήφ να φτιάξουν ένα μεγάλο μοναστήρι

(κατήγοντο άλλωστε από πολύ πλούσια οικογένεια) και εκείνος με τη σειρά του

έπεισε τον ιδιοκτήτη της περιοχής Ιάκωβο (από τη φημισμένη οικογένεια των

Μουρτάρων ­ επωνυμία που κρατάει ακόμα και σήμερα η Μονή Τζαγκαρόλων) να

παραχωρήσει την περιοχή. Έτσι ο Λαυρέντιος άρχισε να συγκεντρώνει υλικά και ο

Ιερεμίας πήγε στο Άγιον Όρος να πάρει τα καλύτερα σχέδια. Με το που γύρισε στα

1612 άρχισε το χτίσιμο της μονής, στα 1645 οι Τούρκοι σταμάτησαν οποιαδήποτε

εργασία και το έργο ολοκληρώθηκε ύστερα από 2 αιώνες… το 1834! Η μονή είχε

προοδεύσει πολύ, είχε αποκτήσει τεράστια αγροτική περιουσία, 12 ακόμα πλούσια

μετόχια και στα χρόνια που ακολούθησαν ιδρύθηκε σχολείο, οικοτροφείο και

ιεροδιδασκαλείο που λειτούργησε μέχρι το 1905.

Φεύγοντας από το μοναστήρι των Τζαγκαρόλων ο ασφάλτινος δρόμος συνεχίζει και

χώνεται ανάμεσα στους βράχους του Ποροφάραγγου για να καταλήξει σε ένα ακόμα

απίστευτης ομορφιάς μοναστήρι που οφείλει την ίδρυσή του στον Άη Γιάννη τον

Ερημίτη. Για τον φόβο των πειρατών που λεηλατούσαν τις παραθαλάσσιες θείες

«φωλιές» οι μοναχοί του Άη Γιάννη ανηφόρισαν προς το γραφικό οροπέδιο της

περιοχής Γδερνέτο. Εκεί έχτισαν το μοναστήρι της Κυρίας των Αγγέλων (Θεοτόκου)

Γουβερνέτου στα μέσα του 16ου αιώνα. Το επιβλητικό μοναστηριακό συγκρότημα με

τους τέσσερις πύργους ήταν ένα κανονικό φρούριο. Σήμερα ανοίγει τον κεντρικό

πυλώνα στους επισκέπτες οι οποίοι στο υπέρθυρο διαβάζουν: «ΣΤΕΝΗ Η ΠΥΛΗ ΚΑΙ

ΤΕΘΛΙΜΜΕΝΗ Η ΟΔΟΣ Η ΑΠΑΓΟΥΣΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΖΩΗΝ». Περνώντας από τον κυλινδρικό θόλο

της καμάρας εμφανίζεται ο ναός της Θεοτόκου στο σχήμα του σταυρού. Μια σειρά

από τεράστιες τρομακτικές κεφαλές στολίζουν την πρόσοψή του και είναι σίγουρο

πως τα έφτιαξαν οι κτήτορες του Γουβερνέτου επί κυριαρχίας των Ενετών. Ο

συμβολισμός δεν είναι ξεκάθαρος. Άλλοι λένε πως συμβολίζουν τον Πάνα και

μεταφέρθηκαν από κατεστραμμένο ναό του, άλλοι πως συμβολίζουν κάποια θεότητα

της γης, άλλοι πιστεύουν πως αναπαριστούν αγαρηνούς πειρατές…στολίζουν όμως

το μοναστήρι αυτά τα αραβουργήματα και τούτο είναι το πιο σημαντικό.

