Αν δεν ήξερε ή δεν υποψιαζόταν κανείς πώς έχουν τα πολιτικά πράγματα της χώρας, θα μπορούσε να ισχυρισθεί πως πρόκειται για το αποτέλεσμα μιας συνάντησης που έγινε με μυστικότητα, ή και χωρίς προφυλάξεις, αφού πλέον αυτόχρημα μεμπτά ή και καταδικαστέα περιστατικά που γνωστοποιούνται κάθε άλλο παρά ζημιογόνες συνέπειες έχουν για τους ανθρώπους που τα επιχειρούν. Κάτι αφάνταστα μελαγχολικό και δύσκολα αντιμετωπίσιμο, ή μάλλον αναντιμετώπιστο, αν σκεφτούμε πως οτιδήποτε προκύπτει ως προϊόν μιας ρητής συμφωνίας, ανάμεσα σε τρεις ανθρώπους, ενδέχεται να μπορεί να αλλάξει ακόμη και εκ βάθρων. Ενώ οτιδήποτε μας παρουσιάζεται ως κάτι τελεσίδικο και αδιαμφισβήτητο χωρίς καν να γνωρίζονται μεταξύ τους οι άνθρωποι που το έχουν επεξεργαστεί, αποκλείεται να το αποσείσουμε ή έστω απλά να το μετακινήσουμε γιατί απηχεί πλέον έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης, μια νοοτροπία.
Μακρά μάλλον εισαγωγή προκειμένου να προχωρήσουμε στην καταγγελία τριών περιστατικών όπως μας τα «φιλοδώρησε» η πρόσφατη πολιτική πραγματικότητα. Ή μάλλον, περισσότερο ή λιγότερο πρωταγωνιστικά της στελέχη – συμπαθέστατα κατά τα άλλα –, η Νίκη Κεραμέως και οι Παύλος Χρηστίδης και Θανάσης Θεοχαρόπουλος. Στην ίδια και οι τρεις τους τηλεοπτική εκπομπή, αλλά σε διαφορετικές μέρες. Με την πρώτη σε τόνο σχεδόν θριαμβευτικό και μη επιδεχόμενο καμιά ένσταση, ως προς το μέγεθος της πραγματοποιούμενης ευεργεσίας, να ανακοινώνει πως από φέτος τον Νοέμβριο, και κάθε Νοέμβριο από εδώ και μπρος, ένας χαμηλοσυνταξιούχος θα ξέρει πως μπαίνουν στην τσέπη του 250 ευρώ.
Αντίθετα, σε επίπεδο ηθικής και όχι οικονομικής τάξεως κινήθηκε ο Παύλος Χρηστίδης λέγοντας πως είναι τελείως διαφορετική η σχέση της Νέας Δημοκρατίας, πολύ πιο επιδεινωμένη δηλαδή με το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, αν συγκριθεί με τη σχέση που διατηρεί με το ομώνυμο σκάνδαλο το ΠΑΣΟΚ (κάτι σωστό βέβαια που προκαλεί όμως άλλης τάξεως αντιρρήσεις). Ενώ ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος, με πολύ σεμνό είναι η αλήθεια ύφος, είπε πως ένας πραγματικός αριστερός δεν δίνει σημασία πού του έχει κρατηθεί μια θέση για να καθίσει σε μια δημόσια εκδήλωση και ότι ο ίδιος προτιμά μια θέση στις μεσαίες ή στις τελευταίες σειρές (ως απάντηση στην ερώτηση γιατί ο πρώην πρωθυπουργός έστειλε τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ στον εξώστη του «Παλλάς»).
Αν και κάθε περιστατικό, ή μάλλον η καθεμιά από τις τρεις διατυπώσεις θα δικαιολογούσε για λογαριασμό της μια ολόκληρη επιφυλλίδα, ή ένα άρθρο πολύ μεγαλύτερης έκτασης, περιοριζόμαστε σε ένα σύντομο σχόλιο, όπως θα το έκανε κάθε άνθρωπος με έναν κοινό νου και με μια στοιχειώδη ευαισθησία. Ή μάλλον στη διατύπωση μιας σύντομης απορίας, πώς είναι δυνατόν να θριαμβολογεί μια ολόκληρη υπουργός για μια βοήθεια που μεταφράζεται σε ακριβώς 80 λεπτά την ημέρα. Ενα «ποσόν» που μάλλον είναι αδύνατον, ξοδεύοντάς το, να αγοράσεις οτιδήποτε, αφού ακόμα και με το σύνολό του, όπως αντιστοιχεί στις 365 ημέρες, δεν παύει να παραμένει μια βοήθεια που έχει εξαερωθεί πριν καν χρησιμοποιηθεί.
Οσον αφορά τον Παύλο Χρηστίδη, αν και με την πρώτη ή και με τη δεύτερη ανάγνωση, όπως το σημειώσαμε ήδη, θα μπορούσε να πει κανείς πως λέει κάτι σωστό, ο ίδιος θα έπρεπε να σκεφτεί, πριν εκστομίσει οτιδήποτε, ότι σε μια κοινωνία, σε ένα σύνολο ανθρώπων που δεν σκέφτεται με αποχρώσεις αλλά με βάση τη διάκριση «άσπρο – μαύρο», με κυριαρχούσα την άποψη ότι «όλοι οι πολιτικοί είναι ίδιοι», με το να διαχωρίζεις τις ευθύνες, ακόμα και σε σχέση με το πραγματικό τους μέγεθος, αντί να συστήνεσαι ως ο πιο ακέραιος, δεν κάνεις τίποτε άλλο παρά να ρίχνεις λάδι στη φωτιά ώστε το «άι σιχτίρ» που ακούγεται, ή σιωπηλά επαναλαμβάνει ο καθένας μέσα του, να τους περιλαμβάνει όλους μέσα του – τους πολιτικούς. Σε σχέση τώρα με τον Θανάση Θεοδωρόπουλο, τι άλλο να πει κανείς, παρά μόνο ότι το πιάσαμε το υπονοούμενο. Γνωρίζοντας ο πρώην πρωθυπουργός τη σεμνότητά του, για να μην τον προσβάλει, τον έστειλε να καθίσει στον εξώστη.







