Είναι νέος, είναι αριστερός, είναι μουσουλμάνος: ο 33χρονος Ζόρανν Μαμντάνι, υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος για τη διεκδίκηση της δημαρχίας της Νέας Υόρκης, κατάφερε αναπάντεχα να κερδίσει το φαβορί, Αντριου Κουόμο, στις προκριματικές εκλογές για το χρίσμα. Δεν τα κατάφερε με προώθηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή με μεγάλους χορηγούς, δεν τα κατάφερε «μαλακώνοντας» τις θέσεις του σε θέματα που δυσκολεύουν το κόμμα του, όπως η λεπτή ισορροπία απέναντι στο Παλαιστινιακό, δεν προσπάθησε να γίνει αρεστός σε όλους. Αντιθέτως, ακολούθησε έναν ανορθόδοξο τρόπο: με καμπάνια old-school, πόρτα-πόρτα, επέλεξε να διατυπώσει άποψη, να δεσμευτεί πως θα πάρει μέτρα σε θέματα που αφορούν τη βάση των ψηφοφόρων και των κατοίκων της Νέας Υόρκης – υψηλό κόστος ζωής, «φουσκωμένα» ενοίκια, φορολόγηση των υψηλότερων εισοδημάτων. Δεν έχει «αποσκευές» στην πλάτη του. Κατάφερε να πείσει πως ό,τι λέει το εννοεί.
Στον Πέδρο Σάντσεθ δεν φαίνεται πως είναι 53 ετών – το παρουσιαστικό και το χαμόγελό του παραπέμπει σε κάποιον νεότερο, λιγότερο έμπειρο, λιγότερο «τριμμένο» σε θέσεις ευθύνης και εξουσίας. Κι όμως, ο Σάντσεθ μετράει επτά χρόνια ως πρωθυπουργός της Ισπανίας. Με σκαμπανεβάσματα, με σκληρές αντιπαραθέσεις στο θέμα του Συντάγματος και την ανεξαρτησία της Καταλωνίας, ξεπέρασε ακόμα και τις ακροδεξιές κατηγορίες για διαφθορά –συγκυβερνά με την Αριστερά, αλλά επί της ουσίας την έχει καταπιεί. Χθες, ανακοίνωσε πως θα είναι ξανά υποψήφιος πρωθυπουργός της Ισπανίας. Και το έκανε αφότου ζήτησε την εξαίρεση της χώρας του στο ΝΑΤΟ από το 5% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες. Υπερασπίστηκε την απόφαση απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ («Η Ισπανία δεν είναι ποτέ πρόβλημα, είναι πάντα η λύση»), μια μέρα αφότου ο Ολλανδός Μαρκ Ρούτε πανηγύριζε για τα «χοντρά λεφτά» που πρέπει να πληρώσει η Ευρώπη. «Οποιος θέλει να το καταλάβει αυτό, ας το καταλάβει. Η κυριαρχία της χώρας μας είναι σεβαστή», ανέφερε, λέγοντας πως αυτή η απόφαση είναι συμβατή με το κοινωνικό πρόγραμμα της ισπανικής κυβέρνησης.
Τι κοινό έχουν ο Μαμντάνι και ο Σάντσεθ; Και οι δύο αποτελούν μια κανονική, πολιτική πρόταση, όχι έναν μονόφθαλμο ανάμεσα σε τυφλούς. Δεν κρύβονται πίσω από δημοσκοπήσεις και έρευνες, δεν κοιτούν πώς θα καλοπιάσουν τους πάντες, δεν παίζουν ασφαλώς. Εκτίθενται, τολμούν και παρουσιάζουν μια αντιθετική εικόνα από το ρεύμα της εποχής, αντιθετική στο κυρίαρχο μοντέλο εξουσίας που παρουσιάζεται αυτή τη στιγμή στη Δύση. Μπορεί να μην τους βγει, όμως κάνουν μια επιλογή, παίζουν με τους όρους τους, ρισκάρουν να χάσουν. Εχουν γωνίες και αιχμές, τα βάζουν όχι μόνο με το πρόσωπο του προέδρου των ΗΠΑ, αλλά με το αφήγημά του – με την πεποίθηση πως όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως προοδευτικοί πρέπει να δεχτούν τη μοίρα τους χωρίς να βγάλουν άχνα, συμβιβαζόμενοι με μισές λύσεις, με «συντρόφους» που απέτυχαν και δεν το παραδέχονται ή άλλους τύπους, που «τραμπίζουν» σε χώρες που επιβίωσαν και ξεπέρασαν πρόσφατα χουντικά καθεστώτα. Κάτι λένε, κάτι κάνουν – με κάποιον τρόπο, σηκώνουν στις πλάτες τους τον προοδευτικό χώρο και στη μια και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Δεν είναι βαρετοί, δεν είναι άχρωμοι, δεν είναι φοβικοί. Διαμορφώνουν ένα πλαίσιο. Καλό-κακό; Μπορείς να το κρίνεις. Αλλά τουλάχιστον υπάρχει.
Στην Ελλάδα, δεν έχουμε κανέναν σαν κι αυτούς. Και φαίνεται.







