«Μη φοβάστε την παγκοσμιοποίηση», είναι ο τίτλος του βιβλίου του Όσκαρ

Λαφοντέν που πρόσφατα προστέθηκε στις πολλές ήδη περιγραφές, αναλύσεις,

κριτικές και αξιολογήσεις που επιχειρούν να καλύψουν το φαινόμενο της

οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Οι περισσότερες προϋποθέτουν ότι οι αναγνώστες

γνωρίζουν στοιχειωδώς το εξαιρετικά πολύπλοκο αυτό θέμα και ορισμένες

τουλάχιστον από τις σαρωτικές επιπτώσεις του.

Οι αναλύσεις αυτές βασίζονται συνήθως σε γενικές ιδέες με υψηλό βαθμό

πολιτικής και οικονομικής προκατάληψης, αφού δεν υπάρχουν ακόμη αξιόπιστοι και

αποδεκτοί από όλους οικονομικοί και κοινωνικοί δείκτες που να μετρούν σε βάθος

το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης.

Το αποτέλεσμα είναι ότι τείνουν να υπεραπλουστεύουν το θέμα, καταλήγοντας στη

μία ή στην άκρως αντίθετη πλευρά εκτίμησης, σε βαθμό που κυμαίνεται ανάλογα με

τις οικονομολογικές ή τις ευρύτερα ιδεολογικές τοποθετήσεις των διαφόρων αναλυτών.

Η ανομοιομορφία ή και η αντίθεση των συμπερασμάτων ξεκινά από το ότι οι πιο

πολλές αναλύσεις έχουν βασισθεί μονομερώς σε ορισμένες συγκεκριμένες πλευρές

της παγκοσμιοποίησης, που προσφέρονται ευνοϊκά για τα όποια συμπεράσματα

επιθυμούν οι διάφοροι αναλυτές, αγνοώντας, συνειδητά ή όχι, τις επιπτώσεις που

προέρχονται από άλλες πλευρές της. Είναι αναπόφευκτο λοιπόν να επικρατεί η

προκατάληψη, αφού τα επιμέρους συμπεράσματα από τη μελέτη απομονωμένων πλευρών

της παγκοσμιοποίησης καταλήγουν να γενικεύονται και να χρησιμοποιούνται για

την ερμηνεία ολόκληρου του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης.

Η διαφοροποίηση αυτή απορρέει επίσης και από το λανθασμένο σημείο εκκίνησης

στο οποίο έχουν βασισθεί οι διάφορες αναλύσεις. Σύμφωνα με αυτές η

παγκοσμιοποίηση είναι απλώς η φυσική συνέχεια και ποσοτική εξέλιξη, δηλαδή μια

απλή μεγιστοποίηση των μεγεθών της μέχρι πρότινος οικονομικής αλληλεξάρτησης.

Αυτό βέβαια ισχύει μόνο για ορισμένες συγκεκριμένες πλευρές της. Στη πράξη η

παγκοσμιοποίηση δεν εξαντλείται μόνο με μια τέτοια απλουστευμένη θεώρηση. Η

μετεξέλιξή της στο παρόν στάδιο προήλθε μέσω μιας ποιοτικής αλλαγής του

παλαιότερου φαινομένου της αλληλεξάρτησης, πολύ πέραν δηλαδή της απλής

επέκτασης των οικονομικών σχέσεων των χωρών σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η εξέλιξη αυτή του φαινομένου της παγκοσμιοποίησης είναι αποτέλεσμα κυρίως της

δραστικής απελευθέρωσης των διαφόρων αγορών και της διεθνούς ενοποίησής τους.

Η απελευθέρωση των αγορών (αγορές υπηρεσιών, εμπορευματικές αγορές,

χρηματοπιστωτικές αγορές κ.λπ.) ήταν μια διαδικασία που άρχισε με τη μερική

κατάργηση της προνομιακής μεταχείρισης των δημοσίων επιχειρήσεων και

οργανισμών. Προωθήθηκε κατόπιν μέσω των εθνικών προγραμμάτων ιδιωτικοποίησης,

για να καταλήξει ακολούθως στην ελευθεροποίησή τους και τέλος στην τρέχουσα

διαδικασία ενοποίησής τους.

Η παγκοσμιοποίηση στηρίχθηκε επίσης στη σημαντική μετανάστευση ορισμένων

οικονομικών παραγωγικών μέσων σε άλλες χώρες υποδοχής, καθώς και στην

πρωτοφανή ανάπτυξη των διεθνών αγορών ενδιάμεσων εισροών – εκροών παραγωγής.

Η διαδικασία αυτή διαμορφώθηκε και επιταχύνεται λόγω της παράλληλης ανάπτυξης

των νέων τεχνολογιών, της ταχείας εξέλιξης των μέσων επικοινωνίας, της

πληροφορικής, της δημιουργίας νέων ευέλικτων τραπεζικών προϊόντων, της

δυναμικότητας των χρηματιστηριακών αγορών, της αυτοματοποίησης των συστημάτων

διοίκησης των επιχειρήσεων, της ευκολίας και του χαμηλού κόστους των μέσων

μεταφοράς κ.λπ. Η μετανάστευση ορισμένων οικονομικών παραγωγικών μέσων

ξεκίνησε με τη μεταφορά ενός μέρους της βιομηχανικής παραγωγής των

ανεπτυγμένων χωρών επιλεκτικά σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες.

