Μια απ’ τις μεγαλύτερες «μαύρες επιχειρήσεις» της CIA στην Ελλάδα ­ που

εξελίχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80, διατάραξε τις ελληνοαμερικανικές

σχέσεις και πήρε διεθνείς διαστάσεις ­ συνδέεται ευθέως με μια απ’ τις

σημαντικές απειλές σήμερα κατά των (αεροπορικών) δυνάμεων των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν.

Πρόκειται για τους αντιαεροπορικούς πυραύλους Stinger που έχουν τώρα στη

διάθεσή τους οι Ταλιμπάν και οι οποίοι προέρχονται απ’ τα φορτία που είχε

διαθέσει με μυστικές αποστολές η CIA στους μουτζαχεντίν την εποχή που

μάχονταν, μαζί με τον Μπιν Λάντεν, το τότε φιλοσοβιετικό καθεστώς στο

Αφγανιστάν.

270 καταρρίψεις

Στις περίφημες «Σφήκες» και στα θανατηφόρα «τσιμπήματά» τους χρεώνεται η

κατάρριψη 270 σοβιετικών ελικοπτέρων, μαχητικών και μεταφορικών αεροσκαφών στο

Αφγανιστάν. Το αντιαεροπορικό αυτό, που αποτελεί και σήμερα σημαντικό μέρος

του δυτικού οπλοστασίου, είναι φορητό και έχει τη δυνατότητα να χτυπά

ιπτάμενους στόχους με θερμική καθοδήγηση σε απόσταση μέχρι και 8 χλμ. (πλήρως

ωφέλιμο βεληνεκές 6 χλμ.) και ύψος 3 χλμ. Η χθεσινή «Herald Tribune» γράφει

ότι οι Ταλιμπάν διαθέτουν (μόνο) 100 Stinger. Ωστόσο καλά πληροφορημένη για τα

απόρρητα κατάστιχα της CIA και του Πενταγώνου στρατιωτική πηγή έλεγε χθες το

μεσημέρι με αμερικανική… αφέλεια ότι «ο δημοσιογράφος θα πρέπει να

πολλαπλασιάσει το 100 με το 3 για να είναι μέσα…».

Η διαφυγή

Υπόθεση Μποχάν. Μια ιστορία κατασκοπείας με τον Σοβιετικό διπλό πράκτορα

ξαναγυρίζει 16 χρόνια μετά…

Η ελληνική πτυχή των Stinger αυτών έχει πολλά ντεσού που ακουμπούν, λες, τις

σελίδες του Ίαν Φλέμινγκ και του Τζον Λεκαρέ. «Αφετηρία» της η διαφυγή στις

ΗΠΑ, τον Μάρτιο του 1985, του διπλού, όπως αποδείχθηκε, πράκτορα Σεργκέι

Μποχάν, πρώτου γραμματέα της Σοβιετικής Πρεσβείας στην Αθήνα.

Φθάνοντας στα άδυτα της CIA στο Λάνγκλεϊ ο Σεργκέι Μποχάν «αποκαλύπτει» ότι

δύο Έλληνες, οι κ.κ. Μεγαλοοικονόμου και Πιπιτσούλης, και ένας απόστρατος

αξιωματικός του Ναυτικού, ο κ. Σερεπίσιος, δήθεν διοχέτευσαν στους Σοβιετικούς

«συνδέσμους» τους πληροφορίες για τους Stinger. Τις πληροφορίες τις είχαν ως

στελέχη ελληνικής εταιρείας που συμμετείχε σε ευρωπαϊκό κονσόρτσιουμ, το οποίο

θα κατασκεύαζε το σύστημα. Οι άνθρωποι κατηγορήθηκαν για κατασκοπεία, έγινε

ντόρος, αλλά αργότερα, λόγω προφανώς έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, η

Ελληνική Δικαιοσύνη δεν τους παρέπεμψε στο ακροατήριο ­ ο κ. Σερεπίσιος, που

δικάστηκε, αθωώθηκε αργότερα. Στο ίδιο όμως διάστημα, όπως αποκαλύπτει ο τότε

αρχηγός ΓΕΕΘΑ πτέραρχος Νίκος Κουρής, εκκρεμούσε η παροχή άδειας εξαγωγής των

πρώτων F-16 στην Ελλάδα και η υπογραφή μιας συμφωνίας για την προστασία των

αμερικανικών τεχνολογικών μυστικών (GSOMIA), μερικοί απ’ τους όρους της οποίας

εθεωρούντο απαράδεκτοι απ’ την κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου.

