Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Το μεγαλύτερο πολιτικό παράδοξο της εποχής στη Γερμανία σχετίζεται με το ακροδεξιό κόμμα AfD. Την ώρα που οι υπηρεσίες ασφαλείας της χώρας προειδοποιούν για την εντεινόμενη ριζοσπαστικοποίηση της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία» (AfD), οι έρευνες καταγράφουν μία συνεχώς αυξανόμενη αποδοχή του εθνικο-λαϊκιστικού μορφώματος από τους Γερμανούς.
Στην τελευταία δημοσκόπηση του Ινστιτούτου Insa για την κυριακάτικη «Μπιλντ αμ Ζόνταγκ» το AfD σκαρφάλωσε στο 17%, το υψηλότερο ποσοστό πενταετίας. Το AfD εισπράττει τη δυσαρέσκεια των Γερμανών και εμπεδώνεται στην τρίτη θέση μετά τη συντηρητική Χριστιανική Ενωση και τους Σοσιαλδημοκράτες, ξεπερνώντας τους Πράσινους, που υποχώρησαν στο 14%.
Πιο ανησυχητικά είναι τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης έρευνας: σχεδόν ένας στους δύο Γερμανούς (53,9%) δηλώνει ότι δεν θα ψήφιζε ποτέ το AfD. Ο δείκτης αυτός ήταν στο 75% το 2020, ακόμα και τον περασμένο Δεκέμβριο ήταν στο 60%. Η ραγδαία μείωση αυτού του ποσοστού σημαίνει ότι το AfD παύει σταδιακά να είναι πολιτικός «μπαμπούλας». Σχεδόν για τους μισούς Γερμανούς αποτελεί πλέον δυνητική επιλογή. Αυτό είναι πολιτικό καμπανάκι για τις διεργασίες που συντελούνται στη γερμανική κοινωνία.
Η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» είναι το πιο νέο κόμμα στον πολιτικό χάρτη της Γερμανίας, απότοκο της ευρωκρίσης της περασμένης δεκαετίας. Ιδρύθηκε από στελέχη του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος ως αντίδραση στην καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ για τα προγράμματα στήριξης της Ελλάδας. Ο ιδρυτής του, Μπερντ Λούκε, καθηγητής μακροοικονομίας στο πανεπιστήμιο του Αμβούργου και οι συνοδοιπόροι του εξέφρασαν την ευρωσκεπτικιστική τάση στη Γερμανία που τροφοδοτούσε η κρίση χρέους.
Το AfD πρωτοεμφανίστηκε στις παγγερμανικές εκλογές του 2013, αλλά με 4,7% δεν έπιασε το πλαφόν του 5% για την είσοδο στη Βουλή. Ομως στις ευρωεκλογές του 2014 με επικεφαλής τον πρώην πρόεδρο του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανιών, Χανλ Ολαφ Χένκελ, πήρε 7,1% και έκτοτε καθιερώθηκε στα δεξιά της συντηρητικής Χριστιανικής Ενωσης CDU/CSU.
Από τη γενιά των ιδρυτών δεν έμεινε κανένας. Ο Λούκε και οι συνιδρυτές του AfD αποχώρησαν μετά την ακροδεξιά στροφή του AfD και τις εσωτερικές διαμάχες που το είχαν οδηγήσει στα όρια της ανυπαρξίας. Η νεκρανάσταση του ΑfD ήρθε με την προσφυγική κρίση του 2015. Στις εκλογές του 2017 πήρε 12,6% και αναδείχθηκε τρίτη δύναμη, μπροστά από Πράσινους, Φιλελεύθερους και Αριστερά. Δεδομένου ότι το πρώτο και το δεύτερο κόμμα, Χριστιανική Ενωση και Σοσιαλδημοκράτες, είχαν συγκροτήσει την κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού», το AfD ήταν αξιωματική αντιπολίτευση στην Ομοσπονδιακή Βουλή.
Η ύφεση του Προσφυγικού έφερε και την αποδυνάμωση του AfD, στις τελευταίες εκλογές του 2021 έμεινε στο 10,3%. Ωστόσο, η πανδημία με τη συνακόλουθη συνωμοσιολογία και ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία έδωσαν νέα τροφή στο εθνικο-λαϊκιστικό κόμμα. «Η πορεία του AfD είναι προς την Ακρα Δεξιά», προειδοποίησε την περασμένη Δευτέρα ο Τόμας Χάλντενβανγκ, επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος. Τα στελέχη του AfD υποστηρίζουν ανοιχτά το Κρεμλίνο. Σύμφωνα με τον Χάλντενβανγκ, «διαδίδουν τη ρωσική παραπληροφόρηση στη Γερμανία με στόχο την αποσταθεροποίηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας». Η νεολαία του AfD έχει χαρακτηριστεί ως οργάνωση που αντιστρατεύεται το Σύνταγμα και παρακολουθείται για την αντισυνταγματική δράση της.
Η μεγάλη δύναμη του AfD είναι στα ανατολικά κρατίδια της πρώην κομμουνιστικής Γερμανίας. Στη Θουριγγία φτάνει το 28%, στη Σαξονία και στη Σαξονία-Ανχαλτ το 26%. Η πολιτική συμπεριφορά των Γερμανών στα κρατίδια αυτά προσιδιάζει με τις άλλες πρώην κομμουνιστικές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Μολονότι στα δυτικά κρατίδια τα ποσοστά είναι πολύ χαμηλότερα, σύμφωνα με την έρευνα του Insa, το δυνητικό ποσοστό του AfD παγγερμανικά θα μπορούσε να φτάσει στο 25%. Ο χριστιανοδημοκράτης πρωθυπουργός της Σαξονίας-Ανχαλτ, Ράινερ Χάσελοφ, θεωρεί πλέον «ρεαλιστικό» ένα τέτοιο ποσοστό. «Η διαμαρτυρία», λέει, «εκφράζεται μέσω της ψήφου στο AfD και οι δυσαρεστημένοι δεν προέρχονται μόνον από το δεξιό φάσμα».