Η μεταφορά αυτή περιέλαβε αρχικά βιομηχανικούς κλάδους έντασης εργασίας λόγω

του χαμηλού εργασιακού κόστους στις χώρες υποδοχής. Συνεχίσθηκε με την

εγκατάσταση και άλλων κλάδων για να επωφεληθούν από τις φορολογικές

ελαφρύνσεις που προσφέρουν οι χώρες υποδοχής, τους χαλαρούς περιβαλλοντικούς

περιορισμούς, τον συναινετικό χαρακτήρα των τοπικών εργατικών σωματείων κ.λπ.

Τέλος η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης γιγαντώθηκε λόγω της παραγωγής

ενδιάμεσων, δηλαδή ημιτελών, προϊόντων, εξαρτημάτων ή επιμέρους κομματιών στις

αρχικές χώρες τα οποία ακολούθως εξάγονται για περαιτέρω επεξεργασία σε άλλες

χώρες. Αυτές με τη σειρά τους τα επανεξάγουν σε τρίτες χώρες για νέα

επεξεργασία κ.λπ. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβάνεται πολλές φορές μέχρι να

παραχθεί το τελικό προϊόν. Δεν αποκλείεται έτσι η περίπτωση επανεπιστροφής του

ενδιάμεσου προϊόντος περισσότερες από μία φορά στις ίδιες χώρες κατά τη

διάρκεια του κύκλου αυτού. Η πολλαπλή αυτή διασυνοριακή ροή των ενδιάμεσων

προϊόντων γίνεται επειδή ακριβώς η παραδοσιακή διαδικασία βιομηχανικής

παραγωγής έχει κατακερματισθεί με αποτέλεσμα η παλιά έννοια του όρου «χώρα

προέλευσης» να είναι πλέον άνευ σημασίας.

Η νέα αυτή μορφή οικονομικής ενοποίησης αποτελεί τον πυρήνα του φαινομένου της

παγκοσμιοποίησης. Η καταγραφή και μέτρηση των πολλών αυτών παραγωγικών ροών

καθίσταται πλέον εξαιρετικά πολύπλοκη, ενώ η παρακολούθησή τους από τις

κρατικές αρχές τούς επιβάλει ένα νέο ρόλο, στα πλαίσια υποστήριξης των

ιδιωτικών δραστηριοτήτων για την παραγωγή και το εμπόριο των ενδιάμεσων

προϊόντων. Θέματα όπως οι δασμολογικές ρυθμίσεις, ο υπολογισμός της

παραγόμενης προστιθέμενης αξίας και της απαιτούμενης φορολογικής επιβάρυνσης,

ο καθορισμός του ύψους των πιθανών επιδοτήσεων, η χάραξη της κατάλληλης

εμπορικής πολιτικής κ.λπ. αποτελούν πλέον καινούργιες προκλήσεις στη χάραξη

εθνικής στρατηγικής και προϋποθέτουν αυξημένη εφευρετικότητα από τις

κυβερνήσεις για την προώθηση των νέων αρχών οικονομικής ενοποίησης.

Χωρίς αμφιβολία το θέμα αυτό είναι εξαιρετικά πολύπλοκο και επηρεάζει κάθε

οικονομική, κοινωνική, αλλά και άλλες δραστηριότητες. Μια απλή λοιπόν απάντηση

σχετικά με τις επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης θα ήταν παρακινδυνευμένη

απλούστευση χωρίς πρακτική αξία, αφού οι γνώμες γι’ αυτή διίστανται σε τόσο

μεγάλο βαθμό. Υπάρχουν οι θερμοί υποστηρικτές της, ενώ άλλοι αντιμετωπίζουν με

σκεπτικισμό το φαινόμενο. Πολλοί τονίζουν τις αρνητικές πλευρές ­ που

αναμφίβολα είναι αρκετές ­ ορισμένοι μάλιστα φθάνουν σε λεπτομερείς

καταστροφολογικές αναλύσεις.

Όλοι όμως συμφωνούν, ακόμη και οι επικριτές της, ότι η παγκοσμιοποίηση δεν

αποτελεί πλέον ένα είδος οικονομικής ή πολιτικής επιλογής, αλλά είναι μια

πραγματικότητα, μια πορεία μη ανατρέψιμη, χωρίς δυνατότητα επιστροφής στο

παρελθόν. Πρέπει λοιπόν να μάθουμε, όσο γίνεται πιο γρήγορα, να λειτουργούμε

αποτελεσματικά στα πλαίσια των απαράβατων αρχών της, με βάση τους κανόνες που

επιβάλλει σαρωτικά σε όλους ανεξαιρέτως τους οικονομικούς τομείς, τις

κοινωνικές ομάδες, τις οικονομικές ενότητες, σε όλες τις χώρες. Όσο πιο

επιτυχώς συμβιώσουμε μαζί της τόσο καλύτερα θα μπορέσουμε να εκμεταλλευθούμε

τα όποια οφέλη της και κυρίως να ελαχιστοποιήσουμε τις αρνητικές της

επιπτώσεις, που ακόμα είναι δύσκολο να μετρηθούν, αν όχι να αξιολογηθούν ποιοτικά.