Η πολιτική, δυστυχώς ή όχι, ασχολείται με το πραγματικό, το όντως υπάρχον, τους πραγματικούς λαούς, τους ρεαλιστικούς συσχετισμούς δυνάμεων, τους εφικτούς στόχους και, όταν μπορεί και έχει τα προσόντα, κάνει την υπέρβαση και φτάνει στο φαινομενικά ανέφικτο. Οποιον δεν τον ενδιαφέρει η ευρύτερη πραγματικότητα δεν πολιτεύεται, κάνει κάτι άλλο, γίνεται ζαχαροπλάστης, μελισσοκόμος, ή παίρνει μια κατσίκα κι ένα Μάκιντος, ανεβαίνει στο βουνό και αρχίζει να γράφει ποιήματα.

Πολλοί διανοούμενοι Αμερικάνοι, για παράδειγμα, το Χόλιγουντ και μεγάλη μερίδα αυτάρεσκων πολιτικών, γαλουχημένοι με αυταπάτες και κλισέ, απολογούμενοι αενάως σε κάποιο αόριστο κορέκτ, αρνήθηκαν να καταλάβουν την ψυχή των Αμερικανών (όποια και αν είναι αυτή), την σνόμπαραν, την περιφρόνησαν, την στιγμάτισαν, με αποτέλεσμα να γίνει το χειρότερο, αυτό που κατεξοχήν απευχόμασταν, να βγει ο απρόβλεπτος Τραμπ. Αλλού ακούγονταν τα κακαρίσματα και αλλού γέννησαν οι κότες. Διότι ο κόσμος είναι κόσμος, υπαρκτός, πραγματικός, και εξαρτάται απ’ τους πιο έξυπνους –υποτίθεται –διανοούμενους και πολιτικούς να τον κατανοήσουν πρώτα, και μετά τον πείσουν, ή να τον μεταπείσουν. Να τον μεταστρέψουν με πράξη και επιχειρήματα. Αντί γι’ αυτό, του επιτέθηκαν με καταφρονετικούς χαρακτηρισμούς, τον πείσμωσαν, τον εξόργισαν οπότε πήγε κι αυτός και ψήφισε όπως ψήφισε. Τι να κάνουμε, στη δημοκρατία υπάρχει κι ο λαός που συχνά είναι κάτι μυστήριο, ρευστό, διαφεύγον. Αλλιώς, αν δε σου αρέσει η δημοκρατία και ο υπαρκτός –υπάρχων –συγκεκριμένος κόσμος, δηλώνεις ολιγαρχικός ή απολίτικος, και τελειώνει η ιστορία έντιμα. Ή, αλλάζεις τον λαό, φέρνεις έναν άλλον στην θέση του, βάλε – βγάλε, συρταρωτά, κάτι όχι ιδιαίτερα εύκολο.

Πώς γίνεται όμως οι προφανώς πιο έξυπνοι να χάνουν; Πώς γίνεται όλοι αυτοί στο Χόλιγουντ που, νυχθημερόν, μέσα απ’ το θέατρο, τη λογοτεχνία και το σινεμά, ασχολούνται με την ανθρώπινη ψυχή και τις αντιφάσεις της, με την ανθρώπινη κωμικοτραγωδία και τις αποχρώσεις της, να μην καταλάβουν και να μην μπορέσουν να μεταστρέψουν τον αμερικάνικο λαό και τον κατάλαβε ένας άσχετος Τραμπ; Είναι ένα τεράστιο ερώτημα που δεν θέλουν ούτε τώρα να απαντήσουν, απλώς κατηγορούν πάλι τον κόσμο (όποιος και να είναι, αλλά είναι αυτός που ψηφίζει) τον οποίο αρνούνται να κατανοήσουν. Από σνομπισμό, ή μήπως, τελικά, είναι ανάλογα ιδεοληπτικοί με αυτόν; Αλλά ωστόσο θέλουν να τον κυβερνούν. Γίνεται;

Το ίδιο συμβαίνει συχνά και με την αμερικάνικη και την ευρωπαϊκή πολιτική στο εξωτερικό –θεαματικό παράδειγμα η λεγόμενη Αραβική Ανοιξη. Αγνοώντας την πραγματική ψυχή, τις νοητικές εξεργασίες, την προϊστορία, την παράδοση και το επίπεδο ανάπτυξης των αραβικών λαών, πήγαν Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι αιφνιδίως και με το ζόρι, να αναγκάσουν στρόγγυλα παιδιά να περάσουν από τετράγωνες τρύπες. Το αποτέλεσμα φαίνεται στη Λιβύη, στην Αίγυπτο, στην Συρία, στο Ιράκ –κι όπου αλλού τώρα αλληλοσφάζονται ανηλεώς για το καλό τους.

