Πριν από δύο μήνες περίπου, τον φετινό Ιούλιο, η Στατιστική Υπηρεσία της

Ευρωπαϊκής Ένωσης, η γνωστή μας Eurostat, έδωσε στη δημοσιότητα ολοκληρωμένα

στοιχεία για το ύψος των δημοσίων εκπαιδευτικών δαπανών στις 15 χώρες-μέλη

της.

Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτά τα επίσημα συγκριτικά στοιχεία, στη χώρα μας οι

δημόσιες δαπάνες για τη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση των 740 χιλιάδων μαθητών

(Γυμνάσιο, Ενιαίο Λύκειο και ΤΕΕ) δεν πλησιάζουν ούτε στο μισό του κοινοτικού

μέσου όρου.

Συγκεκριμένα και με βάση τα στοιχεία της Eurostat, στην Ευρωπαϊκή Ένωση των

15, η χώρα με τη μικρότερη δαπάνη ανά μαθητή της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

είναι η Ελλάδα, η οποία επενδύει για κάθε μαθητή αυτής της βαθμίδας περίπου το

1/3 από όσο επενδύουν η Αυστρία, το Βέλγιο, η Γαλλία, η Δανία, η Ιταλία και

λιγότερο, περίπου, από το μισό της Γερμανίας, της Ισπανίας, της Αγγλίας, της

Ολλανδίας, της Πορτογαλίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας (Πίνακας 1).

Σύμφωνα με τον Γενικό Κρατικό Προϋπολογισμό του υπουργείου Παιδείας, οι

δημόσιες δαπάνες για τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Γυμνάσια, Ενιαία Λύκεια και

ΤΕΕ) το 1998 ήταν 387 δισ., το 1999 407 δισ. και φέτος (2000) έφθασαν τα 432

δισ. (Πίνακας 2). Αν, όμως, οι δημόσιες δαπάνες για τη Δευτεροβάθμια

Εκπαίδευση είναι γνωστές, οι ιδιωτικές εκπαιδευτικές δαπάνες, στην πολύπαθη

αυτή βαθμίδα, είναι τυπικά και επίσημα άγνωστες, ουσιαστικά «terra incognita»,

καθώς δεν καταχωρείται στην πραγματική του διάσταση στους «Εθνικούς

Λογαριασμούς» τι ξοδεύουν οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί των 740 χιλιάδων

μαθητών Γυμνασίων, Ενιαίων Λυκείων και Τεχνικών Επαγγελματικών Εκπαιδευτηρίων

(ΤΕΕ).

Σύμφωνα με το πρώην ανώτερο στέλεχος της Διεθνούς Τράπεζας (Word Bank) και

σύμβουλο του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) Γ.

Ψαχαρόπουλο, το 1988 οι ιδιωτικές δαπάνες για εκπαίδευση στη χώρα μας

ανέρχονταν στο μισό των κρατικών εκπαιδευτικών δαπανών.

Με βάση τους «Εθνικούς Λογαριασμούς της Ελλάδας 1988-1997» στους οποίους

δίνονται στοιχεία ανάμεσα σε άλλα και για την εγχώρια κατανάλωση που αφορά την

Εκπαίδευση, φαίνεται καθαρά, σύμφωνα με έρευνα του Μανόλη Δρεττάκη, ότι την

περίοδο 1989-1997 το ποσοστό που αντιπροσώπευαν οι ιδιωτικές δαπάνες για την

Εκπαίδευση στο σύνολο των εκπαιδευτικών δαπανών αυξήθηκε. Τι σημαίνει αυτό;

Ότι στο διάστημα 1989-1997 ήταν σαφώς ταχύτεροι οι ρυθμοί αύξησης των

ιδιωτικών εκπαιδευτικών δαπανών από τις δημόσιες.

Ποιο προβλέπεται να είναι φέτος το σύνολο των ιδιωτικών δαπανών για εκπαίδευση

των οικογενειών που έχουν παιδιά τα οποία φοιτούν στη Δευτεροβάθμια

Εκπαίδευση;

ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΣΧΟΛΕΙΑ

Λίγοι μαθητές – πολλά χρήματα

«Αύξηση της τάξεως του 2,5% στα δίδακτρα των ιδιωτικών σχολείων για το

σχολικό έτος 2000-2001 προβλέπει το νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες στη Βουλή»

(από τον Τύπο, Ιούλιος 2000).

Στα ιδιωτικά σχολεία Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, Γυμνάσια, Λύκεια και ΤΕΕ

φοιτούν φέτος συνολικά 40.412 μαθητές. Τα ετήσια δίδακτρα ξεκινούν από ένα

εκατομμύριο δραχμές και σε ορισμένες περιπτώσεις φθάνουν τα 2,5 εκατ. δρχ.

