Συνεχίζει να γοητεύει. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαµάντης.

Τη σύνθεση «Φτωχοί και άγιοι» των Αντώνηκαι Κωνσταντίνου Κούφαλη– θεατροποίηση των διηγηµάτων του «Το χριστόψωµο», «Η σταχοµαζώχτρα», «Η Ντελησυφέρω», «Ο Αµερικάνος» και«Ο πολιτισµός εις το χωρίον»– θ’ ανεβάσει µε µια καινούργια οµάδα ηθοποιών στην Θεατρική Σκηνή «Ζωή Λάσκαρη» του «Αθηναΐς» η Ανδροµάχη Χρυσοµάλη (φωτογραφία), ηθοποιός απ’ το 1991 – απόφοιτος της δραµατικής σχολής Βεάκη –, η οποία ξανοίγεται για πρώτη φορά στη σκηνοθεσία.

Στην παράσταση, η οποία θ’ ανοίγει µ’ έναν «πρόλογο» – σύνθεση από επιστολές του Παπαδιαµάντη στον πατέρα του και αποσπάσµατα άλλων διηγηµάτωντου, αυτοβιογραφικού χαρακτήρα, που ’χει προσθέσει η ίδια η σκηνοθέτρια, τα σκηνικά – µε βασικό ένα δέντρο µε καρβέλια – έχει αναλάβει ο Γκάι Στεφάνου, τα κοστούµια η Τατιάνα Σουχορούκωφ και τους φωτισµούς ο Σάκης Μπιρµπίλης. Θα παίζουν – η πρεµιέρα στις 28 Φεβρουαρίου – Γιώργος Παπαστυλιανός, Χρήστος Τακτικός, Ανδριάνα Χαλκίδη, Στέλλα Χατζηµιχελάκη, Ανδροµάχη Χρυσοµάλη, Λεωνίδας Χρυσοµάλης.

Η συγκεκριµένη διασκευή – πρώτη απόπειρα στο θέατρο των καβαλιωτών αδελφών Κούφαλη, την οποία τότε υπέγραφε µόνον ο Κωνσταντίνος – έχει πρωτοπαρουσιαστεί τη σεζόν 1998-’99 απ’ το ∆ΗΠΕΘΕ Καβάλας σε σκηνοθεσία ∆αµιανού Κωνσταντινίδη –, στην παράστασηµάλιστα συµµετείχε ως ηθοποιός η Ανδροµάχη Χρυσοµάλη– ενώ την ανέβασε κι ο Τάκης Τζαµαργιάς το 2008-2009 στην Κύπρο, στην Λεµεσό – στην εκεί δραστήρια ΕΘΑΛ.

Σηµειώστε πως απ’ τουςακαταπόνητους αδελφούς Κούφαλη, που συνεχίζουν να ζουν µόνιµα στην Καβάλα, τη φετινή σεζόν περιµένουµε – από αρχές Μαΐου στο«Πορεία» του ∆ηµήτρη Τάρλοου και σε σκηνοθεσία ΚοσµάΦοντούκη – ένα ακόµα έργο τους, το «Μικρό λεξικό ανωµάλων», παράσταση που πρωτοπαίχτηκε το περασµένο καλοκαίρι στην Καβάλα, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Φιλίππων – Καβάλας. Ενώ το Εθνικό έχει συµπεριλάβει στις φετινές «Αναγνώσεις» του που οργανώνειη Σίσσυ Παπαθανασίου – αρχές Μαΐου επίσης – και σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλαβριανού το έργο τους «Συγχώρεσέ µε».

«Το τρίτο στεφάνι» του Ταχτσή στην Αθήνα, στο Εθνικό, πέρσι; Μεγάλη επιτυχία – έσπασαν τα ταµεία; Γιατί, σου λέει, να µην κάνουµε κι εµείς την «Λωξάντρα» στο ΚΘΒΕ, στη Θεσσαλονίκη; Που ‘ναι, ως πόλη, και πιο «λάγνα Ανατολή», πιο κοντά στην Πόλη της Μαρίας Ιορδανίδου.

∆ε µου το βγάζετε απ’ το µυαλό πως αυτό ήταν το σκεπτικό για την επιλογή του συγκεκριµένου έργου – που και πολύ αγαπήθηκε,και πιο «γραφικό» είναι απ’το «Τρίτο στεφάνι», και τηλεοπτική σειρά που «’γραψε» έχει γίνει. Και να την, η «Λωξάντρα», διά χειρός του ικανού Ακη ∆ήµου (φωτογραφία στη στήλη δεξιά) θεατροποιηµένη, στην Θεσσαλονίκη. Και να τα, τα ταµεία να σπάνε κι εκεί,απ’ ό,τι διαβάζω – την είδα την παράσταση αλλά εγώ φίσκα το «Βασιλικό», όπου παίζεται, δεν το ‘δα, ίσως γιατί τη µέρα που πήγα ήταν του Αϊ-Γιαννιού.

