«Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μία πλούσια χώρα, με ισχυρή οικονομία και, εν

τούτοις, εκατομμύρια οικογένειες είναι θύματα του κοινωνικού αποκλεισμού». Η

διαπίστωση ανήκει στον Μάρτιν Μπαρνς, υπεύθυνο της Ομάδας Δράσης κατά της

Παιδικής Φτώχειας. Τι και αν το Ηνωμένο Βασίλειο συγκαταλέγεται στα πλέον

βιομηχανοποιημένα έθνη, η ενδημική πενία κερδίζει διαρκώς έδαφος και το χάσμα

μεταξύ πλουσίων και φτωχών δεν παύει να μεγαλώνει.

Αυτό τουλάχιστον είναι το συμπέρασμα της μελέτης του Ιδρύματος Joseph Rowntree

που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στη Βρετανία.

Οι έρευνες

Σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγαν τέσσερις Βρετανοί ακαδημαϊκοί, το ποσοστό

των νοικοκυριών που πλήττονται από σχετική ή απόλυτη ένδεια από 14% το 1983

αυξήθηκε σε 24% την περασμένη χρονιά. Συνολικά, 14,5 εκατομμύρια Βρετανοί

ζούσαν το 1999 σε συνθήκες φτώχειας. Ένα τέταρτο του πληθυσμού στερούνταν τα

τρία βασικά συστατικά μιας φυσιολογικής ζωής: επαρκή τροφή, ρουχισμό και

αρκούντως ζεστή οικία.

Δέκα εκατομμύρια άτομα αδυνατούσαν να αποταμιεύσουν 5.000 δραχμές το μήνα και

εννιάμισι εκατομμύριο δήλωναν ότι αδυνατούσαν να αντεπεξέλθουν στα συνήθη

έξοδα ενός σπιτιού. Οκτώ εκατομμύρια δήλωναν ανίκανα να αγοράσουν ένα ψυγείο ή

ένα τηλέφωνο. Ένα στα είκοσι πέντε παιδιά δεν μπορούσε να αγοράσει κάποιο

εκπαιδευτικό παιχνίδι, να συμμετάσχει σε εξωσχολικές αθλητικές δραστηριότητες

και να καταναλώσει καθημερινά κρέας ή ψάρι. Και όλα αυτά στο Ηνωμένο Βασίλειο

στο κατώφλι του 21 αιώνα.