(π.χ. Κολέγιο Αθηνών). Η πιο συνηθισμένη διακύμανση είναι 1 εκατ. – 1,5 εκατ.,

ανάλογα με την τάξη.

Τα καθαρά κέρδη των 8 μεγαλύτερων ιδιωτικών σχολείων το 1993 ξεπερνούσαν,

σύμφωνα με τα στοιχεία της ICAP, το 1,3 δισ., ενώ κοντά στα 20 δισ. ήταν ο

τζίρος των δέκα μεγαλύτερων ιδιωτικών σχολείων (σε σύνολο περίπου 578) το

1997.

Με τους πιο μετριοπαθείς υπολογισμούς και με βάση τα φετινά τιμολόγια των

ιδιωτικών σχολείων εκτιμούμε ότι η ετήσια εκπαιδευτική δαπάνη για τους

οικογενειακούς προϋπολογισμούς των 41 χιλιάδων μαθητών θα ανέλθει φέτος στα 50

δισ.

ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ

Οι ανελαστικές δαπάνες

Όπως είναι γνωστό, στα φροντιστήρια ξένων γλωσσών «συνωστίζεται» αναγκαστικά η

πλειονότητα του μαθητικού πληθυσμού της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, τα

τελευταία χρόνια, κυρίως του Γυμνασίου. Και αυτή η πραγματικότητα δεν αφορά

αποκλειστικά τους μαθητές της Αθήνας (μόνο ο Δήμος Ηλιουπόλεως έχει 74

φροντιστήρια ξένων γλωσσών), της Θεσσαλονίκης ή των άλλων αστικών κέντρων.

Έρευνα που διενεργήθηκε στα σχολεία της Θράκης (σε δείγμα 1.185 μαθητών) και

δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Bridges», έκδοση της Πανθρακικής Ένωσης Καθηγητών

Αγγλικής Δημόσιας Εκπαίδευσης, έδειξε ότι το 69% πηγαίνουν φροντιστήριο για

πρώτη γλώσσα και το 14% για δεύτερη γλώσσα.

Σύμφωνα με τη Μελέτη του Κλάδου Φροντιστηρίων Ξένων Γλωσσών που

πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία Niche για λογαριασμό του Επαγγελματικού

Επιμελητηρίου Αθηνών, το 40% του ενός εκατομμυρίου νέων που παρακολουθούν

φροντιστήρια ξένων γλωσσών είναι μαθητές σχολικής ηλικίας 13-18 ετών, δηλαδή

Γυμνασίου και Λυκείου. Μπορούμε να υπολογίσουμε ότι περίπου 400 χιλιάδες

μαθητές Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης θα πληρώσουν φέτος για δίδακτρα περίπου 100

δισ. δραχμές. Παράλληλα, 6 δισ. δραχμές προβλέπεται να πληρώσουν φέτος για

εξέταστρα οι 180 χιλιάδες περίπου μαθητές, για την πιστοποίηση των γνώσεών

τους σε ξένες γλώσσες σε ξένους και ελληνικούς οργανισμούς (British Council,

Institut Francais d’ Athenes, Goethe Instituts, PALSO κ.λπ.), ενώ οι ιδιωτικές

δαπάνες για την αγορά των ξενόγλωσσων φροντιστηριακών βιβλίων υπολογίζουμε ότι

θα φθάσουν τα 9 δισ. δραχμές. Έτσι για την καινούργια σχολική χρονιά η

συνολική ιδιωτική εκπαιδευτική δαπάνη για ξένες γλώσσες ανέρχεται σε 115 δισ.

δραχμές.

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ – ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ

Η μεγάλη «χοάνη»

Σύμφωνα με έρευνα της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Νομού Σάμου,

το 1997 οι Σαμιώτες γονείς με παιδιά στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, σύμφωνα με

δήλωσή τους, διέθεσαν για φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα 664 εκατ.

δραχμές. Να επισημάνουμε εδώ ότι ο πληθυσμός του νομού δεν αποτελεί παρά το

1/230 του ελληνικού πληθυσμού.

Η μεγάλη ανάπτυξη των φροντιστηρίων γονιμοποιήθηκε στις λαβυρινθώδεις «πίστες»

των εξεταστικών πρακτικών του Ενιαίου Λυκείου, καθώς προβλήθηκαν, ευθύς εξ

αρχής, σαν τα κυριότερα μέσα της στρατηγικής για διάκριση – αρίστευση,

ξαφρίζοντας την «κρέμα» των οικογενειακών προϋπολογισμών. Έρευνα που

πραγματοποίησε το 1999 το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του

ΑΠΘ σε Γυμνάσια – Λύκεια του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης έδειξε

ότι το 81% των μαθητών Λυκείου και το 40% των μαθητών του Γυμνασίου καταφεύγει

στο φροντιστήριο.

