Υπάρχουν ορισμένες ανθρώπινες αρχές που είναι διαχρονικές, βαθιές, αρχέγονες. Και καλό είναι όσοι βρίσκονται στην εξουσία να μην τις αγνοούν. Η κυβέρνηση μπορεί να καμαρώνει ότι δεν της κόστισε εκλογικά το δυστύχημα των Τεμπών, αλλά ο τρόπος με τον οποίο στέκεται απέναντι σε οικογένειες θυμάτων ενοχλεί οποιονδήποτε δεν αντιμετωπίζει την πολιτική με ιδιοτέλεια ή φανατισμό. Δηλαδή τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών εκεί έξω. Ο άνθρωπος, βλέπετε, όταν κρίνει τις εξουσίες μπορεί να επιδείξει πολύ κυνισμό, μπορεί να χαμηλώσει τον πήχη των προσδοκιών του, μπορεί να ανεχτεί και πράγματα που δεν θα έπρεπε να είναι ανεκτά και να ξεχάσει λόγια που δεν θα έπρεπε να έχουν ειπωθεί. Αυτό που δεν ξεχνάει όμως, ποτέ, για την εξουσία είναι το πώς τον έκανε να νιώσει. Και το θέμα των Τεμπών ακουμπάει στα αρχέγονά μας.

Οι επιθέσεις, τα υπονοούμενα, ο στρατός των «γαλάζιων» μικρομεσαίων στελεχών και ελεγχόμενων επαγγελματικών «τρολ» της ΝΔ (ιδίως στο Twitter), η κυβερνητικά στρατευμένη αρθρογραφία και το ύφος με το οποίο τοποθετείται η κυβέρνηση απέναντι σε μανάδες και πατεράδες που έχουν χάσει τα παιδιά τους είναι πράγματα που έχουν ήδη εγγραφεί στη μνήμη των ψηφοφόρων. Οι οποίοι πραγματικά δεν δίνουν δεκάρα τσακιστή για το «επιχείρημα» ότι δήθεν οι συγγενείς που φωνάζουν έχουν καταστεί «υποχείρια» και υποκείμενα «πολιτικής εργαλειοποίησης», το οποίο λέγεται με ύφος συγκατάβασης, σαν να μιλάνε με οίκτο για ανόητους. Ακόμη και οι δικοί τους ψηφοφόροι, οι απλοί νεοδημοκράτες που τα βλέπουν αυτά στην τηλεόραση, αισθάνονται την προσβολή, διότι δεν θα έπρεπε να χρειάζεται πολλά πτυχία και μυαλό για να καταλάβει κανείς πως ο μέσος άνθρωπος δεν ταυτίζεται με φορείς εξουσίας απέναντι στο πένθος.

Για να το πούμε ευθέως και χωρίς φιοριτούρες: Όταν βλέπουμε τους γονείς των θυμάτων το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε δεν είναι ποιον θα ψηφίσουν. Το πρώτο είναι ο φόβος που μας ζώνει, ενστικτωδώς, η βεβαιότητα ότι αν εμείς παθαίναμε το ίδιο, αν χάναμε παιδί, αδελφό ή αδελφή, πατέρα ή μάνα, μπορεί και να είχαμε σαλτάρει. Κι όταν διαβάζουμε την «Αντιγόνη», που σοφά μάς θύμισε ο Βενιζέλος, οι περισσότεροι είμαστε με την ηρωίδα, όχι με τον Κρέοντα. Αυτή είναι η αλήθεια, με απλά λόγια. Με το παρντόν κιόλας.