Από το Γουβερνέτο ή Γκουβερνέτο (όπως αρχικά παραφράστηκε…

γκουβέρνο=κυβέρνηση, εξουσία) ξεκινάει το κατηφορικό μονοπάτι για το μοναστήρι

απ’ όπου ξεκίνησαν όλα. Ένα βαθύσχιστο φαράγγι του άνυδρου Ακρωτηρίου διάλεξε

ο Άγ. Ιωάννης ο Ερημίτης να μονάσει. Από την Αίγυπτο, που γεννήθηκε και

μεγάλωσε, πέρασε στην Αττάλεια, από εκεί στη Γαύδο για να καταλήξει εδώ

ασκητής στις σπηλιές και τα φαράγγια. Κατά λάθος τον σκότωσε ένας βοσκός που

τον πέρασε γι’ αγρίμι, τον οποίον ετοιμοθάνατος συγχώρεσε αφήνοντας την

τελευταία πνοή στη σπηλιά του.

Κατηφορίζοντας το σχετικά σύντομο και εύκολο μονοπάτι είδα τα χαλάσματα

κελιών, αλλά και τη φραγμένη πλέον είσοδο του σπηλαίου για την Παναγιά

Αρκουδιά ή Αρκούδαινα. Την ονομασία της τη χρωστάει στο μεγάλο σταλαγμιτικό

ομοίωμα αρκούδας που βρίσκεται στο μέσον της μεγάλης θολωτής σπηλιάς. Αυτό που

αντίκρυσαν τα μάτια μου στο τέλος της διαδρομής μέσα στο φαράγγι και σε μικρή

απόσταση από τη θάλασσα είναι σίγουρο πως δεν το περίμενα. Η σπηλιά του Άη

Γιάννη, το διπλό καμπαναριό, ο ναός συνέχεια ενός πανύψηλου βράχου, το

ηγουμενείο, τα κελιά, η τεράστια πέτρινη γέφυρα-μνημειώδης κατασκευή, οι

βενετσιάνικοι θόλοι ­ πιθανότατα αποθήκες, οι τραπεζαρίες σε διαμπερείς

καμάρες μέσα στο γεφύρι, το ασβεστοκάμινο στη βάση του, τα περιφραγμένα

χωραφάκια απέναντι μαζί με τα δίδυμα φουρνόσχημα ασκηταριά… δεν ήξερα κατά

πού να στρέψω το βλέμμα μου. Έμοιαζα χαμένος… ήχος δεν έβγαινε από το στόμα

μου και στην ψυχή μου δέος, για τον τόπο, για τους ανθρώπους που έμεναν εδώ,

για την επαφή τους με το Θείο και τη δεδομένη αποστασιοποίηση από τα εγκόσμια.

Πέρασαν σκέψεις ανείπωτες από το μυαλό μου και η κυρίαρχη είχε να κάνει με τον

άχρηστο υλικό πλούτο που διακαώς επιθυμούμε να αποκτήσουμε και να

συσσωρεύσουμε. Είχε κάτι άλλο εκτός από φυσική ομορφιά να προσφέρει ο χώρος

αυτός. Για μένα ήταν ζωντανός ακόμα… υπήρχε κίνηση ανάμεσα στα ερείπια και

δεν είναι καθόλου τυχαίο που πολλοί ισχυρίζονται ότι είναι ένα από τα

αρχαιότερα μοναστήρια στην Ελλάδα (6ος-7ος αι.). Βέβαια η μονή του Καθολικού

(έτσι όπως ονομάζουν όλο το συγκρότημα) χρονολογείται από τις αρχές του 11ου

αιώνα, μετά τον θάνατο του Αγ. Ιωάννη του Ερημίτη.

Έτσι όπως ξεκίνησε το κείμενο αυτό, έτσι και θα τελειώσει, με μιαν εικόνα. Ο

ήλιος αποχαιρετά την ημέρα, η θάλασσα γαληνεμένη δεν ακούγεται πια, τα βήματά

μου επάνω στην τρομερή πέτρινη γέφυρα ενεργοποιούν μικρές στιγμιαίες

αντηχήσεις μέσα στο φαράγγι, όλο το μοναστήρι έχει πάρει ένα κοκκινωπό χρώμα

και την ίδια στιγμή μια ανέλπιστη ψυχική ανάταση με γεμίζει και με στέλνει

κάπου πολύ ζεστά και όμορφα.

