Το θεσμικό εποικοδόμημα στα καθεστώτα του πολιτικού φιλελευθερισμού αποτελεί

το κατ’ εξοχήν προνομιακό έδαφος στο οποίον αναπτύσσεται η πολιτική

δραστηριότητα, αφού προσδιορίζει σε μεγάλο βαθμό τους κανόνες των πολιτικών

εξελικτικών διεργασιών.

Το αίτιο γένεσης νομοθετημάτων και Συντάγματος για κάθε έθνος είναι η κάλυψη

των αναγκών συγκεκριμένης εποχής, αλλά, όπως και η ζωή, έτσι και αυτά

μεταβάλλονται.

Κορυφαίο σημείο του πολιτεύματός μας, όπως προσδιορίζεται από το Σύνταγμα της

αναθεωρητικής Βουλής του 1974-75, είναι η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας,

που είναι το ανώτατο ατομικό όργανο στην πολιτειακή μας δομή.

Είχα την ευκαιρία στην προηγούμενη Βουλή να συμμετάσχω στις εργασίες ­ κατά

την α’ φάση της αναθεώρησης ­ και προσπάθησα να συμβάλλω στη διαμόρφωση

ριζοσπαστικών θέσεων καταθέτοντας προτάσεις σε κρίσιμες και αδιέξοδες στιγμές

των συζητήσεων για μια καινοτόμο αναθεώρηση. Στιγμές έντασης και αμηχανίας

δημιούργησαν δύο προτάσεις μου, εκείνη για τη συναινετική εκλογή Προέδρου και

η άλλη για την απλοποίηση των διαδικασιών κατά την εγκατάσταση των διαφόρων

πολιτειακών οργάνων και η θεσμοθέτηση πολιτικής διαβεβαίωσης κατά την

εγκατάστασή τους αντί του όρκου.

Εισήλθαμε στην τελική φάση της αναθεώρησης και επιθυμώ να διευκρινίσω ορισμένα

θέματα σχετικά με την πρόταση που κατέθεσα τότε και που στη συνέχεια λόγω του

συνθετικού της χαρακτήρα αποτελεί την επίσημη θέση της κυβερνητικής

πλειοψηφίας.

Βασικός άξονας της πρότασης, όπως παρουσιάστηκε τότε στη Βουλή αλλά και στο

βιβλίο μου με τον τίτλο «Κατατεθειμένες Προτάσεις», είναι πως για έναν Πρόεδρο

της Δημοκρατίας που δεν έχει ουσιαστικές αρμοδιότητες, αλλά συμβολίζει την

ενότητα του έθνους και του λαού, δεν είναι λογικό να διαλύεται εκβιαστικά η

Βουλή, λόγω αδυναμίας ανάδειξής του, όπως η αξιωματική αντιπολίτευση

υποστηρίζει, αλλά ούτε βεβαίως να δίνεται η δυνατότητα η όποια συγκυριακή

κυβερνητική πλειοψηφία να εκλέγει μονοκομματικό Πρόεδρο με ισχνή πλειοψηφία

151 ψήφων, όπως ένας σημαντικός αριθμός συναδέλφων μου και από το ΠΑΣΟΚ είχε

προτείνει.

Η πρότασή μου λοιπόν ήταν ο συγκερασμός των δύο παραπάνω αντιτιθεμένων θέσεων,

με την οποία και η διάλυση της Βουλής αποφεύγεται, αλλά και δίνεται η

δυνατότητα εκλογής Προέδρου μέσα από συναινετικές διαδικασίες με αυξημένη

πλειοψηφία.

Με την πρόταση αυτή αποφεύγεται η εκβιαστική διάλυση της Βουλής από τη μια και

διατηρείται η διευρυμένη πλειοψηφία των 180 ψήφων από την άλλη.

Συγκεκριμένα προβλέπει ότι:

«Αν κανένας υποψήφιος από τους προτεινόμενους των κομμάτων δεν συγκεντρώνει

τον αριθμό των απαιτουμένων ψήφων, δηλαδή των 2/3 στις δύο πρώτες ψηφοφορίες

και των 3/5 στην τρίτη, τότε η Βουλή δεν θα διαλύεται, αλλά αποσύρονται όλες

οι υπάρχουσες υποψηφιότητες και υποδεικνύονται νέες. Οι ψηφοφορίες θα

επαναλαμβάνονται έως ότου επιτευχθεί η πλειοψηφία των 3/5, ήτοι 180

βουλευτές».

Η διαδικασία αυτή οδηγεί τα κόμματα σε μεγαλύτερη υπευθυνότητα και ακυρώνει

τον εκβιασμό σε σχέση με την επίσπευση του χρόνου των εκλογών.

