Τις τελευταίες εβδομάδες, η αμερικανική κυβέρνηση έμοιαζε να εντείνει την πίεση στη Μόσχα. Τέλη Οκτωβρίου, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει «βαθιά απογοητευμένος» με τον ρώσο ομόλογό του. «Κάθε φορά που μιλάω με τον Βλαντίμιρ, έχουμε καλές συνομιλίες και μετά δεν οδηγούν πουθενά», είχε πει, ανακοινώνοντας για πρώτη φορά κυρώσεις σε βάρος των δύο μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιρειών της Ρωσίας.
Ηταν μια προσωρινή μεταστροφή, ή και ένα προπέτασμα καπνού: αποδείχθηκε την Τετάρτη, όταν, πρώτα το Axios και στη συνέχεια οι «Financial Times» και άλλα Μέσα αποκάλυψαν το «σχέδιο των 28 σημείων» που φέρονται να επεξεργάστηκαν μυστικά οι ειδικοί απεσταλμένοι του Τραμπ και του Πούτιν, Στίβεν Γουίτκοφ και Κίριλ Ντμίτριεφ αντίστοιχα.
Σύμφωνα πάντα με τις πληροφορίες, το σχέδιο απαιτεί από την Ουκρανία να παραχωρήσει στη Ρωσία όλο το Ντονμπάς, περιλαμβανομένων των εδαφών που παραμένουν υπό τον έλεγχό της: η Ουάσιγκτον θα αναγνωρίσει τόσο την ανατολική Ουκρανία όσο και την Κριμαία, τη χερσόνησο που η Μόσχα προσάρτησε αυθαίρετα το 2014, ως ρωσικά εδάφη. Το Κίεβο θα πρέπει επίσης να μειώσει στο ήμισυ, σε μόλις 400.000 στρατιώτες, τον στρατό του, και να παραδώσει τα όπλα μεγάλου βεληνεκούς που του επιτρέπουν να χτυπά σε βάθος τη Ρωσία.
Το σχέδιο φέρεται να προβλέπει κάποιου είδους αμερικανική εγγύηση ασφαλείας για την Ουκρανία και την Ευρώπη μετά την αποδοχή του, αποκλείει όμως την ανάπτυξη ξένων στρατευμάτων σε εδάφη ελεγχόμενα από το Κίεβο – άρα και τη γαλλοβρετανική πρόταση ανάπτυξης μιας «δύναμης καθησυχασμού» στην Ουκρανία μεταπολεμικά. Αντ’ αυτής, προβλέπει δύο μηχανισμούς αποκατάστασης αυτών που ο Πούτιν θεωρεί ως ιστορικές αιτίες του πολέμου: τον επαναχαρακτηρισμό της ρωσικής ως επίσημης γλώσσας, θέση που είχε ήδη επί ΕΣΣΔ και την οποία θα μοιράζεται πλέον με την ουκρανική γλώσσα, και την απονομή επίσημου καθεστώτος στο τοπικό παράρτημα της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Επειτα, λοιπόν, από 11 μήνες διαπραγματεύσεων, αποτυχημένων συνομιλιών, συνόδων κορυφής και ακυρωμένων συναντήσεων, απειλών, χτυπημάτων του χεριού στο τραπέζι και δημόσιων προσβολών, τα πράγματα φαίνεται να έχουν επιστρέψει – ίσως και να μην απομακρύνθηκαν ποτέ – στο σημείο που βρίσκονταν τον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο: Ουάσιγκτον και Μόσχα έχουν ευθυγραμμίσει τις θέσεις τους σχετικά με τον πόλεμο, και είναι η Ουκρανία, η χώρα που δέχεται επίθεση, εκείνη που δέχεται πίεση να αποδεχτεί μια πύρρειο εκεχειρία με όλα τα χαρακτηριστικά της ήττας. «Η μόνη διαφορά σε σχέση με όσα συζητήθηκαν τον Φεβρουάριο» σχολιάζει χαρακτηριστικά η «El Pais» «είναι ότι τώρα, τουλάχιστον, ο Ζελένσκι δεν υποχρεούται να εκφράσει δημόσια ευχαριστίες από το Οβάλ Γραφείο». Αυτό μένει να φανεί, βέβαια, κατά τη συζήτηση που θα έχει επί του «προσχεδίου» που παρέλαβε, όπως ανακοίνωσε το Κίεβο, με τον Ντόναλντ Τραμπ «τις επόμενες μέρες».