ΔΙΑΔΡΟΜΗ

Είναι αστείο να μιλάμε για μιαν απόσταση που δεν ξεπερνά τα 20 χιλιόμετρα.

Τόσο απέχει η Μονή Γουβερνέτου από τα Χανιά. Φυσικά μπορείτε μέσα σε μία ημέρα

να πραγματοποιήσετε την εκδρομή και μάλιστα πολύ άνετα. Η κατηφόρα για το

μοναστήρι του Άη Γιάννη του Ερημίτη είναι εύκολη αν και χρειάζεται να φοράτε

παπούτσια που να μπορείτε να περπατάτε στο πέτρινο μονοπάτι. Θα κατεβείτε σε

λιγότερο από μισή ώρα και θα ανεβείτε σε περίπου 30-40 λεπτά με κανονικό βήμα

χωρίς μεγάλες στάσεις για ξεκούραση. Έτσι κι αλλιώς δεν είναι δύσκολο το

εγχείρημα και αξίζει τον κόπο με το παραπάνω. Στην περιοχή του Ακρωτηρίου

υπάρχουν μερικά ακόμα πράγματα που θα μπορούσατε να δείτε από τη μεριά του

Κόλπου της Σούδας, όπως το παραθαλάσσιο Μαράθι (αρχαία Μινώα και νησάκι

Σούδας), οι Στέρνες (παραδοσιακή αρχιτεκτονική), ενώ η ωραία παραθαλάσσια

διαδρομή από τη συνοικία Χαλέπα των Χανίων καταλήγει στους τάφους των

Βενιζέλων με πανοραμική θέα στην πόλη.

ΔΙΑΜΟΝΗ

Όλα τα ξενοδοχεία στην περιοχή του Ακρωτηρίου που περιγράφουμε λειτουργούν

μέχρι τα τέλη του Οκτωβρίου. Φυσικά οι περισσότεροι θα πραγματοποιήσουν την

εκδρομή με βάση τα Χανιά, οπότε ουδέν πρόβλημα διαμονής όλο τον χρόνο. Τα

παρακάτω ξενοδοχεία στο Ακρωτήρι αναφέρονται ενδεικτικά:

Ρέα (Σταυρός) 0821-39001

Λένα-Ακτή (Καλαθάς) 0821-64750

Πύργος (Κουνουπιδιανά) 0821-64431

ΦΑΓΗΤΟ

Δεν είναι απίθανο να βρείτε ένα-δυο ανοιχτές ταβέρνες στον Σταυρό, αλλά μην

περιμένετε κάτι το εξαιρετικό αυτή την εποχή. Προσωπικά θα πρέπει να αναφέρω

ότι στην επιστροφή μου από το Ακρωτήρι έφαγα εξαιρετικά θαλασσινά, ψάρι και

περιζήτητο «σταμναγκάθι» (αγριόχορτο λίγο πικρό) στη συνοικία Χαλέπα, δίπλα

στα παλιά βυρσοδεψεία. Το όνομα της ταβέρνας «Θαλασσινό Αγέρι» και η επιλογή

της τοποθεσίας κάτι παραπάνω από εξαιρετική. Φυσικά τα δεκάδες καλά εστιατόρια

και ταβέρνες των Χανίων είναι πάντα ανοιχτά και σας περιμένουν. Στη Σούδα,

τέλος, το τσικουδάδικο του Μανωλιού πάνω στον κεντρικό δρόμο (κοντά στην

είσοδο του λιμανιού) είναι εξαιρετικό και συστήνεται ανεπιφύλακτα σε αυτούς

που τα αυθεντικά λαϊκά μαγαζιά με καλό φαγητό, χωρίς ντιζάιν έχουν να πουν

πολλά.

ΧΡΗΣΙΜΑ ΤΗΛΕΦΩΝΑ

Κωδικός (0821)

Αστυνομία Στερνών 63333

Δήμος Στερνών 698000

Αγρ. Ιατρείο (Αρώνι) 63336

Τουρ. Αστυνομία Χανίων 283190

Τροχαία Χανίων 282031

Νοσοκομείο Χανίων 27000