Σύμφωνα με την Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδος (ΟΕΦΕ)

250.000-260.000 μαθητές παρακολουθούν φροντιστήρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης.

Το μέγεθος αυτό πρέπει να βρίσκεται πολύ κοντά στην πραγματικότητα και σύμφωνα

με τα δικά μας στοιχεία «συναρμολογείται» από 150 χιλιάδες μαθητές του

Λυκείου, δηλαδή περίπου 60% στον συνολικό λυκειακό πληθυσμό, και από 100

χιλιάδες μαθητές του Γυμνασίου, περίπου 27% στον αντίστοιχο γυμνασιακό

πληθυσμό. Σύμφωνα με τα φετινά τιμολόγια των φροντιστηρίων που απευθύνονται

στους μαθητές του Λυκείου, το μέσο ετήσιο (8-9 μήνες) κόστος ανά μαθητή

ανέρχεται σε 600 χιλιάδες, ενώ το αντίστοιχο μέσο ετήσιο κόστος για τους

μαθητές του Γυμνασίου είναι περίπου 320 χιλιάδες δραχμές.

Αυτό σημαίνει ότι η συνολική ιδιωτική εκπαιδευτική δαπάνη των οικογενειακών

προϋπολογισμών θα ανέλθει φέτος, περίπου, στα 130 δισ. Στο ποσό αυτό εκτιμούμε

ότι πρέπει να προστεθούν περίπου 25 δισ. δραχμές που υπολογίζουμε ότι είναι η

ετήσια δαπάνη για ιδιαίτερα μαθήματα.

ΒΙΒΛΙΑ – «ΛΥΣΑΡΙΑ»

Αύξηση δαπανών κατά 226%!

«Η επιχορήγηση στον Οργανισμό Έκδοσης Δημοσίων Βιβλίων από τον κρατικό

προϋπολογισμό για το έτος 2000 ήταν 3.950.000.000»

(Υπουργείο Οικονομικών – Κρατικός Προϋπολογισμός 2000)

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Βιβλίου του ΕΚΕΒΙ, η ιδιωτική δαπάνη

για σχολικά βιβλία και εγκυκλοπαίδειες αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια κατά 226%

σε σταθερές τιμές. Η μεγάλη αυτή αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης για βιβλία

κατά κύριο λόγο προήλθε στην ουσία από «σχολικά βοηθήματα», τα γνωστά μας

«λυσάρια», και βιβλία εκμάθησης ξένων γλωσσών.

Ενώ το 1989 είχαμε την έκδοση 62 τίτλων, το 1993 εκδόθηκαν 248, ενώ φέτος

προβλέπονται, σύμφωνα με τον Σύλλογο Εκδοτών Βιβλιοπωλών Αθήνας, περισσότεροι

από 1.000 τίτλοι. Απευθύνονται σ’ έναν πληθυσμό 730 χιλιάδων μαθητών

Γυμνασίου, Λυκείου και ΤΕΕ, εκ των οποίων το πιο «δυναμικό» αγοραστικό κοινό

είναι αυτό του Λυκείου (250 χιλιάδες μαθητές). Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε

σε 190 μαθητές φροντιστηρίων που φοιτούσαν σε Λύκεια της Νέας Σμύρνης και της

Καλλιθέας φάνηκε ότι όλοι χρησιμοποιούν σχολικά «λυσάρια», ενώ ένα ποσοστό

περίπου 40% είχε σχολικό «λυσάρι» για όλα τα μαθήματα της τάξης του. Μια

μέτρια ολοκληρωμένη σειρά από τα παραπάνω βιβλία για μια τάξη του Λυκείου

στοιχίζει 40 χιλιάδες δραχμές, τα «λυσάρια» του Γυμνασίου 20-30 χιλιάδες

Η συνολική ιδιωτική δαπάνη για τη φετινή χρονιά πρέπει να ξεπεράσει τα 10 δισ.

Ωδεία (μουσικά όργανα), σχολές χορού (μπαλέτο), γυμναστήρια, κολυμβητήρια,

καράτε, καθώς και τα «νεοφώτιστα» φροντιστήρια computer θα διεκδικήσουν και

φέτος, από το 10% περίπου των οικογενειακών προϋπολογισμών των 740 χιλιάδων

μαθητών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και των ΤΕΕ, με τους πιο μετριοπαθείς

υπολογισμούς, 15 δισ. δραχμές.