Στο φορείο. Η Εύη Σοφίλου στον διάδρομο του ΚΑΤ. Δεξιά, η μητέρα της Στυλιανή

περιμένει με αγωνία τις εξετάσεις…

Ήταν αποφασισμένη να ζήσει και τα κατάφερε. Θαμμένη για 46 ολόκληρες ώρες κάτω

από τόνους μπετόν σε ό,τι απόμεινε από το τριώροφο εργοστάσιο της Ρικομέξ

Α.Ε., η 31χρονη Εύη Σοφίλου έδινε όλο αυτό το διάστημα τη δική της μάχη να

κρατηθεί στη ζωή, χωρίς να έχει συνειδητοποιήσει τι της είχε συμβεί.

Θα το μάθαινε πολύ αργότερα, όταν οι άνδρες του γαλλικού συνεργείου κατάφεραν

να την απεγκλωβίσουν και το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ τη μετέφερε στο ΚΑΤ. Κι εκεί,

στον χώρο των εξωτερικών ιατρείων όταν η μητέρα της Στυλιανή Σοφίλου θα σκύψει

συγκινημένη πάνω από το φορείο να τη φιλήσει, η Εύη θα ξεσπάσει: «Μανούλα τι

ήταν αυτό… Τι σεισμός ήταν αυτός. Φοβάμαι μανούλα, μη φεύγεις…».

Ο άνδρας της

Λίγη ώρα μετά τον απεγκλωβισμό της βρεθήκαμε δίπλα της στα εξωτερικά ιατρεία

του ΚΑΤ μαζί με τον σύζυγό της και καλό συνάδελφο Χρήστο Βασιλόπουλο. Μέσα από

τα μισόκλειστα μάτια της ρωτάει τον Χρήστο καθώς οι νοσοκόμοι τη μεταφέρουν με

το φορείο στον αξονικό τομογράφο: «Ποιος είναι αυτός ο Τζιχάντ;..». Ο Χρήστος

βρίσκει το κουράγιο και χαμογελάει: «Σε πέρασε για έναν φίλο μας οδοντίατρο

που του μοιάζεις». Ύστερα σκύβει τρυφερά πάνω της: «Όλα θα πάνε καλά Εύη…».

«Εν θερμώ»

Το φορείο με την Εύη χάνεται στο βάθος του διαδρόμου και ο Χρήστος

Βασιλόπουλος, ο οποίος για δύο ολόκληρες ημέρες άυπνος έζησε «Εν θερμώ» πάνω

στα χαλάσματα της Ρικομέξ τις πιο συγκλονιστικές ώρες της ζωής του ψάχνοντας ο

ίδιος με τα χέρια του μέσα στα μπάζα να βρει τη γυναίκα του, παίρνει τώρα μια

βαθιά ανάσα και προσπαθεί να συνέλθει κι αυτός: «Είναι ακόμη σε κατάσταση

σοκ… Λίγη ώρα πριν, μέσα στο ασθενοφόρο, δεν έδειχνε να ξέρει για τον σεισμό

ούτε τι της είχε συμβεί. Κάποια στιγμή με ρώτησε μάλιστα «Στο σπίτι είμαι;».

Αλλά και πριν που της μιλούσα για ώρες, πάλι δεν ήξερε πού βρισκόταν, τι ημέρα

και τι ώρα ήταν… Όταν για πρώτη φορά σήμερα το πρωί είδε το φως του ήλιου

μέσα από την τρύπα, κατάλαβε πως ήταν μέρα…».

Στο πλευρό της Εύης στο ΚΑΤ εκτός από τον σύζυγό της και τους δικούς του, η

μητέρα της Στυλιανή, οι αδελφές της, φίλοι και φίλες, ακόμα δεν μπορούν να

πιστέψουν πως η Εύη έχει σωθεί.

