Η σύγκρουση ανάμεσα στο Ισραήλ και το Ιράν δεν είναι ένα μακρινό μέτωπο χωρίς συνέπειες για την Ευρώπη. Αντίθετα, αγγίζει ευθέως τη νοτιοανατολική της πτέρυγα και, κατά προτεραιότητα, την Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα οφείλει να δει αυτή την κρίση όχι απλώς ως πρόβλημα τρίτων, αλλά ως δοκιμασία για τη γεωπολιτική της αντίληψη και τη διπλωματική της ικανότητα.
Η πιο χαρακτηριστική αντανάκλαση της κρίσης αυτής εμφανίζεται στην Τουρκία. Παρότι δεν εμπλέκεται άμεσα, η εσωτερική της αναταραχή εντείνεται. Κυριαρχεί ένας βαθύς υπαρξιακός φόβος: όχι από εξωτερική εισβολή, αλλά από εσωτερική αποσταθεροποίηση. Η ανησυχία δεν εστιάζεται στη στρατιωτική ισχύ, αλλά στην αποδυνάμωση των θεσμών, στην κοινωνική πόλωση και στη στρατηγική σύγχυση.
Στο προσκήνιο επανέρχεται η επιρροή του διαχρονικού «βαθέος κράτους» – εκείνου του αφανούς μηχανισμού που διαπερνά κυβερνήσεις, διαμορφώνει κατευθύνσεις εθνικής ασφάλειας και επιβάλλει γραμμές στις πολιτικές ηγεσίες. Σε περιόδους κρίσης, όπως η παρούσα, η ενεργοποίησή του είναι ορατή μέσα από τις ρητορικές για «εσωτερικούς εχθρούς», τις αναφορές σε περικύκλωση και τις πιέσεις για αυστηρότερη κρατική πειθαρχία.
Παράλληλα, η Αγκυρα ενοχλείται από την αναβαθμισμένη στρατηγική σημασία της Κύπρου, ενώ στρέφει το βλέμμα της προς τη Λιβύη, επιχειρώντας αναδιάταξη επιρροής απέναντι σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Σε αυτό το ασταθές και ρευστό περιβάλλον, η πιθανότητα εξαγωγής της εσωτερικής κρίσης προς τα δυτικά – είτε στο Αιγαίο είτε στην ευρύτερη Μεσόγειο – δεν είναι αμελητέα.
Εδώ ακριβώς αναδεικνύεται η ανάγκη μιας ελληνικής διπλωματικής πρωτοβουλίας. Η Ελλάδα, αντί να περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή ή περιφερειακού αποδέκτη εξελίξεων, μπορεί και οφείλει να αναλάβει τον ρόλο του σταθεροποιητικού διαμεσολαβητή. Μια περιφερειακή διαβούλευση, είτε άτυπη είτε οργανωμένη στο πλαίσιο υπαρχουσών πολυμερών σχημάτων (MED9, SEECP ή ad hoc υπουργική σύνοδος), θα μπορούσε να ενισχύσει:
- τη συλλογική ανθεκτικότητα της περιοχής,
- τη συνεργασία για ενεργειακή και υβριδική ασφάλεια,
- την πολιτική συνεννόηση γύρω από κρίσιμα ζητήματα μεσοπρόθεσμης σταθερότητας.
Σε έναν κόσμο που μετατοπίζεται από τον κανόνα στον αιφνιδιασμό, η πρόληψη είναι πολιτική ευθύνη. Και σε μια περιοχή όπου η Ιστορία επανέρχεται μέσω κρίσεων, η διπλωματία πρέπει να επανέλθει με πρωτοβουλίες.
Η Ελλάδα διαθέτει το προνόμιο της σταθερότητας, της ευρωπαϊκής ιδιότητας και των διαύλων εμπιστοσύνης με όλους τους κρίσιμους δρώντες. Τώρα είναι η στιγμή να τα αξιοποιήσει. Οχι για λόγους επίδειξης, αλλά για λόγους ευθύνης.