Ήταν σαν σήμερα πριν από 87 χρόνια. Στις ΗΠΑ το ραδιόφωνο γνώριζε μέρες μεγάλης δόξας καθώς η τηλεόραση δεν είχε γίνει ακόμη οικιακή συσκευή πρώτης ανάγκης. Τα ραδιοφωνικά σίριαλ που απευθύνονταν κυρίως σε νοικοκυρές (τότε επινοήθηκε ο όρος «σαπουνόπερα» λόγω των πολλών διαφημίσεων απορρυπαντικών στα διαλείμματα), τα διασκευασμένα για το ραδιόφωνο θεατρικά έργα και βιβλία, οι μουσικές και οι ειδησεογραφικές εκπομπές ήταν το «ραντεβού» εκατομμυρίων ακροατών σε όλη τη χώρα. Τότε αναδείχθηκε και μια νέα επαγγελματική ιδιότητα, ο ραδιοφωνικός σκηνοθέτης.

Αυτή τη δουλειά έκανε και ένας 23χρονος φιλόδοξος ηθοποιός. Λεγόταν Όρσον Γουέλς. Και ήθελε μια διασκευή του μυθιστορήματος «Ο Πόλεμος των Κόσμων», μιας ιστορίας επιστημονικής φαντασίας που αναφερόταν σε επίθεση εξωγήινων στη Γη. Επειδή όμως δεν του πολυάρεσαν τα κείμενα που, τελικά, πήρε στα χέρια του και επηρεασμένος από μια άλλη εκπομπή που μεταδιδόταν εν είδει εμβόλιμου δελτίου ειδήσεων, αποφάσισε να κάνει κάτι ανάλογο.

Ίσως δεν είχε συνειδητοποιήσει ακόμη ούτε ο ίδιος το ταλέντο του και πόσο εύκολα μπορούσε να πείσει το κοινό του. Έτυχε μάλιστα εκείνη την ώρα υψηλής ακροαματικότητας, στις οκτώ το βράδυ και παραμονή του Χάλογουιν, οι ακροατές να παρακολουθούν μια άλλη εκπομπή στο διάλειμμα της οποίας γύρισαν τη βελόνα στο CBS και έτσι έχασαν την έναρξη όπου ο Γουέλς εξηγούσε ότι πρόκειται για ραδιοφωνική παράσταση.

«Αυτό το πρόσωπο είναι απερίγραπτο, δεν αντέχω να το βλέπω. Τα μάτια του γυαλίζουν σαν του ερπετού και από το στόμα του τρέχουν σάλια». «Μια σκυφτή μορφή βγαίνει από το πιλοτήριο, βλέπω ένα φως». «Φλόγες ξεπηδούν και κατευθύνονται προς τους ανθρώπους τριγύρω». Και μετά φωνές, ουρλιαχτά, εκρήξεις, ανακοινώσεις ότι ο στρατός ετοιμάζεται να αντεπιτεθεί, μέχρι και η φωνή του προέδρου Ρούσβελτ ακούστηκε, να ζητάει από τους πολίτες να δείξουν ψυχραιμία και κουράγιο.

Κάποιοι είχαν καταλάβει ότι επρόκειτο για μια ραδιοφωνική παράσταση. Οι περισσότεροι όμως πανικοβλήθηκαν. Και ο πανικός εξαπλώνεται με γεωμετρική πρόοδο. Μια διακοπή ρεύματος στο Σιάτλ μάλιστα ενίσχυσε τον τρόμο. Χιλιάδες τηλεφωνήματα στα αστυνομικά τμήματα, στο CBS και, στην άλλη πλευρά της γραμμής άνθρωποι που δεν ήξεραν τι να απαντήσουν.

Πολλοί ήταν αυτοί που μπήκαν στα αυτοκίνητά τους και εγκατέλειψαν τα σπίτια τους θεωρώντας ότι η εισβολή έγινε όχι από εξωγήινους αλλά από τον γερμανικό στρατό αφού ο Χίτλερ, εκείνη την εποχή, απειλούσε κάθε τόσο τις ΗΠΑ.

Την επόμενη μέρα ο Γουέλς κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις. Οι εφημερίδες, που το ραδιόφωνο τους είχε κάνει ζημιά, βρήκαν ευκαιρία να επισημάνουν τον επικίνδυνο ρόλο του. Και ο Χίτλερ σχολίασε: «Η υστερική αντίδραση των Αμερικανών είναι απόδειξη της παρηκμασμένης και διεφθαρμένης δημοκρατίας τους».

Παραπληροφόρηση

Αυτά τα ωραία συνέβησαν το 1938. Σήμερα, σε ένα «τοπίο» εντελώς διαφορετικό, με την πληροφορία να μας έρχεται και να μας επιβάλλεται από παντού, ακόμη και αν δεν τη χρειαζόμαστε, με τα σόσιαλ μίντια σε επιφυλακή, έτοιμα να αναπαραγάγουν αβασάνιστα το οτιδήποτε, θα μπορούσε να συμβεί κάτι ανάλογο; Η γνώμη μου είναι ότι συμβαίνει διαρκώς.

Το ίδιο δεν είχε γίνει με τη μικρή, άταφη Μαρία του Εβρου; Με τις θεωρίες συνωμοσίας που καταλήγουν, τελικά, σε πολιτικό και κομματικό αφήγημα; Με την παρερμηνεία λόγων, νόμων και δηλώσεων; Πόσοι άνθρωποι καταλήγουν να απολογούνται για αυτά που ουδέποτε είπαν και ουδέποτε έκαναν;

Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε ως αλήθεια το οτιδήποτε. Κυρίως αν αναμοχλεύει φόβους, πάθη, ελπίδες. Διότι δεν έχει σημασία αν κάτι έχει όντως γίνει, αλλά πόσο μας βολεύει το να έχει γίνει. Διότι οι ειδήσεις που μας εντυπωσιάζουν, που τις πιστεύουμε με ευλάβεια, δεν είναι αυτές που μας έρχονται «απ’ έξω», αλλά αυτές που κυοφορούνται εντός μας και είμαστε σαν έτοιμοι από καιρό να τις ακούσουμε.