Γίνεται να είσαι πατριώτης χωρίς να πέσεις στην παγίδα του εθνικισμού; Και

μάλιστα σε μια χώρα με το παρελθόν της Γερμανίας; Μια ομάδα διανοουμένων

απαντά θετικά.

Τελετή ορκωμοσίας: Γερμανοί στρατιώτες δίνουν τα χέρια πάνω από μία γερμανική σημαία

Από την ημέρα που κατέρρευσε το Τείχος, το ερώτημα επανέρχεται συνεχώς: πρέπει

να φοβόμαστε τη Γερμανία; Είναι θεμιτές οι φιλοδοξίες και οι επιδιώξεις της

«Δημοκρατίας του Βερολίνου» ή τις θέτει αυτομάτως εκτός νόμου η σκιά του

ναζισμού; Λίγες μέρες πριν γιορτάσει τα δέκα χρόνια από την ενοποίησή της (3

Οκτωβρίου), η χώρα αυτή πολλαπλασιάζει τις πρωτοβουλίες σε όλα τα επίπεδα.

Επανακαθορίζει διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών τον ευρωπαϊκό

φεντεραλισμό. Διαπραγματεύεται με τη Λιβύη την απελευθέρωση των ομήρων της

στις Φιλιππίνες. Επιμένει να διεκδικεί μια μόνιμη έδρα στο Συμβούλιο

Ασφαλείας. Ανοίγει τον δρόμο σε μια πανευρωπαϊκή μεταρρύθμιση της φορολογίας.

Εξαγγέλλει μέτρα εναντίον των νεοναζί. Οι κακές στιγμές δεν λείπουν: ο

καγκελάριος Σρέντερ δηλώνει αίφνης ότι η πτώση του ευρώ αποτελεί ευλογία για

τους εξαγωγείς, και βέβαια το ευρωπαϊκό νόμισμα κατρακυλά ακόμη περισσότερο,

ενώ μια άλλη μέρα ο Γκύντερ Φερχόιγκεν τάσσεται υπέρ της διεξαγωγής

δημοψηφίσματος για τη διεύρυνση. Ακόμη κι αυτές οι γκάφες, όμως, δείχνουν ότι

η Γερμανία έχει αποβάλει τα συμπλέγματα και τις ενοχές της και κινείται πλέον

ισότιμα στην ευρωπαϊκή σκηνή. Να αρχίσουμε να ανησυχούμε;

Καθόλου, απαντά ο Χανς Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, που μαζί με μερικούς ακόμη

Γερμανούς διανοουμένους ίδρυσε πρόσφατα ένα κίνημα με τον χαρακτηριστικό τίτλο

«Πατριωτισμός σοφτ». Οι σημερινοί Γερμανοί δεν αποτελούν τίποτα το ιδιαίτερο,

δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα το εξαιρετικό, δεν έχουν καμιά διαφορά από τους

άλλους λαούς. Η γερμανική κοινωνία είναι επιτέλους ένα υγιές σώμα, το

γερμανικό έθνος είναι απολύτως φυσιολογικό. Αποφασιστική σ’ αυτό ήταν η

συμβολή των διανοουμένων: παραμένοντας για πολλά χρόνια στα χαρακώματα,

επιμένοντας να κάνουν αντιπολίτευση και να αποτελούν την κριτική συνείδηση του

λαού, παρήγαγαν ισχυρά αντισώματα.

Όπως επισημαίνουν οι συντάκτες του μανιφέστου του κινήματος, που επιγράφεται

«Η γη της επαγγελίας» (Das gelobte Land) και αποσπάσματά του δημοσιεύτηκαν στο

περιοδικό «Σπήγκελ», οι νεοναζί παραμένουν ένα περιθωριακό φαινόμενο σε μια

κοινωνία ηδονική, παγκοσμιοποιημένη και με οικολογικές ευαισθησίες, μια

κοινωνία μεθυσμένη με το Internet όπως οι άλλες σύγχρονες δυτικές κοινωνίες,

μια κοινωνία πεισμένη ότι το μέλλον ανήκει στο πάντρεμα των πολιτισμών: ακόμη

και οι Τούρκοι της Γερμανίας δεν αισθάνονται πλέον προλετάριοι μετανάστες,

αλλά μια αξιοπρεπής εθνική μειονότητα. Η στροφή αυτή είναι οριστική; Τα

φαντάσματα που ανησυχούν την Ευρώπη είναι εφήμερα; Μα φυσικά, βεβαιώνει ο

συγγραφέας Τόμας Ομπερέντερ. Η πρώτη ευρωπαϊκή δύναμη διοικείται σήμερα από

τους νεαρούς κοσμοπολίτες της «Γενιάς του Γκολφ», μορφωμένους ανθρώπους που

ταξιδεύουν είτε στο Δίκτυο είτε στους αυτοκινητοδρόμους για να ανακαλύψουν τον

κόσμο, που έχουν κάνει το εμβόλιο του εθνικισμού και είναι ικανοί να αγαπούν

τη χώρα τους χωρίς να θέλουν να τη δουν να κατακτά τον κόσμο.