Ο Πρωθυπουργός κ. Σημίτης, μιλώντας την Τετάρτη στις 15 Μαρτίου στο Ζάππειο,

παρουσίασε τις προγραμματικές δεσμεύσεις του κόμματός του για το «νέο

κοινωνικό κράτος». Σκοπός του, βέβαια, ήταν η διάψευση όλων εκείνων των

απόψεων, ακόμη και εκείνων εντός του κόμματός του, που υποστηρίζουν ότι το

σημερινό ΠΑΣΟΚ δεν εκφράζει πλέον τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες.

Ένας από τους τομείς στον οποίο αναφέρθηκε ο κ. Σημίτης είναι και αυτός της

απασχόλησης. Πιο συγκεκριμένα υποσχέθηκε τη δημιουργία «… 300.000 νέων

θέσεων εργασίας και νέων ευκαιριών απασχόλησης μέσα στη νέα τετραετία».

Ακόμη εξήγγειλε τη «… δημιουργία άλλων 300.000 θέσεων κατάρτισης ανέργων

μέσω του ΟΑΕΔ και των ΚΕΚ με την αξιοποίηση των σχετικών χρηματοδοτήσεων της

Ε.Ε.».

Τι είναι, όμως, όλα αυτά τα οποία υποσχέθηκε ο Πρωθυπουργός με τόσο πανηγυρικό

τρόπο; Μήπως έκανε νέες προτάσεις ή παρουσίασε καινούργιες λύσεις για τα

προβλήματα των ανέργων;

Όχι. Απλώς προτίμησε να προβεί σε μία ακατάσχετη υποσχεσιολογία, όπως έκανε

προεκλογικά και το 1996, υποσχόμενος 330.000 νέες θέσεις εργασίας. Και βέβαια

δεν τόλμησε να αναφερθεί στο γεγονός ότι χάρη στην πολιτική του την τελευταία

τετραετία 150.000 Έλληνες έχασαν τη δουλειά τους.

Η σημερινή πραγματικότητα είναι εφιαλτική.

* Η ανεργία στη χώρα μας από το 9,6% που ήταν το 1997 έφτασε τον Απρίλιο του

1998 στο 11,7% σημειώνοντας αύξηση 2,1 ποσοστιαίων μονάδων, τη μεγαλύτερη στην

Ε.Ε.

* Το 1996, το ποσοστό της ανεργίας στην Ελλάδα ήταν μικρότερο από τον μέσο όρο

της Ε.Ε., ενώ τον Απρίλιο του 1997 το ποσοστό αυτό ξεπέρασε τον ευρωπαϊκό μέσο

όρο.

* Οι άνεργοι ξεπερνούν τις 600.000. Από αυτούς οι 130.000 είναι απόφοιτοι της

Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

* Ένας στους τρεις νέους ηλικίας κάτω των 25 είναι άνεργος.

* Το 60% των ανέργων είναι γυναίκες.

Μπροστά σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα ο κ. Σημίτης δεν κάνει τίποτα άλλο

από το να προσπαθεί να αποκρύψει την ανεπάρκεια της κυβερνητικής πολιτικής

μέσω νέων υποσχέσεων.

Μιλάει για τη δημιουργία 300.000 νέων θέσεων απασχόλησης και κατάρτισης

χρησιμοποιώντας κοινοτικές χρηματοδοτήσεις, ενώ αποκρύπτει το γεγονός ότι οι

ρυθμοί απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων των δύο βασικών προγραμμάτων για την

απασχόληση ήταν το 1999 μόλις 68% και 33%. Έτσι, χάρη στην ανικανότητα της

κυβέρνησης οι Έλληνες άνεργοι έχασαν κοινοτικές χρηματοδοτήσεις ύψους 560

εκατ. ECU. Κονδύλια που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για προγράμματα

επαγγελματικής κατάρτισης και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι το πρόβλημα δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με

ευχολόγια και διακηρύξεις. Πόσο μάλλον τώρα που ο κόσμος αλλάζει με ολοένα και

γρηγορότερους ρυθμούς. Η ίδια η φύση της εργασίας αλλάζει. Κοιτάζοντας τι

συμβαίνει γύρω μας θα δούμε πως έννοιες όπως «ίδια δουλειά για μια ζωή» (job

for life) αρχίζουν και υποχωρούν. Ο αυξημένος ανταγωνισμός και οι νέες

τεχνολογίες δημιουργούν ένα νέο οικονομικό περιβάλλον, όπου χρήσιμος είναι

αυτός που έχει τις κατάλληλες γνώσεις για να εκτελεί διαφορετικές δουλειές

κατά τη διάρκεια της ζωής του. Η τεχνολογία αλλάζει τον τρόπο εργασίας, όπως

έκανε και πολλές φορές στο παρελθόν. Μέσα σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον,

ξεχωριστές είναι οι περιπτώσεις της Μεγάλης Βρετανίας και των Ηνωμένων

Πολιτειών της Αμερικής, όπου έχουν καταφέρει να λύσουν το πρόβλημα της

ανεργίας (περίπου 3% και 4% αντιστοίχως). Ακόμη, ο Ισπανός συντηρητικός Χοσέ

Μαρία Αθνάρ κατάφερε να δημιουργήσει 700.000 νέες θέσεις εργασίας μειώνοντας

την ανεργία από το 22% στο 15% μέσα σε 4 χρόνια.

Τα πιο πάνω παραδείγματα δείχνουν πως η λύση στο πρόβλημα της απασχόλησης

είναι οι φιλελεύθερες ιδέες. Μέτρα όπως η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, η

υλοποίηση ειδικών προγραμμάτων τοπικού χαρακτήρα σε περιοχές που έχουν

χαρακτηρισθεί ως «θύλακοι ανεργίας», η μείωση των φόρων για τις επιχειρήσεις

που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, η ειδική χρηματοδοτική στήριξη των

μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η εφαρμογή προγραμμάτων ανάπτυξης για την ορεινή

και νησιωτική Ελλάδα και η απελευθέρωση των αγορών έχουν δοκιμασθεί και έχουν

φέρει αποτέλεσμα.

Τα μέτρα αυτά, όμως, θέλουν τόλμη και θάρρος. Πράγμα που η κυβέρνηση του κ.

Σημίτη δεν διαθέτει. Τα προβλήματα που γεννά η προοπτική της νέας παγκόσμιας

οικονομίας δεν λύνονται με διαχείριση. Η σημερινή άτολμη και διστακτική Ελλάδα

δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τις ελπίδες εκείνων που έχουν μείνει

χωρίς δουλειά. Χρειαζόμαστε να δώσουμε ξανά δουλειά στα παιδιά μας.

Χρειαζόμαστε ο τόπος να κάνει μια νέα αρχή.

Χρειαζόμαστε μια αλλαγή εποχής.

Η Ντόρα Μπακογιάννη είναι υποψήφια βουλευτής της Ν.Δ. στην Α’ Αθήνας