Οι περίφημες «δεξαμενές σκέψης» στην Ουάσιγκτον ή στο Ουισκόνσιν και οι κομψοί Ευρωπαίοι δεν κατάλαβαν τίποτε από τους λίβυους, τους ιρακινούς μουλάδες φύλαρχους, τις κελεμπίες και τους μάρτυρες του Αλλάχ. Και τι να καταλάβει ο καλοξυρισμένος γέρων διαμεσολαβητής Νίμιτς, τι να νιώσει από Βαλκάνια, κομουνιστο-ΣΝΟΦ, Γερμανό Καραβαγγέλη, Κρητικούς βρακοφόρους, Ιωνα Δραγούμη, Αλβανούς κατσαπλιάδες, Ανατολική Ρωμυλία, Βόρειο Ηπειρο, καπετάν Κώτα, Ηλιντεν, Τίτο, Γούσια και Βλαντά, τρεις φριχτές βουλγαρικές κατοχές, Δοξάτο Δράμας, και άπειρες αλληλοσφαγές που χάνονται στο απώτατο παρελθόν; Ο Νίμιτς μάλλον νομίζει πως διευθετεί κάτι μεταξύ Ελβετίας και Αυστρίας, αγνοώντας ότι στα Βαλκάνια το σκάκι παίζεται με όρους τάβλι και με συχνό τσίμπημα ζαριών. Κι ότι τα πράγματα είναι απείρως πιο πονηρά, δίκοπα και βαθιά από όσο φαίνονται, ένας δύσκολος, περίπλοκος και πολύ επικίνδυνος και ρευστός συνδυασμός. Και με πολύ αίμα από πίσω.

Η άρνηση της πραγματικότητας είναι ένα χόμπι πάντα επίκαιρο και μάλιστα η επιλεκτική άρνηση μιας επιλεκτικής πραγματικότητας –η συνήθης πρακτική είναι ο στιγματισμός αυτών που δεν καταλαβαίνουμε, εκείνων που έχουν άλλη αντίληψη, ευαισθησίες και θέαση, άλλη ανατροφή, αξίες και διαφορετικές προτεραιότητες. Τους βγάζουμε αμέσως «γραφικούς». Μήπως όμως, γραφικοί με άλλη απόχρωση είμαστε κι εμείς που δεν μπορούμε να καταλάβουμε τίποτε απ’ το όντως υπάρχον, το οποίο καλούμαστε και να διαχειριστούμε; Μήπως έχουμε μια προτηγανισμένη ιδέα στο μυαλό, φτιαχτή από άλλες προπαγάνδες, και η ετερότητα και η διαφορετική όραση των άλλων μάς εξοργίζει και, αντί να τη μεταβάλλουμε διά της πειθούς, σπεύδουμε να τους δαιμονοποιήσουμε με την απαξία, την ύβρη, την κηλίδωση, την καταφρονετική κατάταξη, το συλλήβδην –στο όνομα πάντα του λαού. Ποιού λαού, απ’ όλους τους ελληνικούς λαούς; Γιατί ο λαός δεν είναι μόνο ό,τι υπάρχει απ’ την Πλατεία Ομονοίας ώς το Μοτέλ Λεβέντης. Υπάρχει και το Κιλκίς, και η Φλώρινα, και η Εδεσσα, και οι απόδημοι Ελληνες, και η Νάουσα, και η Κομοτηνή, και η Ξάνθη, και η Ευρυτανία, και η Κρήτη, και η Λήμνος και η Αλεξανδρούπολη, και η Κέρκυρα και η Αρναία. Διαφορετικές νοοτροπίες που δυστυχώς ή, ευτυχώς, υπάρχουν. Να κάνουμε ανταλλαγή πληθυσμών; Με ποιους;

Κι όταν η τακτική της άρνησης του πραγματικού συνεχιστεί επί μακρόν, αναφύεται αίφνης ένα ακατανόητο συλλαλητήριο 500.000 που δεν ξέρουμε τι να το κάνουμε, από πού ήρθε και πού θα πάει. Διότι τόσοι ήταν οι συγκεντρωμένοι απ’ το Μέγαρο Μουσικής ώς τον ΟΛΘ, μισό εκατομμύριο –και δεν πήγαν μόνο για το Μακεδονικό. Και για να πούμε άλλη μια, αβάσταχτη αλήθεια: κανείς μας δεν το περίμενε. Γιατί; Το ερώτημα είναι τραγικό για τους αναλυτές, τους πολιτικούς, τους διανοούμενους.

Απ’ την άλλη, είναι πιθανό στο επόμενο συλλαλητήριο να θέλει να είναι βασικός ομιλητής ο κ. Τσίπρας. Μετά τον αιφνίδιο έρωτα για τον κακό (προηγουμένως) Τραμπ, κι αφού έδωσε πολιτικό λόγο ο ίδιος στην Εκκλησία (που προηγουμένως την είπε χρυσαυγίτικη) είναι το πιθανότερο που μπορεί να συμβεί. Ανάλυσέ το, λοιπόν, όλο αυτό, άνθρωπε, χωρίς χαρακτηρισμούς. Ανάλυσέ το.