Το non paper

Το πώς πίεζε και απειλούσε τότε η Ουάσιγκτον την Αθήνα φαίνεται καθαρά σε ένα

non paper που είχε επιδώσει στο Γραφείο του Πρωθυπουργού ο τότε πρέσβης κ.

Ρόμπερτ Κήλυ. Το αποκαλύπτει στο βιβλίο του «Ελλάδα – Τουρκία, ο

Πεντηκονταετής «Πόλεμος»» (Εκδόσεις Λιβάνη): «Είμαστε εξαιρετικά ανήσυχοι» για

την αθώωση, «η Ελλάδα υπήρξε περισσότερο ελαστική απ’ ό,τι αναμενόταν», ώστε

οι υπεύθυνοι να παραπεμφθούν σε δίκη, και κατέληγε:

«Η έλλειψη σοβαρής αντίδρασης έχει ήδη σημειωθεί στην Ουάσιγκτον και είναι

βέβαιο πως θα έχει συνέπειες στις μελλοντικές συναλλαγές μεταξύ Ελλάδας και

ΗΠΑ, όταν συνδέονται με ευαίσθητες πληροφορίες ασφάλειας…» Η κυβέρνηση

απέφυγε να δώσει συνέχεια. Όμως λίγο καιρό μετά, όπως αναφέρει ο κ. Κουρής,

κυκλοφόρησαν φήμες στην Ουάσιγκτον και γράφτηκαν στον ξένο Τύπο διάφορες

εκδοχές για τον Μποχάν και τις δήθεν «διαρροές» μυστικών σχεδίων των Στίνγκερ.

Φτιαχτό άλλοθι

Μια απ’ αυτές μας φέρνει στο σήμερα και πώς οι ΗΠΑ χρησιμοποίησαν την Ελλάδα,

κατηγορώντας τη μέσω ενός διπλού πράκτορα, για να εγκριθεί απ’ το Κογκρέσο η

ροή φορτίων Στίνγκερ στους Αφγανούς αντάρτες. «Η δήθεν «ελληνική» πτυχή ήταν

ένα φτιαχτό άλλοθι», τόνισε χθες ο πρώην υφυπουργός Άμυνας ­ το πώς και γιατί

το εξηγεί στο βιβλίο του: σύμφωνα λοιπόν μ’ αυτή την εκδοχή, «η ιστορία ήταν

μεθοδευμένη από τις Μυστικές Υπηρεσίες των ΗΠΑ. Την εποχή εκείνη ο πόλεμος

μεταξύ Αφγανών ανταρτών και σοβιετικών στρατευμάτων μαινόταν, χωρίς να

διαφαίνεται τέλος στις αιματηρές αυτές συγκρούσεις. Το αμερικανικό Πεντάγωνο

είχε προτείνει να διοχετευτούν στους αντάρτες αντιαεροπορικοί πύραυλοι

Στίγκερ, για να αντιμετωπίζουν τις επιθέσεις των σοβιετικών μαχητικών

αεροσκαφών και ελικοπτέρων. Το Κογκρέσο δεν ενέκρινε αρχικά τη διάθεση των

όπλων αυτών στους Αφγανούς, φοβούμενο ότι θα πέσουν στα χέρια των Σοβιετικών

και θα διαρρεύσουν, έτσι, τεχνολογικά μυστικά των ΗΠΑ.