Στην εντατική

Μία ώρα αφότου έφτασε στο ΚΑΤ κι ενώ συμπληρώνονταν δύο 24ωρα από τον

τρομακτικό σεισμό, η Εύη Σοφίλου μεταφέρεται στην Εντατική Μονάδα του

νοσοκομείου για προληπτικούς κυρίως λόγους όπου θα παραμείνει μέχρι σήμερα. Ο

συνάδελφος και φίλος Χρήστος Βασιλόπουλος αφήνει έναν αναστεναγμό ανακούφισης.

­ Έχει συνειδητοποιήσει τι της συνέβη;

«Δεν έχει καταλάβει ακόμη τι έχει γίνει. Δεν θυμάται τη στιγμή του σεισμού. Το

μόνο που είχε συνειδητοποιήσει ήταν πως είχε καταπλακωθεί… Όλες αυτές τις

ώρες μέχρι που την εντόπισαν πιστεύω πως δεν πρέπει να είχε κάποια επαφή. Θα

πρέπει ή να κοιμόταν ή να είχε χάσει τις αισθήσεις της.

Από τη στιγμή όμως που ήρθε σε επαφή με τους έξω κι άρχισε να μιλάει, ήταν

αποφασισμένη να ζήσει και το έδειχνε. Αν και δεν ήξερε τι είχε συμβεί. Σήμερα

ρωτούσε για τον γιο μας τον Βασιλάκη, για όλους μας, αν είμαστε καλά…».

Δυναμική κοπέλα και με γρήγορα αντανακλαστικά, όπως πιστεύει ο σύζυγός της,

την ώρα του σεισμού πετάχτηκε από το γραφείο της και προσπάθησε να βγει από

την έξοδο. Δεν πρόλαβε όμως, η σκάλα έπεσε πάνω της και μαζί όλο το τριώροφο

κτίριο σαν χαρτόκουτο.

Ελπίδες

«Η σκάλα που έπεσε πάνω της την έσωσε και την προστάτεψε από κάτω. Πιστεύω ότι

επιβίωσε από τύχη, όμως είναι μια γυναίκα με πολύ γερή κράση και μεγάλη

θέληση. Όλες αυτές τις ώρες της ατελείωτης αγωνίας μέχρι να την εντοπίσουν,

πίστευα πως αν κάποιοι είχαν επιζήσει κάτω από τα ερείπια θα ήταν ανάμεσά τους

και η Εύη…», μας είπε ο Χρήστος.

Με τα χέρια

Από τις 6 το απόγευμα που έφτασε στον χώρο του εργοστασίου, ο Χρήστος

Βασιλόπουλος με τη βοήθεια των ανδρών της ΕΜΑΚ άρχισε να ψάχνει και ο ίδιος

σκάβοντας πολλές φορές και με τα χέρια μέσα στα χαλάσματα να βρει κάποιο ίχνος

της γυναίκας του. Γύρω στη μία χθες τα ξημερώματα αποκαμωμένος από την πολύωρη

προσπάθεια κατευθύνθηκε σ’ ένα αυτοκίνητο να ξαποστάσει. Εκείνη τη στιγμή,

όπως λέει, άκουσε την αδελφή της γυναίκας του, τη Σοφία, να φωνάζει το όνομα

της Εύης. Έτρεξε στο σημείο όπου την είχαν εντοπίσει. Και από εκείνη την ώρα

δεν απομακρύνθηκε από την τρύπα μέχρι που την απεγκλώβισαν…

«Είσαι καλά;»

«Όταν την εντόπισαν έσκυψα και της φώναξα: «Είσαι καλά;». «Ναι…» άκουσα τη

φωνή της. Της ξαναφώναξα «Μέτρα…». Πρόλαβε να μετρήσει «Ένα, δύο…». Τη

διέκοψα «Φτάνει…». Μου ήταν αρκετό. Από εκείνη τη στιγμή ήξερα πως θα ζήσει

και πως θα έβγαινε σώα…».