Το πρώτο που είπα στον αποθανόντα πλέον τέως βασιλέα Κωνσταντίνο όταν με κάλεσε να συνεργαστούμε στη συγγραφή των απομνημονευμάτων του, ήταν αυτό που θεωρούσα βέβαιο ότι τελικά θα με απέκλειε: ότι ουδέποτε στη ζωή μου υπήρξα και ουδέποτε επρόκειτο και στο μέλλον να γίνω βασιλικός. Επειδή πάντοτε είχα την πεποίθηση ότι οι έννοιες δημόσιο αξίωμα και κληρονομικότητα δεν πάνε στην ίδια πρόταση. Το εξήγησα και στον ίδιο εκείνο το βράδυ, που ξεκίνησε με ένα δείπνο στις επτά στην ταράτσα της «Μεγάλης Βρετανίας», για να τελειώσει γύρω στις τρεις τα χαράματα. Ο λόγος που το αναφέρω είναι ότι το γεγονός ότι με αυτό το δεδομένο τελικά συνεργαστήκαμε, πιστεύω ότι δείχνει κάτι σημαντικό για την προσωπικότητα του ιδίου του τέως βασιλέως. Και δεν μπορούσα να φανταστώ ποιος θα ήταν ο άνθρωπος που θα συναντούσα τελικά. Ποια θα ήταν η στόφα του, τι θα διάβαζα στα μάτια του, στις εκφράσεις και στις χειρονομίες, πόσο θα μπορούσα να ξεδιακρίνω την ιστορική ακρίβεια ή μη στις αφηγήσεις του: Πριν, ήταν, από κάθε άποψη, ένα αίνιγμα. Που, όμως, όσο προχωρούσε η συζήτηση, τόσο μεγάλωνε: όταν λ.χ. μου αφηγήθηκε το πώς ως νεαρός βασιλέας έκανε έξαλλο τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου προτείνοντάς του τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ δεκαπέντε χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου Πολέμου, άκουγα έναν άνθρωπο που δεν θα ξεχάσω ποτέ – ούτε αυτά που είπε, ούτε το πώς τα είπε. Δεν θέλω να υποστηρίξω ότι γνωρίζω την ιστορική αλήθεια όπως εξελίχθηκε σε ένα κλειστό δωμάτιο μεταξύ των δύο τους χωρίς μάρτυρες και αποδείξεις. Αυτό που μπορώ και οφείλω να πω, είναι ότι, προσωπικά, πιστεύω απολύτως την αφήγηση που άκουσα. Και όχι λόγω ιδεολογικής εγγύτητας, που δεν υπήρξε, ή προσωπικής συμπάθειας, που αναπτύχθηκε. Αλλά γιατί, πολύ απλά, ήταν όλα πολύ πειστικά.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