Μπορεί η κατάσταση στο πολεμικό μέτωπο της Ουκρανίας να είναι προς το παρόν συγκεχυμένη, όμως σε ό,τι αφορά τις αμερικανικές επιδιώξεις στην Ευρώπη αυτές έχουν αποσαφηνιστεί με το παραπάνω το τελευταίο διάστημα. Αφού με αφορμή τη δημιουργία πολιτικού και στρατιωτικού μετώπου κατά της Ρωσίας του προέδρου Πούτιν η Ουάσιγκτον αποβλέπει ταυτόχρονα την πλήρη και άνευ όρων εναρμόνιση της ΕΕ με την αμερικανική ενεργειακή στρατηγική και όχι μόνο.
Αναφέρομαι ασφαλώς στην άμυνα όπου ο στόχος είναι διττός. Αφενός μεν η κατακόρυφη αύξηση των αμυντικών δαπανών κάθε χώρας στο πλαίσιο συμμετοχής της στη νατοϊκή συμμαχία, και αφετέρου η απευθείας προμήθεια εξοπλιστικών συστημάτων από τις ΗΠΑ. Κάτι που είναι ήδη καλά δρομολογημένο και ενισχύει την αμερικανική ομπρέλα ασφαλείας σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Τώρα, παράλληλα με την άμυνα προχωρά η αύξηση της ενεργειακής προμήθειας (και εξάρτησης) από τις ΗΠΑ με επίκεντρο τις εισαγωγές τεράστιων ποσοτήτων υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG). Κάτι που έχει πλέον θεσμοθετηθεί μετά την απόφαση της ΕΕ στις 20 Οκτωβρίου για την πλήρη διακοπή προμήθειας αερίου από τη Ρωσία, αλλά και τη συμφωνία Τραμπ – Φον ντερ Λάιεν τον περασμένο Ιούλιο στη Σκωτία (27/7) για την προμήθεια από την Ευρώπη σημαντικών ποσοτήτων πετρελαίου και LNG από τις ΗΠΑ συνολικής αξίας $ 700 δισ. μέχρι το 2028. Μόνο που αυτή η δέσμευση από μόνη της αναποδογυρίζει την περίφημη «πράσινη μετάβαση» της Ευρώπης και τον στόχο για NetZero50 – με τον Τραμπ να τον έχει χαρακτηρίσει ως σκέτη παραφροσύνη – αφού τώρα υποχρεώνει την ΕΕ να αυξήσει την κατανάλωση αερίου.
Με την κυβέρνηση Τραμπ να μην αρκείται σε μια εμπορική ενεργειακή συμφωνία αλλά να έχει βάλει στόχο την πλήρη αποδόμηση της πράσινης ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ. Προς αυτή την κατεύθυνση επικεντρώνονται το τελευταίο διάστημα οι προσπάθειες της Ουάσιγκτον η οποία απαιτεί από την Κομισιόν να αποσύρει πλήρως την Οδηγία μέσω της οποίας υποχρεώνει εταιρείες εκτός Ευρώπης να υποβάλλουν συγκεκριμένα σχέδια για την κλιματική μετάβασή τους προκειμένου να εξάγουν προϊόντα και υπηρεσίες προς την ΕΕ. Κάτι τέτοιο απλούστατα δεν είναι αποδεκτό από τις ΗΠΑ.
Σε συνέχεια της συμφωνίας ΗΠΑ – ΕΕ για την προμήθεια αμερικανικής ενέργειας, την εφαρμογή της οποίας επιδιώκει να εφαρμόσει κατά γράμμα το επιτελείο του προέδρου Τραμπ, έχουν ήδη αυξηθεί κατακόρυφα οι αμερικανικές εξαγωγές LNG προς την Ευρώπη οι οποίες, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς της αμερικανικής κυβέρνησης, θα πρέπει να αντικαταστήσουν το σύνολο των 140 bcms αερίου που εισήγαγε η ΕΕ από τη Ρωσία πριν από τον πόλεμο της Ουκρανίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ελλάδα, η οποία το πρώτο ενιάμηνο του 2025 αύξησε τις εισαγωγές της σε LNG που πλέον καλύπτουν το 44% των συνολικών εισαγωγών αερίου, σε σύγκριση με 25% την ίδια περίοδο πέρυσι – με το 80% να προέρχεται από τις ΗΠΑ.
Ομως η Ελλάδα έχει ακόμα ένα σημαντικό ρόλο να διαδραματίσει στους σχεδιασμούς της Ουάσιγκτον αφού αυτή έχει de facto ανακηρυχθεί ως πύλη εισόδου για το αμερικανικό LNG στη ΝΑ Ευρώπη. Αφού με σημείο αναφοράς τα υπάρχοντα (σε Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη) αλλά και τα αυριανά τέρμιναλ (σε Κόρινθο και Θεσσαλονίκη) το LNG θα προωθείται μέσω του Κάθετου Διαδρόμου σε όλες σχεδόν τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, μέχρι την Ουκρανία – που αποκομμένη από το ρωσικό αέριο χρειάζεται επειγόντως εισαγωγές από τη Δύση, προκειμένου να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της.
Αυτή είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την ανάδειξη της Ελλάδας ως ενεργειακού προμηθευτή (πέραν των πολύ σημαντικών εξαγωγών πετρελαιοειδών που ήδη πραγματοποιεί στην περιοχή) των Βαλκανίων και Κεντρικής Ευρώπης. Μόνο που πάντα θα ελλοχεύει ο κίνδυνος δυναμικής εισόδου της Τουρκίας σε αυτόν τον χώρο, αφού και αυτή πλέον προμηθεύεται μεγάλες ποσότητες αμερικανικού LNG και διαθέτει εξίσου μεγάλη χωρητικότητα σε τέρμιναλ και αγωγούς.