Υποστηρίχθηκε ότι η πρόταση αυτή μπορεί να οδηγήσει ακόμα και σε εκφυλισμό του

θεσμού, αφού μπορεί τα κόμματα να μην κατορθώσουν να βρουν τη «χρυσή τομή» στο

πρόσωπο του υποψηφίου Προέδρου. Στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Άλλωστε

πολύ πρόσφατα είχαμε το παράδειγμα της επανεκλογής του Κωνσταντίνου

Στεφανόπουλου, ο οποίος υπερψηφίστηκε στην πρώτη ψηφοφορία. Η σύμπτωση στο

πρόσωπο του σημερινού Προέδρου απέδειξε ότι μπορούμε να κατακτήσουμε την

πολιτική ωριμότητα. Στην Ιταλία, που από την απελευθέρωση και μετά ισχύει αυτό

το σύστημα, δεν δημιουργήθηκε κανένα πρόβλημα, τουλάχιστον τα τελευταία 30

χρόνια που γνωρίζω, και πέρυσι εξελέγη ο νέος Πρόεδρος G. Ciampi, στην πρώτη

επίσης ψηφοφορία. Η αξιωματική αντιπολίτευση προσφάτως διακήρυξε ότι επιθυμεί

συναινετικές διαδικασίες στην αναθεώρηση του Συντάγματος. Ιδού λοιπόν η

πρόκληση της συναίνεσης μιας και συνομολογούμε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας

είναι κατ’ εξοχήν συναινετικός θεσμός. Δυστυχώς αν υπήρχε η δυνατότητα

προσέγγισης στην προηγούμενη Βουλή της πλειοψηφίας με τον Συνασπισμό και το

ΔΗΚΚΙ σήμερα η συζήτηση θα ήταν περιττή, αφού θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν οι

αναγκαίοι 180 ψήφοι στην α’ φάση. Όση όμως ευθύνη είχαμε εμείς ως κυβερνητική

πλειοψηφία, άλλη τόση έχουν και τα πιο πάνω αναφερόμενα κόμματα που δεν

πρόβλεψαν καλά το μέλλον τους, όπως τουλάχιστον οι τελευταίες εκλογές το

προσδιόρισαν. Δυστυχώς πρυτάνευσε ο Ταχτικισμός στον Συνασπισμό ­ που κατέθεσε

παρεμφερή πρόταση ­ κάνοντας πιθανόν τον εξής συλλογισμό:

Αν ψηφίσουμε τώρα την πρόταση της πλειοψηφίας, στην επόμενη Βουλή το ΠΑΣΟΚ θα

μπορεί και με την απλή πλειοψηφία των 151 ψήφων να κάνει ό,τι θέλει. Έτσι η

τύχη της αναθεώρησης του άρθρου για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας μεταβιβάσθηκε

από τα μικρά προοδευτικά κόμματα στη συντηρητική παράταξη της Νέας

Δημοκρατίας. Και η προοδευτική βούληση του λαού, όπως στην προηγούμενη Βουλή

εκφραζόταν, ακυρώθηκε.

Καμία ελπίδα δεν εναποθέτω βεβαίως στη σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση μιας

και παραμονή των εκλογών με οβιδιακή μεταμόρφωση πρωτοϋποστήριζε ότι ο

Πρόεδρος της Δημοκρατίας πρέπει να εκλέγεται απευθείας από τον λαό.

Αυτή η πρόταση, την οποία πρώτος κατέθεσε και υποστήριζε ο Κώστας Μητσοτάκης,

σημαίνει αλλαγή πολιτεύματος. Σημαίνει ότι η Προεδρευομένη Κοινοβουλευτική

Δημοκρατία μετατρέπεται σε Προεδρική Δημοκρατία. Σημαίνει δύσκολη

«συγκατοίκηση» δύο εξουσιών με λαϊκή εντολή. Η θέση αυτή, πολιτικά, δεν είναι

τίποτε άλλο από «Βοναπαρτισμός νέου τύπου». Οποιεσδήποτε αλλαγές χρειάζονται

στο πολιτικό σύστημα, πρέπει να στοχεύουν στην αφαίρεση αρμοδιοτήτων από την

εκτελεστική εξουσία και τη μεταφορά τους στο Κοινοβούλιο, παράλληλα με την

ενίσχυση των μορφών της αποκεντρωμένης συμμετοχικής Δημοκρατίας με πρωτοβουλία

του λαού μέσω των δημοψηφισμάτων.

Η Νέα Δημοκρατία οφείλει να κάνει ένα βήμα μπροστά, όπως ακριβώς έπραξε η

κυβέρνηση και η πλειοψηφία που τη στηρίζει, και παραμέρισε κάποιες αρχικές

σκέψεις περί εκλογής του Προέδρου με πλειοψηφία 151 βουλευτών ή περί εκλογής

του από ένα διευρυμένο εκλεκτορικό σώμα.

Από το 1974 και μετά η πολιτική ζωή του τόπου κατέκτησε ένα επίπεδο ωριμότητας

και η εκλογή του Προέδρου με ευρεία πλειοψηφία χωρίς εκβιαστικά διλήμματα θα

αποτελέσει την αρχή μιας νέας εποχής.

Το σύστημα της Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας είναι το καλύτερο

που ταιριάζει στον λαό μας και βοηθά στην ωριμότερη και με ηπιότερους όρους

εξέλιξη του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.

Ο Νίκος Σηφουνάκης είναι υπουργός Αιγαίου.