Τις τελευταίες μέρες, η συνθηματολογία των κομμάτων θυμίζει δεκαετία του ’80. Το «συμβόλαιο με τον λαό», η ανάγκη για «Αλλαγή» κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο και ειδικά ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις που διεκδικούν να θεωρούνται η συνέχεια της Δημοκρατικής Παράταξης. Δεν έχει σημασία που έχουν περάσει πάνω από σαράντα χρόνια από την εποχή που οι λέξεις αυτές πρωτοακούστηκαν στην ελληνική πολιτική σκηνή. Η διαχρονικότητά τους τις κάνει επικοινωνιακά εργαλεία για την ερχόμενη κάλπη.

Στην πραγματικότητα, όσοι επικαλούνται τα 80s επιλέγουν τον σίγουρο δρόμο. Η στρατηγική είναι δοκιμασμένη και εξαιρετικά πετυχημένη, οπότε η εφαρμογή της γίνεται με το λιγότερο δυνατό ρίσκο, με στόχο να αποφύγουν όλοι τα προεκλογικά εξόφθαλμα λάθη. Επενδύουν στη δημοφιλία προσώπων και συμβόλων που διαμόρφωσαν μια ολόκληρη εποχή, ελπίζοντας πως θα βρουν την ίδια απήχηση και στο σήμερα. Τα «ωραία χρόνια», νοσταλγικά ή όχι, δημιουργούν πολιτικές ευκολίες και συνυποδηλώσεις που χρειάζονται ειδικά τα κόμματα που βρίσκονται στην αντιπολίτευση.

Το πραγματικό πρόβλημα, ωστόσο, ξεκινάει όταν η πολιτική πρόταση αρχίζει και τελειώνει στη ρητορική του χθες, στο λεξικό του περασμένου αιώνα, όταν τα επιχειρήματα για το αύριο δεν αρκούν για να πείσουν τους πολίτες που θα βρεθούν πίσω από το παραβάν. Η πολιτική ένδεια έχει ως αποτέλεσμα τέτοιου είδους πισωγυρίσματα. Και εκεί η λύση δεν βρίσκεται στο δεξιοτεχνικό κοπιάρισμα.