Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Και η φράση του Βαγγέλη έμεινε στα μανταλάκια. Και κανείς δεν την έπιασε, και κανείς δεν θέλησε να βάλει το δάκτυλο στον τύπο των ήλων. Ούτε δεκάρα στη Λίγκα 2, γιατί τα λεφτά που θα τους δώσετε, αναφερόμενος στην πρόθεση της ΕΠΟ να μεγαλώσει την επιδότηση της συγκεκριμένης Λίγκας, δεν πρόκειται να πάνε για το καλό του αθλήματος. Τα λεφτά αυτά θα πάνε στο Στοίχημα. Το Στοίχημα είναι η ζωή τους, η ταυτότητά τους, ο σκοπός και ο προορισμός τους. Και είναι γεγονός ότι ουδέποτε πουθενά δεν έχει γίνει σοβαρή συζήτηση με την περιπέτεια Στοίχημα. Ενα γεγονός που σε άλλες χώρες το διαχειρίζονται με παρονομαστή και την ωφέλεια του αθλήματος. Στη χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας περπατάει μόνο στη λογική της οικονόμας με κάθε τρόπο. Και όταν δρομολογούμε την έκφραση «με κάθε τρόπο» σημαίνει ότι προκειμένου να τα πάρουμε θα κάνουμε το αθέμιτο καθεστώς. Στην ατιμία θα κρεμάσουμε το παράσημο της τιμής, και την παρανομία, σε κάθε μορφή της, θα την κάνουμε καθεστώς και τρόπο ζωής.
Πρόεδρος συλλόγου που κινδύνευε να πέσει κατηγορία, θερμοπαρακάλεσε σύλλογο βαθμολογικά αδιάφορο, να του δώσει το παιχνίδι που έπαιζε στην έδρα του. Ο βαθμολογικά αδιάφορος του είπε ένα ποσό: 200.000 ευρώ, και ο κινδυνεύων να υποβιβαστεί το απεδέχθη, με έναν όρο: ότι το αποτέλεσμα το τελικό θα ήταν 3-2, και στο πρώτο ημίχρονο, το αδιάφορο σωματείο θα προηγείτο με 2-1. Από το Στοίχημα παντελόνιασε καμιά 600.000 ευρώ στην τσέπη. Ο έτερος ενδιαφερόμενος του λέει απλά: πήρες 600.000 χιλιάρικα, τα δικά μου τα 200.000 δεν έχεις λόγο να τα παντελονιάσεις. Η απάντηση, με τη γλώσσα της αγοράς : «Η συμφωνία... συμφωνία. Πάει και τελείωσε».
Ολα αυτά είναι γνωστά και στον Βαγγέλη και στους υπόλοιπους. Και η απάντηση αυτή που έπρεπε. Οσο για την αδιαφορία των ΜΜΕ και των παρατρεχάμενων ταλαιπωρούντων το χαρτί και τη γραφή αναμενόμενη: άκρα του τάφου σιωπή. Και είναι λυπηρό γιατί η πάλαι ποτέ Β' Εθνική ήταν ο αιμοδότης του ελληνικού ποδοσφαίρου. Και οι ομάδες της που ανέβαιναν στη μεγάλη κατηγορία την κοσμούσαν, της δίναν άλλη ταυτότητα. Και ταυτόχρονα οι λεγόμενοι μεγάλοι σύλλογοι όπλιζαν την αρματωσιά τους με ξεχωριστά ποδοσφαιρικά εργαλεία.
Αν κάτσεις και απαριθμήσεις πρέπει να γράψεις βιβλία ολόκληρα. Από τον καιρό της Δόξας Δράμας, της ομάδας του μεγάλου Πάγκαλου, μέχρι τη Νίκη Βόλου, την Παναχαϊκή, την Καστοριά, τον Απόλλωνα Καλαμαριάς, τον Πανσερραϊκό, τη Λάρισα, το Ελληνικό Ποδόσφαιρο φόρεσε το καλύτερο κοστούμι. Κι αν διαβάζεις την ταυτότητα των εθνικών ομάδων από τη δεκαετία του '60 και μετά, ανακαλύπτεις τη δυναμική. Ανακαλύπτεις το νέο αίμα, που έκανε την Εθνική της εφτάρας να ανταγωνίζεται τα μεγαλύτερα εθνικά συγκροτήματα. Ναι, τα παιδιά από το Αιγάλεω, απ' τον Φωστήρα, από το Περιστέρι, τα παιδιά από τον Μακεδονικό, από τον Βόλο, από το Αγρίνιο, απ' την Καλαμάτα, τα παιδιά από τη Ρόδο, από το Ηράκλειο, από την Ξάνθη, την Καβάλα, δώσαν άλλη δύναμη στα φτερά της Εθνικής και των προνομιούχων μεγάλων συλλόγων.
Γιατί ήταν το πρωτάθλημα των ελλήνων παικτών, ήταν το πρωτάθλημα των γεμάτων κερκίδων, το πρωτάθλημα που έπαιζαν Αιγάλεω - Παναχαϊκή και διάβαζες 15.000 άτομα να σχοινοβατούν μέσα στο γήπεδο που χώραγε μόλις 8.500 άτομα. Ηταν το πρωτάθλημα που στο γήπεδο του Φωστήρα, όταν έπαιζε ο ΠΑΟ Ρουφ με τα Γιάννινα είχες 6.000 άτομα μέσα και 10.000 κόσμο απ' έξω. Και που σήμερα, θλιβερά σκαρφαλώνουν τα μάτια σου στα καντράν του γηπέδου και βλέπεις σε στάδια 15.000-20.000 ατόμων να κουρνιάζουν καμιά 300αριά απελπισμένοι που η φωνή τους δεν φτάνει ούτε μέχρι το κιγκλίδωμα. Και που μέσα στον αγωνιστικό χώρο στους 22 μαχόμενους ζήτημα να διαβάζεις 5-6, το πολύ πολύ 8 έλληνες παίκτες. Από κει και μετά απόνερα απ' τη Λατινική Αμερική, κίτρινα νούφαρα από τη Βόρεια Αφρική, και τελειωμένοι από την Ανατολική Ευρώπη.
Οσο για το θέαμα, καλύτερα να γυρίσεις κανάλι και να κολυμπήσεις στο παραμύθι κάποιου σίριαλ. Από κει και μετά στη θέση προέδρων που τιμούσαν τον τόπο τους και που χάριζαν πολλές φορές τη ζωή τους ολόκληρη στην αγωνία της Λάρισας, της Πάτρας, της Καλαμάτας, του Πύργου ή της Λιβαδειάς, και των υπολοίπων γενναίων σωματείων που τιμούσαν τη μεγάλη Β' Εθνική, εισπράττεις τώρα σπαράγματα. Εισπράττεις παρέες οικονομισάριων, έναν κόσμο συστηματατζήδων. Και το τελευταίο που τους ενδιαφέρει είναι ο παίκτης του τόπου τους, είναι η πόλη τους, είναι τα νιάτα της περιοχής τους, όλα εκείνα που ήταν κάποτε σκοπός ζωής. Και που χρέος μου είναι κάποια μέρα, όλους αυτούς τους αφανείς ήρωες του μυθεύματος Ελληνικό Ποδόσφαιρο να τους κάνω αναγνωρίσιμους. Είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής.
Οσο για τη φράση του Βαγγέλη, ήταν το βότσαλο που τάραξε τη λίμνη της αναισθησίας στην οποία εδώ και δεκαετίες έχει αράξει η ανεμότρατα που λέγεται ελληνικό ποδόσφαιρο.