Η χρηματιστηριακή αγορά ήταν φιλόξενη μόνο για μεγάλες ή μεσαίες επιχειρήσεις,

με κεφάλαια τουλάχιστον 500 εκατ. δραχμών. Μέχρι το τέλος του χρόνου, όμως, θα

λειτουργήσει και μία τρίτη χρηματιστηριακή αγορά, για νέες, μικρές και

αναπτυσσόμενες εταιρείες



Ενα νέο μεγάλο σχέδιο για τη λειτουργία και τρίτης χρηματιστηριακής αγοράς,

που θα απευθύνεται στις μικρές και αναπτυσσόμενες εταιρείες και που θα

στοχεύει στην παροχή δυνατότητας άντλησης κεφαλαίων για επενδύσεις, έχει

ξεκινήσει το Χρηματιστήριο Αθηνών η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και το υπουργείο

Εθνικής Οικονομίας.

Το σχέδιο προβλέπει ότι στην τρίτη αγορά θα εισάγονται μετοχές μικρών

επιχειρήσεων που έχουν κεφάλαια τουλάχιστον 150-500 εκατομμύρια δρχ.

Υπολογίζεται ότι στην Ελλάδα λειτουργούν περίπου 7.000 αναπτυσσόμενες μικρές

εταιρείες, που πληρούν αυτά τα χαρακτηριστικά.

Η νέα αγορά, είπε στην «Οικονομία» ο πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Αθηνών κ. Σπ.

Κουνιάκης, «θα έχει έντονα χαρακτηριστικά, τα οποία θα την διαχωρίζουν πλήρως

από την Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών», και επισημαίνει ότι: «Τώρα

είμαστε σε φάση συγκρότησης για την επιτροπή που θα δημιουργήσει το πλαίσιο

λειτουργίας της νέας αγοράς». Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, η τρίτη αγορά

για τις μικρές εταιρείες υπολογίζεται πως δεν θα έχει μόνο ποσοστικά

χαρακτηριστικά που αφορούν τα κεφάλαια της εταιρείας αλλά και ποιοτικά

χαρακτηριστικά, ώστε να υπάρξει σαφής διαχωρισμός από την Παράλληλη Αγορά.

Οι κατευθύνσεις

Έτσι, έχουν δοθεί κατευθύνσεις, ώστε το Χρηματισήριο των μικρών εταιρειών να

απευθύνεται σε:

1Εταιρείες που θα έχουν ­ ως έναν βαθμό ­ ενσωματώσει ή και θα παράγουν

τεχνολογίες αιχμής.

2 Επιχειρήσεις που παρουσιάζουν γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης. Θα τεθεί,

για παράδειγμα, περιορισμός, σύμφωνα με τον οποίο η εταιρεία πρέπει να αυξάνει

το ενεργητικό της κατά 20%-30% ετησίως.

3 Οικονομικές μονάδες με κεφάλαια ­ σύμφωνα με τους πρώτους

υπολογιοσμούς ­ τουλάχιστον 200 εκατομμυρίων δρχ.

4 Νέες εταιρείες με μικρό χρόνο ζωής. Για παράδειγμα, θα είναι

εταιρείες που έχουν εμφανιστεί στην αγορά τρία χρόνια πριν από την εισαγωγή τους.

5 Εταιρείες που, τουλάχιστον κατά την περίοδο που κάνουν αίτηση

εισαγωγής στην τρίτη αγορά, θα έχουν περάσει σε φάση κερδοφορίας. Δεν θα

απαιτούνται, όμως, τρεις συνεχείς κερδοφόρες χρήσεις, κατά τα προηγούμενα έτη.

Άλλα χαρακτηριστικά

Όμως, οι διαφορές της νέας αγοράς για τις μικρές επιχειρήσεις δεν σταματούν

εδώ, καθώς ­ σύμφωνα με τις βασικές κατευθύνσεις που έχουν μελετηθεί ­ ο

τρόπος εισαγωγής και ο έλεγχος που θα γίνεται στις εταιρείες αυτές, θα έχει

άλλα εντονότερα χαρακτηριστικά.

Για παράδειγμα, οι εταιρείες οι οποίες εισάγονται σήμερα στην Κύρια ή την

Παράλληλη Αγορά του Χρηματιστηρίου Αθηνών, όταν κάνουν αίτηση εισαγωγής,

παρουσιάζουν τα στοιχεία τους και εξηγούν ότι θέλουν να αντλήσουν κεφάλαια για

επενδύσεις, εξυπηρέτηση βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων κ.λπ.

Αντίθετα, για την τρίτη αγορά επικρατεί η σκέψη να εισάγονται οι εταιρείες,

αφού παρουσιάσουν πρώτα αναλυτικό επιχειρηματικό σχέδιο (business plan), όπου

θα εξηγούν τι ακριβώς θα κάνουν με τα κεφάλαια που θα αντλήσουν από το

επενδυτικό κοινό.

Επίσης, η υλοποίηση του επενδυτικού σχεδίου θα πρέπει να γίνεται «κατά τας

γραφάς», δηλαδή όπως προβλέπει το αναλυτικό business plan, που θα συνοδεύει

την αίτηση εισαγωγής της εταιρείας.

Η πραγματοποίηση των επενδύσεων θα πρέπει να γίνεται μέσα σε συγκεκριμένα

χρονικά περιθώρια και η πρόοδος των έργων θα ελέγχεται αυστηρά, σύμφωνα

τουλάχιστον με τις καετυθύνσεις που έχουν δοθεί για τη δημιουργία της νέας αγοράς.