Τώρα, αν αυτό είναι σκεπτικό για το ρεπερτόριο ενός κρατικού Θεάτρου αυτό σηκώνει συζήτηση µεγάλη – πόσω µάλλον όταν πρόκειται για περίοδο που και τα κρατικά Θέατρα έχουν ν’ αντιµετωπίσουν την οικονοµική κρίση… Οσο για τη βουλιαγµένη στα σύµβολα παράσταση του Σωτήρη Χατζάκη, καλλιτεχνικού διευθυντή του ΚΘΒΕ, που έως και τον… «Λεπρέντη» του Χουρµούζη έχει εµπλέξει στα δρώµενα, ας µην τη συζητήσω…

Αρκετά «κακός» έχω γίνει, που µπορεί ακόµα και στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη να καταφύγουνοι εµπλεκόµενοι ζητώντας προστασία – δεν πρόκειται γιασουρεαλιστική σκέψη, µη γελάτε, έχει συµβεί! Αφού, άλλωστε, η παράσταση αρέσει στο κοινό… ∆εν είδατε τι προσέλευση είχαν, όπως έχει, εξάλλου, επισηµανθεί,οι καλοκαιρινοί «Αχαρνής» παρά τα όσα περί «κιτς» γράφτηκαν στον Τύπο; Τοκοινό είναι που αποφασίζει. Κι ο πελάτης έχει πάντα δίκιο…

∆εν ξέρω αν κάποιοι θα διαφωνήσουν µαζί µου – όπως συνέβη µε τον «Ληρ» του.

Αλλά η παράσταση που ’κανε ο Στάθης Λιβαθινός στην Στέγη Γραµµάτων και Τεχνών του Ιδρύµατος Ωνάση µε τον «Θάνατο του ∆αντόν» – αυτό το, κατά τη γνώµη µου, δύσκαµπτο, φλύαρο έργο τουΜπίχνερ –, µια «χορογραφία» µε καταπληκτικά γκρουπαρίσµατα και συγκλονιστικέςκορυφώσεις που ξεσηκώνουν, µε συνεπήρε. Κι όλο το κοινό– αν κρί νω απ’ το χειροκρότηµα στο φινάλε.

Τα εκπληκτικά κοστούµια της Ελένης Μανωλοπούλου που ’παιξε πάνω σε σύγχρονα ρούχα µε τα χρώµατα της Tricolore – της τρίχρωµης σηµαίας της Γαλλικής Επανάστασης και της Γαλλικής ∆ηµοκρατίας – µε κορυφαίο το κόκκινο του Ροβεσπιέρου – Βασίλη Ανδρέου, οι συναρπαστικοί φωτισµοί του Αλέκου Αναστασίου µε τα πρόσωπα να ξεκολλούν µέσα από«οµίχλες», µέσα απ’ το πουθενά της ιστορίας, οι εξαιρετικές µουσικές του Μπλέιν Ράινινγκερ µε τις ιλιγγιώδεις παραλλαγές του πάνω στη «Μασσαλιώτιδα», οι ερµηνείες του συνόλου των ηθοποιών του, ηθοποιών που ο Στάθης Λιβαθινός (φωτογραφία) ξέρει να επιλέγει και να οδηγεί – όλα – µε κράτησαν στην τσίτα πάνω από δυο ώρες. Και η Μαρία Ναυπλιώτου – Λιµπερτέ µεγαλειώδης, τυλιγµένη στη γαλλική σηµαία, ναµε γυρίζει στο Ηρώδειο του 1983. Με την Μάγια Πλισέτσκαγια, τυλιγµένη επίσης στην Τρίχρωµη και υπό τους ήχους της «Μασσαλιώτιδας», να προβάλει απ’ την αριστερή κουίντα µε το χέρι τεταµένο, συνταρακτική – ρίγος! – στην «Ιζαντόρα» του Μορίς Μπεζάρ.

Και µια παράλειψη που επανορθώνω. Ηβασική φωτογραφία στο περασµένο «Τέταρτο Κουδούνι» – απ’ την παράσταση «Γκρηκ Ηλέβεν» – ήταν © Τσαλαπετεινός, blogger.

Προ 50ετίας


Ο θεατρικός συνεργάτης των «ΝΕΩΝ» γράφει τα εξής: Πραγµατοποιήθηκε, επί τέλους, χθες στο Εθνικό «Η επίσκεψις της γηραιάς κυρίας» του Φρίντριχ Ντύρρενµαττ. Πρωτοποριακό έργο. Καινούργιο στη µορφή, αλλά και µε περιεχόµενο. Μιατραγική κωµωδία, µεσκληρό σαρκασµό. Επί πλέον: µεγάλο θέαµα κι επιµονή στο παράδοξο, που φτάνει στο γκραν γκινιόλ. Κύριος στόχος η παντοδυναµία του χρήµατος. Ανεβάσθηκε µ’ επιτυχία από τον Αλέξη Μινωτή. Από το µέγα πλήθοςτων ηθοποιών ξεχώρισαν Παξινού, Μινωτής, Αρης Βλαχόπουλος, Καλλέργης και Γιαννούλης. Καλλιτεχνικός άθλος, τα σκηνικά του Τσαρούχη.

* 3 Φεβρουαρίου 1961. Αληθινή δηµιουργία η ερµηνεία της κ. Παξινού (φωτογραφία). Είχε τη σκληρότητα, το«απρόσωπο» και την υπεροψία, που της χαρίζει η συνείδηση της υπεροχής της απέναντι σ’ ένα κόσµο που τον κινεί κατά το κέφι της, χάρις στο χρήµα που διαθέτει αλλά και περνούσε µε καταπληκτική ευκολία και πειστικότητα στην νοσταλγική αναπόληση και την αισθηµατική τρυφερότητα. (Από την κριτική του Βάσου Βαρίκα γιατην παράσταση «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας»).

8 Φεβρου- αρίου 1961.