Σκηνοθετήθηκε, λοιπόν, η ιστορία της «κατασκοπείας» στην Αθήνα, στην οποία ο

διπλός πράκτορας Μπόχαν είχε πρωτεύοντα ρόλο… Με το επιχείρημα ότι οι

Σοβιετικοί είχαν ήδη στα χέρια τους τα μυστικά του Στίγκερ πείστηκε το

Κογκρέσο να εγκρίνει τη διάθεσή τους στους Αφγανούς αντάρτες»… Τόσο απλά…

Οι εντυπώσεις όμως εις βάρος της Ελλάδας έμειναν. Χθες για παράδειγμα στο

ρεπορτάζ της η «Χέραλντ Τρίμπιουν» υποστηρίζει ότι οι Σοβιετικοί δημιούργησαν

αντίστοιχο του Στίνγκερ πύραυλο αξιοποιώντας την τεχνολογία των αμερικανικών,

που αγόρασαν απ’ την Ελλάδα, «μια χώρα του ΝΑΤΟ», όπως με κακεντρέχεια

αναφέρει…

Το ότι όμως το «επιχείρημα» των ΗΠΑ περί ελληνικής διαρροής δεν στέκει

αντικρούεται και από τεχνολογικής πλευράς. Όπως αναφέρει ο αμυντικός αναλυτής

κ. Κώστας Γρίβας, γενικώς οι Σοβιετικοί ήταν πάντα πιο μπροστά στην τεχνολογία

πυραύλων απ’ ό,τι ο Αμερικανοί. Ο αντίστοιχος του Στίνγκερ σοβιετικός SA-16

Igla, λέει, εκτιμάται από πολλούς ειδικούς ότι είναι μάλλον ανώτερος. Και το

κυριότερο, τονίζει, τα στοιχεία που είχαν διατεθεί στις ελληνικές (ιδιωτικές)

επιχειρήσεις δεν ήταν κρίσιμα στην τεχνολογική αλυσίδα του πυραύλου. Σήμερα,

15 χρόνια μετά, η Ελλάδα κατασκευάζει μόνο το 10% του πυραύλου και τα

κυριότερα κομμάτια τα κάνουν η ΕΑΒ (σωλήνα εκτόξευσης και σκανδάλη) και η

ΠΥΡΚΑΛ (γόμωση). Οι μικροί ιδιώτες υποκατασκευαστές κατασκευάζουν εξαρτήματα

που χρησιμοποιούνται στη συναρμολόγηση.

Με «σφήκες» made in USA περιμένουν τώρα τους Αμερικανούς

Στρατηγικό πλεονέκτημα στα χέρια των Αφγανών ανταρτών αποδείχθηκε κατά τον

ιδιότυπο πόλεμο του Αφγανιστάν, ο Stinger, το μικρού βεληνεκούς αυτό τακτικό

όπλο. Το κύριο όπλο που χρησιμοποιούσαν οι Σοβιετικοί για να προσβάλουν τις

πολυάριθμες μικρές ομάδες ανταρτών ήταν βομβαρδιστικά αεροσκάφη εγγύς

υποστήριξης (CAS), όπως το Sukhoi Su – 25 Frogfoot και κυρίως μαχητικά

ελικόπτερα Mil Mi – 24 Hind. Τα ελικόπτερα αυτά περιπολούσαν σε σμήνη πάνω από

το έδαφος του Αφγανιστάν και σάρωναν κυριολεκτικά ό,τι εκινείτο με τα βαριά

τους πολυβόλα και τους καλάθους ρουκετών που μετέφεραν. Η βαριά τους θωράκιση

τα καθιστούσε ουσιαστικά άτρωτα στα τουφέκια και τα πολυβόλα των Αφγανών. Η

εμφάνιση των Stinger, επισημαίνει ο αμυντικός αναλυτής, κ. Κώστας Γρίβας,

άλλαξε τα δεδομένα αυτά. Τα σοβιετικά ελικόπτερα και μαχητικά αεροσκάφη

υπέστησαν βαρύτατες απώλειες και αναγκάστηκαν να αλλάξουν τακτικές και να

πετούν σε μεγάλο ύψος ώστε να βρίσκονται εκτός του βεληνεκούς των πυραύλων.

Αυτό όμως είχε ως αποτέλεσμα να μην μπορούν να εντοπίσουν εύκολα τους στόχους

τους, αλλά ακόμη και αν τους εντόπιζαν να μην μπορούν να τους καταστρέψουν,

δεδομένου ότι η ακρίβεια των πυρών τους μειωνόταν σημαντικά εξαιτίας της

απόστασης. Έτσι, οι Σοβιετικοί έχασαν το κυριότερο μέσο που είχαν για την

εξόντωση των αντάρτικων ομάδων και οι Stinger κέρδισαν τον πόλεμο.

Μετά την αναχώρηση των Σοβιετικών, οι Αμερικανοί επεχείρησαν να πάρουν πίσω

τους πυραύλους που είχαν παραχωρήσει, φοβούμενοι ότι θα χρησιμοποιούνταν για

τρομοκρατικές ενέργειες κατά πολιτικών αεροσκαφών. Προσέφεραν μάλιστα 100.000

δολάρια ανά πύραυλο. Ωστόσο, οι προσπάθειές τους είχαν ελάχιστη επιτυχία και

έτσι σήμερα 100-300 Stinger περιμένουν να πολεμήσουν τους τέως αφέντες τους.