Η παρακολούθηση

Η παρακολούθηση της προόδου των εργασιών, σύμφωνα με τις πρώτες σκέψεις, θα

γίνεται από την ίδια κεντρική υπηρεσία, η οποία θα αναλάβει και το έργο της

αξιολόγησης των εταιρειών οι οποίες θα εισάγονται στη νέα αγορά των νέων,

μικρών και αναπτυσσόμενων επιχειρήσεων.

Δηλαδή, η εταιρεία θα υποβάλλει ένα πλάνο εξηγώντας ότι θέλει να αντλήσει

κεφάλαια π.χ. 100 εκατομμυρίων δρχ., για να δημιουργήσει μία βιοτεχνική μονάδα

και για να την εξοπλήσει. Θα υποβάλλει το σχέδιο με την αίτηση εισαγωγής και,

στη συνέχεια, θα ελέγχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα από τις υπηρεσίες που

έδωσαν το πράσινο φως για την εισαγωγή της.

Θα εξετάζεται η πρόοδος των εργασιών, η προμήθεια του εξοπλισμού και η

λειτουργία της νέα μονάδας.

Όμως, εκτός από τις υπηρεσίες που θα είναι αρμόδιες για την εισαγωγή και τον

έλεγχο της εταιρείας, ευθύνη θα έχει, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που έχουν

δοθεί, και η ανάδοχος εταιρεία της νεοεισαχθείσης. Αυτό σημαίνει ότι οι

τράπεζες και οι χρηματιστηριακές εταιρείες θα πρέπει να ελέγχουν και να δίνουν

στοιχεία για την πορεία των επενδύσεων, στις επιχειρήσεις αυτές.

Η μελέτη

Η μελέτη για τη σκοπιμότητα και τη βιωσιμότητα της νέας χρηματιστηριακής

αγοράς για μικρές επιχειρήσεις έγινε πρόσφατα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι

πράγματι οι μικρές αναπτυσσόμενες εταιρείες θα βοηθηθούν, καθώς και στο

συμπέρασμα ότι το νέο Χρηματιστήριο θα έχει επιτυχία και θα τραβήξει την

προσοχή των επενδυτών.

Στη συνέχεια, αποφασίστηκε η συγκρότηση επιτροπής, η οποία θα δημιουργήσει το

θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία της νέας αγοράς. Η επιτροπή αυτή θα

λειτουργήσει, σε γενικές γραμμές, με βάση τους παραπάνω κανόνες, όπως

αναφέρουν πηγές της «Οικονομίας».

Κατ’ αρχήν, υπάρχει η σκέψη να δημιουργηθούν υπηρεσίες αξιολόγησης των μικρών

εταιρειών που θα εισαχθούν στο Χρηματιστηριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης.

Ο έλεγχος

Το στοιχείο του ελέγχου των επιχειρήσεων σε κάθε φάση υλοποίησης του

επενδυτικού τους σχεδίου θα είναι ένας νέος θεσμός για την ελληνική αγορά.

Οι αρμόδιοι εκτιμούν ότι ο θεσμός αυτός θα δώσει σιγουριά στους επενδυτές που

αποφασίζουν να εμπιστευθούν νέες και μικρές εταιρείες.

Η πρακτική αυτή, με τους συνεχείς ελέγχους και τη γνωστοποίηση στοιχείων,

αποτελεί πιστοποιητικό διαφάνειας για τις επιχειρήσεις και ισχυροποιεί τον

δεσμό που έχουν με τους μετόχους τους και το επενδυτικό κοινό.

Από την άλλη αποτελεί, σύμφωνα με τους αρμοδίους, και κίνητρο για τις

επιχειρήσεις ώστε να επιτύχουν τους στόχους τους και να «περάσουν» προς τους

επενδυτές την εικόνα της σοβαρής εταιρείας, η οποία αναπτύσσεται και «δεν έχει

κάτι να κρύψει, αντίθετα έχει να δείξει πολλά».

Το σχέδιο για τη νέα αγορά συνδέεται με την

πολιτική ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στο εξωτερικό λειτουργούν

ανάλογες αγορές και η προοπτική είναι να ενωθεί, από το έτος 2001, η μικρή

ελληνική αγορά με τις ευρωπαϊκές και οι μετοχές των εταιρειών να

διαπραγματεύονται σε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό Χρηματιστήριο, το Euro Ν.Μ. Αυτήν τη

στιγμή, στη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και τη Γαλλία λειτουργεί η αγορά

αυτή σε μία ενιαία πλατφόρμα.

Οι βελγικές εταιρείες διαπραγματεύονται στην ενιαία αγορά και οι Γερμανοί

επενδυτές μπορούν να αγοράσουν και να πουλήσουν μετοχές των εταιρειών αυτών.

Ο θεσμός σύντομα πρόκειται να καλύψει και τις μικρές αγορές άλλων κρατών. Για

παράδειγμα, μικρή αγορά έχει και η Κοπεγχάγη της Δανίας, που αναμένεται να

ενταχθεί στο ενιαίο σύστημα. Σύντομα, μικρή αγορά θα αποκτήσουν και η Ιταλία,

όπως και η Αυστρία, οι οποίες θα ήθελαν επίσης να ενταχθούν στο Euro Ν.Μ.

Όμως, για να ενταχθεί και η ελληνική αγορά, όταν θα δημιουργηθεί, θα

χρειασθούν βαθύτερες αλλαγές. Έτσι, θα πρέπει η Ελλάδα να ενταχθεί στην ΟΝΕ

και να υιοθετήσει το κοινό νόμισμα.

Άρα, και η εισαγωγή της νέας αγοράς στην κοινή ευρωπαϊκή πλατφόρμα θα

μελετηθεί από το 2001, σύμφωνα με τον σχεδιασμό των αρμοδίων.

Τότε, θα μπορούν να γίνονται και οι συναλλαγές στο κοινό νόμισμα.