Η αξιωματική αντιπολίτευση, το βράδυ της εκλογικής της ήττας ανακάλυψε το

αυτονόητο. Ότι η διακυβέρνηση μιας χώρας δεν μπορεί να στηρίζεται σε πολιτικές

που τις χαρακτηρίζει η συγκρουσιακή, η πολωτική, η μονοκομματική λογική.

Μια τέτοια ανακάλυψη, έστω και το έτος 2000, σημαίνει ότι ένα συντηρητικό

πολιτικό κόμμα χρειάστηκε 26 περίπου χρόνια για να ανακαλύψει ένα από τα

μυστικά της επιτυχίας και της κοινωνικής αποδοχής στην άσκηση της πολιτικής.

Η ταύτιση όμως της θεωρίας με την πράξη, δεν είναι αυτονόητη. Πολλά τέτοια

θεωρητικά κατασκευάσματα κατέρρευσαν όταν ήρθε το «πλήρωμα του χρόνου».

Για τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ επιδίωξη ήταν πάντα οι έννοιες της συναίνεσης

και του κοινωνικού διαλόγου να είναι ενσωματωμένες μέσα στην ίδια την πολιτική

αντίληψη. Μιας συναίνεσης που δεν στέκεται στη λογιστική σχέση του 43%-44%,

αλλά επεκτείνεται πολύ περισσότερο και αγκαλιάζει τις κοινωνικές δυνάμεις,

ανεξάρτητα από την αριθμητική τους υπόσταση.

Η διαφορά προοδευτικού και συντηρητικού στοιχείου εκφράζεται συχνά σε πολλές

τέτοιες μικρές ποιοτικές διαφοροποιήσεις, που έχουν όμως σημαντικές επιπτώσεις

στην κοινωνική λειτουργία της πολιτικής.

Με άλλα λόγια, η νέα θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι το 44% δεν μπορεί

να αγνοεί το 43%, δεν είναι μόνο μια ρητορεία, αφού κάθε κυβέρνηση με

προοδευτικό προσανατολισμό επιζητεί την κοινωνική συναίνεση για λόγους τόσο

αποτελεσματικότητας όσο και ιδεολογικών αξιών. Υποκρύπτει και μια βαθύτατη

περιφρόνηση στη δημοκρατία, στο υπόλοιπο 13%, αλλά και στο 43% που υποτίθεται

ότι εκφράζει. Γιατί είναι απίθανο ο κόσμος ή τουλάχιστον η πλειοψηφία των

πολιτών που ψήφισε τη Ν.Δ. ­ να εκφράζεται πράγματι από την αλαζονική αυτή

θέση.

Τελικώς, βέβαια, υπάρχει και άλλο ένα θέμα. Ότι άλλο η κοινωνία του 43% και

άλλο οι 125 βουλευτές. Αυτό που πολιτικά και δημοκρατικά έχει τεράστια

σημασία, είναι οι πολιτικές και πρακτικές της κυβέρνησης να αγκαλιάζουν όσο

γίνεται πιο πλατιά στρώματα της κοινωνίας. Να δημιουργούν τις συνθήκες για μια

συνεχή και ουσιαστική πρόοδο στην Ελλάδα. Μια πρόοδο που δεν τεμαχίζεται σε

43%-44%-13%.

Η κοινοβουλευτική δύναμη της αντιπολίτευσης πρέπει η ίδια να αποδείξει ότι δεν

είναι αποκομμένη από τις ευρύτερες κοινωνίες και πολιτικές αντιλήψεις που

δημιουργεί στους πολίτες η κυβερνητική πολιτική. Να έχει την τόλμη να

συμφωνήσει εκεί όπου το κοινό αίσθημα και το συμφέρον της χώρας το επιβάλλουν

και φυσικά να διαφωνήσει στην αντίθετη περίπτωση. Μέσα από μια τέτοια πρακτική

θα μετατρέψει μια κενή ρητορεία σε ουσιαστική θέση.

Η συστηματική και στείρα άρνηση, που είναι σήμα κατατεθέν στην πολιτική ζωή

του τόπου, από μόνη της δεν νομιμοποιεί τον καταγγελτικό λόγο για έλλειψη

συναινετικών διαδικασιών.

Ο Τάσος Γιαννίτσης είναι οικονομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού.