Το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα είναι ένα μεγάλο πείραμα: ένα νόμισμα χωρίς μία

κυβέρνηση να το διαχειρίζεται. Και αυτή η απουσία είναι ένας από τους λόγους

που το ευρώ έχει πέσει κάτω από οποιοδήποτε λογικό επίπεδο.

Στις αρχές της εβδομάδας ο Ρομάνο Πρόντι, πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ­

και κατά συνέπεια ο πιο κοντινός σε αυτό που μπορεί να ονομασθεί πρόεδρος της

Ευρώπης ­ έκανε έκκληση για παρέμβαση στις αγορές συναλλάγματος με στόχο τη

στήριξη του κοινού νομίσματος. Οι αγορές απλώς χασμουρήθηκαν. Οι

διαπραγματευτές της παγκόσμιας αγοράς συναλλάγματος γνωρίζουν ότι ο κ. Πρόντι

έχει πολύ περιορισμένες εξουσίες.

Αλλά το σημαντικότερο είναι ότι κανείς άλλος στην Ευρώπη δεν τις έχει. Η

Ευρώπη διαθέτει μια Κεντρική Τράπεζα, αλλά το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα διαθέτει

11 κυβερνήσεις. Καμία από αυτές δεν μπορεί να χαράξει πολιτική για το σύνολο

της ζώνης του ευρώ και, κατά συνέπειαν, καθεμία από αυτές μπορεί να δηλώσει

ανεύθυνη για ό,τι συμβαίνει στο νόμισμα.

Όταν το ευρώ γεννήθηκε, οι υποστηρικτές του μιλούσαν και προσδοκούσαν ένα

ισχυρό νόμισμα. Δεν θα μπορούσε, για παράδειγμα, η Ιταλία να επιτρέπει στο

νόμισμά της να εξασθενεί. Για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους, η

Ιταλία και οι άλλες χώρες της ευρωζώνης θα έπρεπε να προχωρήσουν σε

διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις.

Το αντίστροφο

Η κρίση του ευρώ μπορεί να αντιμετωπισθεί με πολλές μεθόδους. Μία από αυτές,

η αύξηση των επιτοκίων, δοκιμάστηκε και απέτυχε

Ωστόσο, φαίνεται να συμβαίνει ακριβώς το αντίστροφο. Οι περικοπές στη

φορολογία άρχισαν να εφαρμόζονται, οι διαρθρωτικές αλλαγές ωστόσο είτε

καθυστερούν είτε δεν υλοποιούνται. Οι αγορές συναλλάγματος δεν φαίνεται να

λαμβάνουν υπόψη τους τις αποφάσεις των 11 διαφορετικών κυβερνήσεων, είτε αυτές

αφορούν την αντιμετώπιση προβλημάτων με τον εύκολο είτε με τον δύσκολο τρόπο.

Ένας τρόπος για να αντιμετωπισθεί ένα νόμισμα που εξασθενεί συνεχώς είναι η

άμεση παρέμβαση στις αγορές συναλλάγματος.

Αυτή μπορεί να είναι μια πολύ καλή τακτική όταν, όπως τώρα, οι αξίες των

νομισμάτων έχουν ξεφύγει από τα λογικά επίπεδα. Ωστόσο, για να έχει μια

παρέμβαση στις αγορές αποτέλεσμα πρέπει να είναι ευρείας κλίμακας,

υποστηριζόμενη διεθνώς, στηριζόμενη από μια κυβέρνηση που προχωρεί σε

αξιόπιστες αλλαγές της πολιτικής της και η οποία θα έχει πείσει για τις

προθέσεις της να συνεχίσει, αν αυτό καταστεί αναγκαίο.

Η αύξηση των επιτοκίων είναι η άλλη η μέθοδος για την υποστήριξη ενός

νομίσματος και την οποία εφήρμοσε ο Βιμ Ντούιζενμπεργκ, πρόεδρος της

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τελικά, αυτό που καθορίζει πλέον την πορεία της

παγκόσμιας αγοράς συναλλάγματος είναι η ροή των επενδυτικών κεφαλαίων. Η

Ευρώπη χρειάζεται να βρει έναν τρόπο να πείσει τους διεθνείς επενδυτές να

τοποθετηθούν σε ευρωπαϊκές μετοχές και να αγοράζουν ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.

Στην αντίθετη περίπτωση, τα υψηλότερα επιτόκια θα επιβραδύνουν την οικονομία

χωρίς να στηρίξουν το νόμισμα.

Ο κ. Ντούιζενμπεργκ ποτέ δεν περίμενε την τωρινή κατάσταση, στην οποία οι

Ηνωμένες Πολιτείες θα εμφανίζουν ένα πρωτοφανές έλλειμμα του ισοζυγίου

τρεχουσών συναλλαγών ­ αποτελεί το 4,3% του αμερικανικού Ακαθάριστου Εγχώριου

Προϊόντος ­ ενώ το δολάριο συνεχίζει την ξέφρενη πορεία του.

«Μακροπρόθεσμα αυτό το έλλειμμα δεν μπορεί να διατηρηθεί», δήλωσε κατά τη

διάρκεια της ακρόασής του από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Προς το παρόν,

προσέθεσε, «οι Αμερικανοί δεν δυσκολεύονται να χρηματοδοτούν αυτό το έλλειμμα,

κυρίως από εμάς, την Ευρώπη».

Αυτό το έλλειμμα διευρύνεται και από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου, που

μπορεί να επιβραδύνει όλη τη δυτική οικονομία και να κάνει τις αμερικανικές

επενδύσεις να φαίνονται λιγότερο ελκυστικές. Τελικά, ο κ. Ντούιζενμπεργκ

μπορεί να αποδειχθεί σωστός. Το δολάριο είναι υπερτιμημένο και κάποτε θα

πέσει. Κάποτε…

Ωστόσο, το ευρώ μπορεί να μη διαθέτει την πολυτέλεια του χρόνου. Ήδη πλήττεται

εξαιτίας της κατρακύλας του η εικόνα που έχουν οι Δανοί για την ΟΝΕ και

αυξάνει τις πιθανότητες να ψηφίσουν όχι στο σχετικό δημοψήφισμα για την είσοδό

τους. Αυτή η εξέλιξη θα πλήξει ακόμη περισσότερο το ευρώ και θα ενισχύσει τους

Βρετανούς επικριτές της ΟΝΕ. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, μια ευρωπαϊκή ύφεση

μπορεί να δημιουργήσει νοσταλγία για το παλιό καλό μάρκο και φράγκο. Ωστόσο, η

Ευρώπη απαγορεύει την έξοδο από την ΟΝΕ.

Μια ισχυρή κυβέρνηση για την ευρωζώνη θα μπορούσε να καταπολεμήσει αυτές τις

τάσεις. Αυτό το νόμισμα όμως έχει ένδεκα κυβερνήσεις, που για κάποιους λόγους

είναι το ίδιο σαν να μην έχει καμιά.