Μια χώρα χωρίς καθόλου σχεδόν εγκληματικότητα – αλλά με πολλές εξαφανίσεις – ανέδειξε έναν από τους πιο δημοφιλείς στην Ευρώπη συγγραφείς αστυνομικού μυθιστορήματος.

Οταν φτάνει κάποιος αργά το βράδυ στο Ρέικιαβικ και αντικρίζει τις τεράστιες εγκαταλειμμένες εκτάσεις, τα βαριά σύννεφα στον ουρανό που μοιάζουν να ισοπεδώνουν τον ορίζοντα και τη γεμάτη ομίχλη νύχτα, μπορεί να καταλάβει επιτέλους το σκοτάδι, τη θλίψη και την ανάγκη για αναζήτηση απαντήσεων που κυριαρχούν στα μυθιστορήματα του Αρναλδούρ Ινδρίδασον (γεννήθηκε στο Ρέικιαβικ το 1961) και βασανίζουν τον αντιήρωά του, τον αστυνομικό Ερλενδούρ Σβέινσον, γράφει σε πρόσφατο δημοσίευμά της η ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς».

Ο δημοσιογράφος της Χουάν Κάρλο Γκαλίντο ταξίδεψε μέχρι το Ρέικιαβικ για να τον δει, όπως άλλωστε και άλλοι δημοσιογράφοι –πρόσφατα ταξίδεψε μέχρι εκεί και ο Τζέικ Κέριτζ της «Τέλεγκραφ». Είναι πλέον μια διεθνής βεντέτα του αστυνομικού μυθιστορήματος που γεννήθηκε και ζει σε μια χώρα με ελάχιστη εγκληματικότητα!

Ο ισπανός δημοσιογράφος περιγράφει τη συνάντησή τους αναλυτικά.

Ο Ινδρίδασον, λέει, είναι μεγαλόσωμος, με μικρά μάτια και ένα γεμάτο περιέργεια βλέμμα κάποιες φορές, ντροπαλό κάποιες άλλες, και μιλά άλλοτε στα ισλανδικά –μια γλώσσα που απειλείται με εξαφάνιση –και άλλοτε χρησιμοποιεί φράσεις στα αγγλικά συνοδευόμενες με συγκρατημένες κινήσεις που εκφράζουν την αμηχανία του.

Οταν πρόκειται να μιλήσει για τον ήρωά του, δεν διστάζει. Πότε με καλά και πότε με σπαστά αγγλικά θα πει όσα έχει να πει. Οταν όμως η συζήτηση έρχεται στο πολύπλοκο θέμα της κρίσης που χτύπησε τη χώρα του το 2008, δεν το σκέφτεται δεύτερη φορά. Στρέφεται στη μεταφράστρια, αλλάζει ύφος και με πολλή σοβαρότητα απαντά στα ισλανδικά.

«Ελπίζω ότι μάθαμε κάτι από την ολική κατάρρευση που ζήσαμε. Ηταν τρομερό. Δεν ξέρω πώς να περιγράψω αυτό που συνέβη. Είχαμε πολλά χρήματα και ξαφνικά άλλαξαν όλα. Και δεν ξέραμε πού θα πάει όλο αυτό» λέει ενώ συνοδεύει τα λόγια του με συγκρατημένες και αμήχανες χειρονομίες.

Υπενθυμίζει όμως ταυτόχρονα ότι τουλάχιστον δύο τραπεζίτες έχουν πληρώσει τις υπερβολές τους με ποινή φυλάκισης.

Με ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά εγκληματικότητας στον κόσμο, οι Ισλανδοί κατάφεραν να μετατρέψουν έναν συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων (πρώην δημοσιογράφο, κριτικό κινηματογράφου, με πτυχίο Ιστορίας) σε εκδοτικό φαινόμενο που έχει ήδη πωλήσει 10 εκατ. αντίτυπα σε όλο τον κόσμο και έχει μεταφραστεί σε 40 γλώσσες. Σε μια χώρα 320.000 κατοίκων η πρόσφατη πρώτη έκδοση του «Skuggasund» (σε ελεύθερη απόδοση «Το πέρασμα των σκιών») πούλησε 25.000 αντίτυπα.

Μια βόλτα στην πρωτεύουσα, που είναι μια πόλη γεμάτη βιβλία, μπορεί να δώσει μια εξήγηση στο φαινόμενο. Ωστόσο, όσο και να ψάξει κάποιος στους δρόμους του Ρέικιαβικ για ίχνη εξαθλίωσης και εγκληματικότητας, δεν θα βρει κανένα. Ούτε καν τις σκηνές που περιγράφονται στα μυθιστορήματά του.

«Η εγκληματικότητα είναι ελάχιστη, η καθημερινότητά μας είναι μονότονη και απέχει πολύ από όσα συμβαίνουν σε άλλες χώρες», επιβεβαιώνει ο βασιλιάς του ισλανδικού αστυνομικού μυθιστορήματος. Σε αυτό το σκηνικό ο Ερλενδούρ είναι ένας μοναχικός αστυνομικός, φορτωμένος με ενοχές, σιωπηλός, πικραμένος και «βαρετός», έχει εμμονή με το παρελθόν και με την εξιχνίαση παλιών εγκλημάτων.

Η ζωή του έχει στιγματιστεί από την εξαφάνιση του αδελφού του. Συνέβη όταν ήταν δέκα ετών και ενώ περπατούσαν δίπλα δίπλα σε μια χιονοθύελλα. Πρόκειται για κάτι που ούτε θέλει ούτε μπορεί να ξεπεράσει.

«Η ευτυχία δεν είναι τόσο ενδιαφέρουσα όσο ο πόνος. Αν πρωταγωνιστής ήταν κάποιος που ζούσε σε ακριβό και συντηρητικό προάστιο του Ρέικιαβικ, όπου όλα είναι τέλεια, θα είχε ελάχιστα να πει. Είναι καλύτερα να έχουν τον λόγο άνθρωποι όπως ο Ερλενδούρ, που έχουν στιγματιστεί από τον πόνο» εξηγεί.

Στα μυθιστορήματα του Ινδρίδασον δεν έχει σημασία το ποιος αλλά το γιατί, παρά το γεγονός ότι πολλές φορές η απάντηση σε αυτή την ερώτηση είναι η σιωπή. Η ιστορία της Ισλανδίας –όπως και εκείνη του Ερλενδούρ –έχει σημαδευτεί από εξαφανίσεις. Είναι μια χώρα αφιλόξενη, με υψηλό ποσοστό αυτοκτονιών, αραιοκατοικημένη και με φρικτό κλίμα.

«Πάρα πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να εξαφανίζονται. Υπάρχουν εκτάσεις αχανείς και οι χειμώνες είναι μακρείς και σκοτεινοί. Παλαιότερα πολλοί θα μπορούσαν να χαθούν πηγαίνοντας από το ένα αγρόκτημα στο άλλο. Σήμερα δεν συμβαίνει αυτό. Τώρα οι άνθρωποι εξαφανίζονται από ανθρώπινες ενέργειες και αυτό είναι που ανησυχεί τον Ερλενδούρ».