Τόσο το Κίεβο όσο και οι ευρωπαίοι σύμμαχοί του έκαναν τα τελευταία 24ωρα μεγάλη προσπάθεια να μην πουν ανοιχτά τι ακριβώς σκέπτονται για το «προσχέδιο» αυτό. Στην πραγματικότητα – θυμίζουν οι «New York Times» – η πρόταση μοιάζει με εκείνη που είχε παρουσιάσει η Μόσχα σε συνομιλίες το 2022, προτού χάσει περίπου τα μισά από τα ουκρανικά εδάφη που είχε καταλάβει στην αρχική εισβολή. Τι μπορεί λοιπόν να έκανε πρωτίστως τις ΗΠΑ και δευτερευόντως τη Ρωσία να πιστέψουν πως το Κίεβο πρέπει τώρα να αποδεχθεί τις ίδιες αξιώσεις που έχει επανειλημμένως απορρίψει τα τελευταία 3,5 χρόνια; «Φαίνεται ότι ο Ντμίτριεφ έβαλε σε εφαρμογή αυτό το σχέδιο σε μια στιγμή που ο Ζελένσκι είναι αδύναμος. Οι Ρώσοι είναι καλοί στο να εκμεταλλεύονται τις καταστάσεις», δήλωσε δυτικός διπλωμάτης στην «Guardian».
Πράγματι, ο ουκρανός πρόεδρος βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Η Ρωσία βομβαρδίζει αδυσώπητα τη χώρα του με πυραύλους και drones. Μόλις λίγες ώρες πριν αποκαλυφθεί το «ειρηνευτικό σχέδιο των 28 σημείων», είχε εξαπολύσει μία από τις φονικότερες επιθέσεις των τελευταίων μηνών, σκοτώνοντας τουλάχιστον 26 ανθρώπους στο Τερνόπιλ και αφήνοντας εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανούς χωρίς ηλεκτρικό. Παράλληλα, προχωρά αργά αλλά σταθερά στο πεδίο της μάχης: έπειτα από μια σκληρή μάχη που διήρκεσε 18 ολόκληρους μήνες, το Ποκρόφσκ, ένα στρατηγικό σταυροδρόμι του Ντονέτσκ, δείχνει έτοιμο να πέσει στα χέρια των Ρώσων. Η κατάληψή του θα μπορούσε να προσφέρει στη Μόσχα μια πλατφόρμα ώστε να προχωρήσει προς το Κραματόρσκ και το Σλοβιάνσκ, τις δύο μεγαλύτερες πόλεις του Ντονέτσκ που παραμένουν υπό τον έλεγχο της Ουκρανίας. Σύμφωνα βέβαια με την DeepState, μια ομάδα με δεσμούς με τον ουκρανικό στρατό, με τον τρέχοντα ρυθμό προώθησης, η Ρωσία θα πρέπει να πολεμήσει άλλα τέσσερα χρόνια για να καταλάβει και το υπόλοιπο Ντονέτσκ. Η κατάσταση στο πεδίο, ωστόσο, συνδυάζεται με ένα διογκούμενο σκάνδαλο διαφθοράς στον ενεργειακό τομέα, το οποίο κόστισε ήδη τη θέση τους σε δύο υπουργούς του Ζελένσκι και μετέτρεψε έναν στενό συνεργάτη του σε φυγά.
Περιοδεύοντας σε Γαλλία, Ελλάδα και Ισπανία, πριν καταλήξει στην Τουρκία όπου ήλπιζε μάταια να συναντηθεί με τον Γουίτκοφ, ο ουκρανός πρόεδρος εξασφάλισε αυτή την εβδομάδα πολλές δεσμεύσεις για βοήθεια, στρατιωτική, ενεργειακή ή άλλη. Οποιοδήποτε σχέδιο για τον τερματισμό του πολέμου θα χρειαστεί τη στήριξη των Ουκρανών και των Ευρωπαίων για να λειτουργήσει, επανέλαβαν στη συνέχεια ο ένας ευρωπαίος αξιωματούχος μετά τον άλλον. Η δήλωση που έκανε αξιωματούχος του Λευκού Οίκου στο Politico, ωστόσο, καταδεικνύει όλη τη μοναξιά των Ουκρανών: «Δεν μας πολυενδιαφέρουν οι Ευρωπαίοι. Το θέμα είναι να δεχτεί η Ουκρανία».
Τελεσίγραφο Τραμπ έως την Πέμπτη
«H Ουκρανία μπορεί να αντιμετωπίσει μια πολύ δύσκολη επιλογή: είτε να χάσει την αξιοπρέπειά της, είτε να διακινδυνεύσει να χάσει έναν σημαντικό εταίρο», τόνισε σε χθεσινό, δραματικών τόνων διάγγελμα ο ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ενόσω ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ επιβεβαίωνε ότι έχει δώσει προθεσμία στο Κίεβο έως την ερχόμενη Πέμπτη να συμφωνήσει με το ειρηνευτικό του σχέδιο, ο δε ρώσος πρόεδρος Πούτιν ανέφερε ότι το έλαβε και ότι μπορεί «να αποτελέσει βάση για μια οριστική ειρηνική διευθέτηση» του πολέμου. Σε αυτό το φόντο, ο Ζελένσκι είχε χθες μπαράζ τηλεφωνικών επαφών με τον αμερικανό αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς, με τον γ.γ. του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε και, νωρίτερα, με τους ηγέτες Γαλλίας, Γερμανίας και Βρετανίας, οι οποίοι – σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters – επεξεργάζονται από κοινού με το Κίεβο αντιπρόταση στο σχέδιο Τραμπ.







