Ο κεντρικός ρόλος του Ισλάμ στη λειτουργία του οποιουδήποτε μουσουλμανικού κράτους είναι συνεχής και πάντοτε κυρίαρχος σε κάθε του έκφραση και εκδήλωση. Παρά τις συχνές αναφορές στον εκσυγχρονισμό των πολιτειακών οντοτήτων χωρών της Μέσης Ανατολής είναι πλέον αποδεδειγμένο πως ουδέποτε υπήρξαν αυτές ανεξάρτητες από την επιρροή και την καθοδήγηση της ισλαμικής θρησκείας.
Παρά τις απόψεις που συχνά ακούγονται πως τα καθεστώτα της Μέσης Ανατολής έχουν εκσυγχρονισθεί και πως πολλά έχουν εντελώς απογαλακτισθεί από κάθε ισλαμική επιρροή, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Στο σημαντικό της βιβλίο «The Making of the Modern Muslim State» (H Δημιουργία του Σύγχρονου Μουσουλμανικού Κράτους) η Malika Zeghal επανατοποθετεί με μεγάλη επιτυχία τον ρόλο του Ισλάμ στη σύγχρονη διακυβέρνηση της Μέσης Ανατολής.
Σύμφωνα με τη δική της ανάλυση τα κράτη στις μουσουλμανικές χώρες πάντοτε έπαιζαν τον ρόλο του προστάτη του Ισλάμ και των αρχών του στις κοινωνίες τους. Παρακολουθώντας την ιστορικής διαδρομή των χωρών αυτών σε ζητήματα κουλτούρας, πολιτικής και οικονομικών θεσμών διαπιστώνει πως το κράτος πάντα φρόντιζε για το Ισλάμ από τις αρχές των όποιων συνταγματικών προσπαθειών του 19ου αιώνα μέχρι τις εξελίξεις που είχαν να κάνουν με τις εξεγέρσεις της Αραβικής Ανοιξης και τους μετέπειτα επιτυχείς ή όχι πειραματισμούς με τη δημοκρατία.
Οι έντονες συζητήσεις σχετικά με την όποια κρατική υποστήριξη του Ισλάμ, καθώς και για το νόημά της, αποτελούσε πάντα σημείο τριβής μεταξύ συντηρητικών και των αντιπάλων τους στις μουσουλμανικές κοινωνίες. Οι αντιπαραθέσεις αυτές προϋπήρχαν των ακροτήτων που έφθασαν οι σχέσεις τους κοντά στα τέλη του 20ού αιώνα και την αναβίωση του αρχεγονικού Ισλάμ. Τα μαζικά πολιτικά κινήματα της εποχής μας και ο ισλαμικός φανατισμός απλά γιγάντωσαν αυτές τις διαφορές και τις έφεραν στο προσκήνιο. Πάντα όμως υπήρχαν…
Αναλύοντας δημόσιες δαπάνες, συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, προελεύσεις κοινωνικές και θρησκευτικές μαθητών και φοιτητών, αλλά και σχολικά προγράμματα και πανεπιστημιακά μαθήματα, η Zeghal φαίνεται να αποδεικνύει πως το κράτος, παρά την εισαγωγή πιο σύγχρονων, δυϊκής έμπνευσης, εργαλείων διοικητικής διακυβέρνησης, ποτέ δεν έπαψε να υιοθετεί μέτρα προστασίας της θρησκείας, της μουσουλμανικής κοινότητας και του Ισλάμ.
Ανεξάρτητα πόσο τα μουσουλμανικά κράτη αύξησαν τις μη θρησκευτικές τους δράσεις και προσανατολισμούς, ιδίως στις περιοχές της Αραβικής Χερσονήσου και γύρω από τον Περσικό Κόλπο, αυτό δεν τα έχει εμποδίσει να ενισχύσουν παράλληλα τις δραστηριότητές τους και τις δαπάνες τους για την προστασία και επέκταση της θρησκείας – ιδίως στον τομέα της ισλαμικής παιδείας. Αυτή τους η συμπεριφορά έχει εντείνει αντί να εξομαλύνει και να γεφυρώσει τις διαφορές τους με τους αντιπάλους τους – ετερόθρησκους ή άλλου μουσουλμανικού δόγματος.
Είναι χαρακτηριστική η βοήθεια που προσφέρεται στους λεγόμενους μουσουλμάνους διανοούμενους (ουλάμα) ώστε να διευκολύνονται στο έργο τους, να προβάλλονται και να χαίρουν τιμής και ιδιαίτερης εκτίμησης. Αν και η μελέτη της αφορά κυρίως το Μαρόκο, την Τυνησία, την Τουρκία, τη Συρία, την Αίγυπτο και τον Λίβανο, γίνονται πολλές αναφορές και εύκολα βγαίνουν συμπεράσματα και για τις άλλες μουσουλμανικές χώρες που δεν βρίσκονται πάνω στον στενό κύκλο της έρευνάς της.







